ΑΓΑΠΗΤΟΙ Έλληνες,

Με λένε Τσενάι. Είμαι Αλβανός. Δεν θα σηκώσω τη σημαία.

Παραδοσιακά, ο αριστούχος μαθητής είναι και ο σημαιοφόρος στην παρέλαση. Όμως,

ο Όργουελ το είπε πιο πριν και πιο καλά από εμένα: «Όλοι είμαστε ίσοι, αλλά

μερικοί είναι πιο ίσοι από τους άλλους.» Ή λιγότερο. Όπως εγώ. Ο Τσενάι. Ο

Αλβανός.

Ακούω, τόσες μέρες στις τηλεοράσεις, να συζητούν για μένα. Ξίφη

διασταυρούμενα, απόψεις αντιμαχόμενες, ενστάσεις λυσσαλέες. Ακούω. Δεν μιλάω.

Τι να πω; Το έγκλημά μου είναι ότι είμαι ο πρώτος μαθητής. Ότι αγάπησα τη χώρα

σας. Τα γράμματα και τα εφόδια που μπορεί να μου προσφέρει ο τόπος σας.

KI AN ΗΡΘΑ πρώτος, αγαπητοί Έλληνες, δεν το έκανα για να σηκώσω τη

σημαία. Το έκανα γιατί θέλησα να σκύψω πάνω στην παιδεία σας. Στη γνώση σας.

Να μάθω περισσότερα. Να γίνω καλύτερος. Να μπορώ να προσβλέπω σε ένα μέλλον.

Να επενδύσω σ’ ένα αύριο. Όμως, το «αύριο» είναι μπροστά μου. Το «σήμερα»

βιώνω τώρα. Το «σήμερα» που με διδάσκει. Και με τρομάζει.

ΑΓΑΠΗΤΟΙ Έλληνες, όχι, δεν θεωρώ ότι είστε ρατσιστές. Το λέω με το χέρι

στην καρδιά. Μια καρδιά που, αυτές τις μέρες, αμφιβάλλει για πολλά και για

πολλούς. Όμως ξέρω την αλήθεια. Την άλλη όψη του νομίσματος την ξέρω. Μερικοί

συμπατριώτες μου μόνο άγιοι δεν είναι. Μόνο με τον σταυρό στο χέρι δεν πάνε.

Αλλά δεν είμαστε όλοι έτσι. Όχι όλοι. Εμείς ιδροκοπάμε πάνω στα ψήγματα μιας

νέας ζωής. Φτύνουμε αίμα για να σταθούμε στα πόδια μας. Για να διαχωρίσουμε,

εμείς πριν από σας, την ήρα από το στάρι. Όλοι μιάσματα, κλέφτες και

λωποδύτες; Κι όμως. Κάποιοι αγωνιζόμαστε. Κάποιοι παλεύουμε. Χτίζουμε. Κάποιοι

μας τα γκρεμίζουν.

ΑΓΑΠΗΤΟΙ Έλληνες, τα παιδιά σας πάνε για σπουδές στο εξωτερικό. Για

λίγα χρόνια, γίνονται ξένοι σε ξένη χώρα. Δεν ξέρω σε πόσους θα άρεσαν εκεί τα

δύο μέτρα και τα δύο σταθμά. Να εφαρμόζεται, όπως εδώ, το ίδιο αξίωμα: Όλοι οι

σπουδαστές είναι ίσοι – αλλά μερικοί είναι πιο ίσοι από τους άλλους.

EIMAI ο Τσενάι και είμαι Αλβανός. Δεν θα σηκώσω τη σημαία. Κι αυτό

πονάει. Ξέρω, δεν μπορώ να κάνω τίποτα. Ξέρω, πρέπει να μάθω να ζω μ’ αυτό. Να

ζω με μια αλήθεια που είναι ψεύδος. Να συμβιβαστώ κι εγώ. Να συμπορευτώ με όλα

όσα δεν μπορώ να ανατρέψω. Τα αναπότρεπτα. Τα μοιραία: Όλοι οι Αλβανοί είναι

καθοίκια. Απλώς, μερικοί είναι πιο καθοίκια από τους άλλους.

Κι αν κάποιοι από μας δεν είμαστε έτσι, εγώ, αγαπητοί Έλληνες, δεν μπορώ να

σας πείσω. Δεν προλαβαίνω. Όχι μέχρι την ημέρα της παρέλασης. Έχω πολύ δρόμο

μπροστά μου. Έχω πολλά χρόνια μπροστά μου. Σήμερα μου δείχνετε πόσο δύσβατος ο

δρόμος, πόσο πέτρινα τα χρόνια. Μάθημα ζωής. Το εισπράττω. Και προχωρώ. Όχι

όσο μου επιτρέπουν οι άλλοι. Όσο μου επιτρέπουν οι δικές μου δυνάμεις. Όσο

μπορώ να στηριχτώ στα δικά μου πόδια.

ΑΓΑΠΗΤΟΙ Έλληνες, συγγνώμη που είμαι πρώτος στα μαθήματα. Ένα μάθημα

όμως κι αυτό. Θεμελιώδες. Άμεσο. Σκληρό. Το πήρα. Το ένιωσα. Σαν χαστούκι στο

πρόσωπο.

Είμαι ο Τσενάι. Είμαι Αλβανός. Και, μην ανησυχείτε. Δεν θα σηκώσω τη σημαία!