Σε σύγκρουση πολιτικών και διοικητικών δικαστηρίων οδηγεί το ζήτημα του

επιτοκίου που ζητεί το Δημόσιο από τους χρεοφειλέτες του, το οποίο είναι

σχεδόν διπλάσιο από το επιτόκιο που δίνει το ίδιο για τα καθυστερούμενα ποσά

που οφείλει στους πολίτες.

Σε αντίθεση με την πρόσφατη απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ιωαννίνων που

έκρινε για πρώτη φορά ότι η επίμαχη «ψαλίδα» στα επιτόκια (σ.σ.: το Δημόσιο

καταβάλει επιτόκιο 6% για τις καθυστερούμενες οφειλές του, ενώ επιβάλει

«καπέλο» 11,25% στα ποσά που διεκδικεί από πολίτες) είναι αντισυνταγματική, το

πολιτικό τμήμα του Αρείου Πάγου κρίνει ότι η διαφορά δεν παραβιάζει τις

συνταγματικές διατάξεις.

Το πολιτικό τμήμα του Ανωτάτου Δικαστηρίου ουσιαστικά επιμένει στην πάγια

νομολογία του για το ζήτημα, παρέχοντας τη δυνατότητα στις υπηρεσίες του

Δημοσίου (Εφορίες, Πολεοδομίες, δημόσιες επιχειρήσεις κ.ά.) να εφαρμόζουν

πολιτική επιτοκίων με δύο μέτρα και δύο σταθμά. Από την πλευρά των πολιτικών

δικαστηρίων η υπόθεση κλείνει με την απόφαση του Αρείου Πάγου, ενώ από την

άλλη πλευρά η απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ιωαννίνων θεωρείται βέβαιο

ότι θα κριθεί σε τελικό στάδιο από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Και στην

περίπτωση που η απόφαση του Πρωτοδικείου επικυρωθεί από το ΣτΕ, τότε θα

οδηγηθούμε σε σύγκρουση ανάμεσα στα δύο Ανώτατα Δικαστήρια που θα κληθεί να

λύσει οριστικά και αμετάκλητα το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ).

Μέχρι τότε, όμως, το Δημόσιο νομιμοποιείται να χρεώνει τον πολίτη με υψηλότερο

επιτόκιο από εκείνο που καταβάλει, αλλά και να αρνείται να εφαρμόσει κάθε

απόφαση από δικαστήρια κατωτέρων βαθμών για επιστροφές τόκων.

Σημειώνεται ότι το Διοικητικό Πρωτοδικείο Ιωαννίνων με την απόφασή του έκρινε

ότι η «ψαλίδα» ανάμεσα στα επιτόκια οδηγεί σε «αδικαιολόγητα άνιση και

προνομιακή μεταχείριση του Δημοσίου σε σχέση με τον ιδιώτη αντίδικό του και

αντιβαίνει στις συνταγματικές διατάξεις περί ίσης μεταχείρισης και στο Διεθνές

Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα».

Απέρριψε αίτηση ιδιώτη

Από την άλλη πλευρά, ο Άρειος Πάγος με τη νέα απόφασή του απέρριψε αίτηση

ιδιώτη, ο οποίος διεκδικούσε μεγαλύτερο επιτόκιο από το 6% για καθυστερούμενες

χρηματικές οφειλές της Δημόσιας Επιχείρησης Πολεοδόμησης, Οικισμού και

Στέγασης (ΔΕΠΟΣ), με την οποία είχε εργασιακή σχέση. Το Ανώτατο Δικαστήριο

κρίνει ότι δεν παραβιάζεται το Σύνταγμα από την επίμαχη διαφορά επιτοκίων και

ότι νομίμως η ΔΕΠΟΣ απολάβει των προνομίων του Δημοσίου. Όπως αναφέρεται στην

απόφαση, από τη διαφορά επιτοκίων δεν υπάρχει παραβίαση της αρχής της

αναλογικότητας, ούτε προσβολή της περιουσίας του δανειστή της δημόσιας

επιχείρησης, κατά την έννοια της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Ουσιαστικά, το Ανώτατο Δικαστήριο κρίνει ότι ζήτημα άνισης μεταχείρισης θα

υπήρχε εάν το Δημόσιο είχε επιβάλει διαφορετικά επιτόκια σε όσους του

χρωστούσαν ή εάν κατέβαλε διαφορετικά επιτόκια στους πολίτες για τις δικές του οφειλές.