Ίσως το μόνο καλό που φέρνει μια κρίση σε έναν κλάδο της οικονομίας είναι η

ευκαιρία για αλλαγή και για νέες πρακτικές. Έτσι, στον χώρο των εφημερίδων, η

χρόνια φθίνουσα πορεία των κυκλοφοριών έχει ως αποτέλεσμα αρκετές νέες ιδέες

και ορισμένα ενδιαφέροντα πειράματα. Όπως συμβαίνει συνήθως, τα περισσότερα

αποτυγχάνουν – κάποια παταγωδώς – ωστόσο αυτό δεν δείχνει να αποθαρρύνει τους

ανθρώπους του Τύπου.

Το τελευταίο παράδειγμα είναι η καινοτόμος πρακτική της αγγλικής

«Independent», που εδώ και έναν μήνα περίπου δεν κυκλοφορεί μόνο στο

παραδοσιακό μεγάλο της σχήμα (broadsheet) αλλά διατίθεται επίσης, για όσους

αναγνώστες το προτιμούν, και σε σχήμα ταμπλόιντ. Το περιεχόμενο των δύο

εκδόσεων είναι ακριβώς το ίδιο (τόσο σε άρθρα όσο και σε φωτογραφίες – αν και

αυτές αναγκαστικά είναι συχνά λίγο μικρότερες – αλλά και σε διαφημίσεις), όπως

άλλωστε είναι και η τιμή τους (60 πένες). Οι λόγοι που προβάλλονται από τη

διοίκηση της εφημερίδας είναι ουσιαστικά δύο: πρώτον, η καλύτερη εξυπηρέτηση

του (συρρικνούμενου) αναγνωστικού της κοινού και, δεύτερον, η προσέλκυση

αναγνωστών από άλλα «ποιοτικά» broadsheets (καθώς σε ταμπλόιντ κυκλοφορούν

μόνο οι χαμηλού ή μεσαίου επιπέδου τίτλοι) που θα βρουν πιο εύχρηστο το μικρό

σχήμα.

Ωστόσο, το εγχείρημα δεν είναι χωρίς προβλήματα: οι εργαζόμενοι ήδη

διαμαρτύρονται για τον επιπλέον φόρτο εργασίας (αφού, πέραν των συντακτών που

δεν χρειάζεται να ξαναγράψουν το άρθρο τους, οι συντάκτες ύλης και, κυρίως, οι

σελιδοποιοί ουσιαστικά βγάζουν άλλη μία εφημερίδα – με τον ίδιο μισθό), ενώ

ορισμένοι διαφημιστές έχουν εκφράσει τον προβληματισμό τους είτε για την

αναγκαία υποβολή δύο ειδών υλικού (δηλαδή μία διαφήμιση για το broadsheet και

μία για το ταμπλόιντ) ή για τον μειωμένο αντίκτυπο μιας μικρότερης σελίδας.

Επιπροσθέτως, οι οιωνοί δεν είναι οι καλύτεροι: όταν μία εφημερίδα βγάζει μία

παράλληλη έκδοση που έχει ίδιο ακριβώς περιεχόμενο και ίδια τιμή αλλά

διαφοροποιείται μόνο σε ένα σημείο, τα αποτελέσματα συνήθως είναι αμελητέα.

Για παράδειγμα, όταν η ισπανική «El Periodico» έβγαλε την (πανομοιότυπη κατά

τα άλλα) έκδοση στα καταλανικά, στην αρχή πήρε 60.000 φύλλα, μετά

σταθεροποιήθηκε για κάποιο διάστημα στο «συν 25.000» αλλά πλέον έχει σχεδόν

επανέλθει στο σημείο μηδέν. Με αυτό το δεδομένο, η αύξηση των 30.000 φύλλων

την πρώτη μέρα (και 20-25.000 την δεύτερη) για την «Independent» σίγουρα δεν

είναι μήνυμα εγγυημένης επιτυχίας.

Εάν το συγκεκριμένο πείραμα δεν πετύχει, ενδεχομένως ένας από τους βασικούς

λόγους να είναι η έλλειψη τόλμης. Με απαράλλαχτο περιεχόμενο και τιμή, συνιστά

εν κατακλείδι αμυντική τακτική, αφού εξυπηρετεί ή ενδιαφέρει μόνο τους

υπάρχοντες αναγνώστες της «Independent» – κάτι που δεν είναι αυτό καθαυτό

πρόβλημα, ειδικά εάν η εφημερίδα είναι επιτυχημένη και κερδοφόρος. Όταν όμως –

όπως ο εν λόγω τίτλος – χάνει 10 εκατ. ευρώ τον χρόνο, η επίθεση είναι

μονόδρομος. Θα ήταν πιο ενδιαφέρον η «Independent» να είχε δοκιμάσει να βγάλει

μία έκδοση ταμπλόιντ με λιγότερο και πιο ριζοσπαστικά σχεδιασμένο περιεχόμενο

– και οπωσδήποτε σε χαμηλότερη τιμή.

Με δεδομένη, πρώτον, την ευαισθησία του αγγλικού κοινού στην τιμή (όπως

αποδείχτηκε από τον πόλεμο των τιμών στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας)

και, δεύτερον, την ανά τον κόσμο επιτυχία των πιο σύντομων-εύχρηστων

εφημερίδων, θα μπορούσε – χωρίς να διακυβεύσει το παραδοσιακό της κοινό αφού

θα εξακολουθούσε να βγαίνει σε broadsheet – να αποπειραθεί να κάνει ό,τι

πάμπολλα άλλα καταναλωτικά προϊόντα στην αγορά: τη διάθεση σε διαφορετικές

μορφές, «για κάθε γούστο». Μπορεί πάλι να μην πετύχαινε, αλλά θα ήταν ένα

εγχείρημα με νόημα. Βέβαια, αυτό θα αναδείκνυε την αιώνια συζήτηση για το εάν

η εφημερίδα είναι (άλλο) ένα καταναλωτικό προϊόν – σίγουρα ενδιαφέρον θέμα

αλλά όχι αντικείμενο σχολίου μερικών εκατοντάδων λέξεων, μάλλον πολύτομης

διπλωματικής εργασίας…

Ο Κωνσταντίνος Καμάρας είναι σύμβουλος της Διεθνούς Ενώσεως Εφημερίδων

και μέλος του Δ.Σ. της IFRA, παγκόσμιου οργανισμού για την τεχνολογία στα MME.