Την ώρα που στην Εθνοσυνέλευση ψηφιζόταν η «ιστορική» άδεια αποστολής

τουρκικών στρατευμάτων στο Ιράκ, προχθές, η ηγεσία του τουρκικού στρατού

βρισκόταν στη Σμύρνη. Οι δημοσιογράφοι βρήκαν τους στρατηγούς να κάνουν βόλτα

στην παραλία με τα πολιτικά τους. Ρώτησαν την άποψή τους, αλλά εκείνοι δεν

ήθελαν να κάνουν κανένα σχόλιο. «Μα κάτι πρέπει να γράψουμε», επέμεινε ένας

ρεπόρτερ και ο επιτελάρχης Χιλμί Όζκιοκ είπε χαριτολογώντας «γράψτε ότι οι

στρατηγοί έκαναν μια ωραία βόλτα στη Σμύρνη».

Μία εβδομάδα νωρίτερα, ο επιτελάρχης είχε δηλώσει άγνοια σχετικά με την

αμερικανοτουρκική οικονομική συμφωνία, ύψους οκτώμισι δισεκατομμυρίων

δολαρίων, που υπεγράφη στις 22/9, λέγοντας ότι «είχε δει το κείμενο στο

Διαδίκτυο, το Επιτελείο δεν είχε ενημερωθεί, επομένως η συμφωνία δεν μπορεί να

είχε σχέση με στρατιωτικά θέματα. Ο στρατός», πρόσθεσε, «θα δράσει στο Ιράκ

βάσει των εντολών που θα λάβει από την πολιτική εξουσία». H κυβέρνηση

επιβεβαίωσε ότι δεν είχε ενημερώσει το Επιτελείο.

Αυτή η έλλειψη επικοινωνίας στρατού – κυβέρνησης, αλλά και η «αδιαφορία» του

στρατού, αποτελεί βέβαια μεγάλο ερώτημα. Όμως, τα ερωτήματα δεν έχουν τελειωμό

στην Άγκυρα: η κυβέρνηση έχει στα χέρια της την «άδεια», παραμένουν ωστόσο

ανοικτά ζητήματα, όπως πόσος στρατός θα σταλεί, σε ποια περιοχή και πώς θα

αντιμετωπιστεί το κόστος που συνεπάγεται η όλη επιχείρηση. Ο υπουργός

Εξωτερικών Αμπντουλάχ Γκιουλ δήλωσε χθες πασιχαρής: «H Τουρκία είναι πλέον ο

δεύτερος, μετά τη Βρετανία, στρατηγικός εταίρος των Ηνωμένων Πολιτειών». Στον

Τύπο άλλοι επιχαίρουν και άλλοι μιλούν για «μεγάλο ρίσκο». H «Χουριέτ», λόγου

χάριν, είχε πηχυαίο τίτλο «Ογδόντα έξι χρόνια μετά για την ειρήνη»

(αναφερόμενη στην οπισθοχώρηση του οθωμανικού στρατού από τη Βαγδάτη το 1917),

η «Ραντικάλ» έγραφε πως «H περιπέτεια αρχίζει τώρα», ενώ οι περισσότερες

φιλοϊσλαμικές εφημερίδες πνέουν μένεα εναντίον της κυβέρνησης. Οι διαμαρτυρίες

εναντίον της αποστολής στρατευμάτων στο Ιράκ συνεχίστηκαν χθες στην

Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα. H τουρκική κοινή γνώμη είναι αναφανδόν

εναντίον της «ανάμειξης στο Ιράκ», το ίδιο και το 70% των οπαδών του

κυβερνώντος κόμματος.