Υπήρχαν πάντα αρθρογράφοι οι οποίοι γίνονταν το επίκεντρο της προσοχής στις

μέρες τους. Σκεφτείτε τον Τζόζεφ Κραφτ την εποχή του Βιετνάμ ή τον Τζορτζ

Γουίλ κατά την περίοδο Ρίγκαν. Με τον ίδιο τρόπο, ο Πολ Κρούγκμαν, που από τον

Ιανουάριο του 2000 γράφει δύο φορές την εβδομάδα μια στήλη στους «New York

Times», είναι απαραίτητο να διαβάζεται την «Εποχή Μπους».

Πόλ Κρούγκμαν: Τουλάχιστον το 40% των περικοπών στη φορολογία του Μπους θα

καταλήξει στο τέλος στο πλέον εύπορο 1% των Αμερικανών

Κάποιοι από σας πιθανόν να διαβάζουν τη στήλη του Κρούγκμαν και πιθανόν να

τρέφουν έντονα αισθήματα για εκείνον. Μια αναφορά στο όνομά του σε μια δεξίωση

στην Ουάσιγκτον είναι αρκετή ώστε κάποια άτομα να τον εγκωμιάσουν ή να τον

αναθεματίσουν.

Το γιατί δεν γίνεται αμέσως σαφές. Ο Κρούγκμαν είναι πολύ καλός συντάκτης,

αλλά όχι «μεγάλος». Είναι ειδήμων στην ανάλυση των αριθμών και στη στατιστική,

αλλά δεν επιμελείται ιδιαίτερα το εκφραστικό του ύφος. Δεν έχει «καλές επαφές»

στην Ουάσιγκτον, στην πραγματικότητα, σχεδόν ποτέ δεν αφήνει το περιβάλλον του

Πανεπιστημίου Πρίνστον, όπου διδάσκει οικονομικά από το 2000. Δεν είναι

ειδήμων της πολιτικής. Ούτε και του ρεπορτάζ. Δεν καταστρώνει τη στρατηγική

των Δημοκρατικών, ούτε και δειπνεί με ξένους αξιωματούχους όπως ο Τόμας

Φρίντμαν… Παρ’ όλ’ αυτά, επί δύο χρόνια, ο Κρούγκμαν είναι ο αρθρογράφος που

κάθε Δημοκρατικός στη χώρα νιώθει την ανάγκη να διαβάζει και κάθε

Ρεπουμπλικανός του Μπους μισεί.

Είναι σχεδόν ο μόνος που αναλύει το πιο σημαντικό πολιτικό θέμα τα τελευταία

χρόνια – την άκαμπτη συγχώνευση των εταιρικών και ταξικών συμφερόντων καθώς

και εκείνων του πολιτικού κόμματος, στα οποία η κυβέρνηση Μπους υπερτερεί.

Όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, ο Τύπος στην Ουάσιγκτον και κυρίως οι

«δάσκαλοι» άργησαν να αντιληφθούν το μέγεθος της αλλαγής. Με λίγα λόγια, αυτό

που έχει ενδιαφέρον με τα κείμενα του Κρούγκμαν δεν είναι το γιατί γράφει αυτά

που γράφει, αλλά και το γιατί δεν τα γράφει κανένας άλλος.

Πρόσωπο με πρόσωπο. Στις φωτογραφίες ο Κρούγκμαν φαίνεται να έχει

αυτοπεποίθηση, αν και το βλέμμα του είναι λίγο σκληρό. Πρόσωπο με πρόσωπο,

είναι φιλικός αλλά και αμήχανος. Και το δείχνει – τα μάτια του περιφέρονται

νευρικά στο δωμάτιο ενώ πολύ συχνά τρίβει το πρόσωπό του με τις παλάμες του.

«Δεν είναι το φυσικό μου περιβάλλον. Μερικές φορές σκέφτομαι ότι, αν ήξερα πώς

θα ήταν, δεν θα συμφωνούσα ποτέ γι’ αυτή τη στήλη. Αυτό που κάνω στην ουσία

είναι διεθνές εμπόριο και οικονομία», λέει, δείχνοντας μια στοίβα με χαρτιά σε

μια γωνία. «Επαγγελματικά», προσθέτει, «θα έπρεπε να ανησυχώ πάρα πολύ αυτή τη

στιγμή για τη Βραζιλία».

Ο Κρούγκμαν γράφει κυρίως για γεγονότα και μεταστροφές: για το γεγονός ότι

τουλάχιστον το 40% των περικοπών στη φορολογία του Μπους θα καταλήξει στο

τέλος στο πλέον εύπορο 1% των Αμερικανών, ενώ η θέση της κυβέρνησης ήταν ότι

θα ενισχύσει κυρίως τη μεσαία τάξη. Πολλοί άλλοι αρθρογράφοι κάνουν τέτοιες

αναφορές. Μόνο ο Κρούγκμαν επανέρχεται τόσο συχνά, παρέχοντας τόσες

λεπτομέρειες.

Αν ο ζήλος του είναι – κατά ένα μέρος – αυτό που προσελκύει τους φιλελεύθερους

ακτιβιστές, το ίδιο τον καθιστά μισητό σε Ρεπουμπλικανούς και συντηρητικούς,

καθώς και σε μια μερίδα κεντροαριστερών δημοσιογράφων… Υπάρχουν ιστοσελίδες

στο Διαδίκτυο αφιερωμένες σε εναντίον του επιθέσεις… Για όσους τον

ακολουθούν, ωστόσο, το δυνατό του σημείο είναι η τάση του να γράφει πράγματα

προτού κριθεί πρέπον να μιλήσει γι’ αυτά. «Διαφωνεί με την άποψη «Λέγε ό,τι

θέλεις, όμως ο τύπος είναι έντιμος» που πολίτες και δημοσιογράφοι θέλουν να

πιστέψουν για τον Μπους», επισημαίνει ο Τζέιμς Κάρβιλ, ο κατηγορηματικός

παρουσιαστής της εκπομπής του CNN «Crossfire», και συνεχίζει: «Ο Κρούγκμαν

λέει «Όχι, είναι απατεώνας»».

Ο Πολ Κρούγκμαν γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Λονγκ Άιλαντ, όπου γεύτηκε αυτό που

περιγράφει «απόλυτα συμβατική» μεσοαστική παιδική ηλικία. Τα διαβάσματά του

του Ισαάκ Ασίμοφ τού δημιούργησαν την κρυφή επιθυμία να γίνει ένας από τους

«ψυχοϊστορικούς» ήρωές του, να συμπεριληφθεί, δηλαδή, στους μελλοντικούς

κοινωνικούς επιστήμονες που θα μπορούσαν να προβλέψουν την εξέλιξη της

ιστορίας του ανθρώπου. Εποχή σταθμός η δεκαετία του ’70 και η φοίτησή του στο

Πανεπιστήμιο Γέιλ, τον έφερε μαθητή του οικονομολόγου Γουίλιαμ Νορντχάους.

Η φήμη. Πέρασε από το Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης, όπως και

ο Νορντχάους, και το 1977 εισήλθε στην οικονομική σχολή του Γέιλ. Μέσα σε λίγα

χρόνια άρχισε να δομεί τη σκέψη του μέσα σε αυτό που αργότερα θα ονομαζόταν

«νέα θεωρία εμπορίου» – σύμφωνα με την οποία ένα μεγάλο μέρος του εμπορίου

μπορεί να εξηγηθεί με την τεχνολογική καινοτομία παρά με το συγκριτικό

πλεονέκτημα των χωρών (π.χ. φυσικοί πόροι). Η εργασία του Κρούγκμαν πάνω στο

θέμα αυτό παγίωσε την ακαδημαϊκή του φήμη και τον ανέδειξε σε έναν από τους

πολλά υποσχόμενους αστέρες του τομέα.

* Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Washington Monthly.

Επιμέλεια: Ρένα Δημητρίου