Ο Γιάννης Βούρος και ο Παύλος Χαϊκάλης στην παράσταση «Έγκλημα και τιμωρία»

Συμβιβάστηκα με ορισμένες σκηνικές αναγνώσεις, αλλά κάθε απόπειρα να

μεταφυτευτεί σε δραματικό υλικό το αφηγηματικό στοιχείο με βρίσκει, ανάλογα

βεβαίως και με το υφολογικό στίγμα του πεζογραφήματος, πάντα προβληματισμένο.

Δεν μπόρεσα π.χ. ποτέ να αποδεχτώ τον σκηνικό Κάφκα. Εδώ απέτυχε ακόμη και η

κινηματογραφική ιδιοφυΐα ενός Όρσον Γουέλς. Βέβαια η καθαρά ρεαλιστική

πεζογραφία, πιο κοντινή στην επική αφήγηση, ενέχει σπέρματα δραματικής

εκμετάλλευσης. «Οι Άθλιοι» του Ουγκώ, ο «Γιούγκερμαν» του Καραγάτση ακόμη και

η «Μαντάμ Μποβαρύ» του Φλωμπέρ επιτρέπουν ώστε ο αφηγηματικός χρόνος να

μετατραπεί σε θεατρικό χρόνο.

Παρόλο που και στην Ελλάδα έχουν γίνει κάποιες σχετικά καλές διασκευές των

μεγάλων αριστουργημάτων του Ντοστογιέφσκι κι έχω στον νου μου και τον «Ηλίθιο»

του Σκουλούδη και τον «Έφηβο» του Λιγνάδη, προτιμώ τις προσπάθειες του Καμύ

στους «Δίκαιους» και του Πρεβελάκη στο «Χωριό Στεπαντσίκοβο» (δεν έχω μπορέσει

να δω πουθενά τη διασκευή του Βεάκη στους «Ταπεινούς και Καταφρονεμένους» που

ανέβασε ο Φώτος Πολίτης) που εκκινούν από ένα αφηγηματικό μοτίβο και

δημιουργούν ένα αυτόνομο ανεξάρτητο έργο, κάτι σαν τις παραλλαγές μεγάλων

συνθετών πάνω σε θέματα π.χ. του Μπαχ.

Φοβάμαι πως η διασκευή που υπογράφει ο Γιάννης Βούρος στο «Έγκλημα και

Τιμωρία» το μόνο κοινό που έχει με το μεγαλοφυές κείμενο του Ντοστογιέφσκι

είναι ένα μόνο μέρος μιας ξερής αφήγησης αστυνομικής πλοκής. Το κείμενο του

μεγάλου Ρώσου δημιουργού είναι ένα από τα μεγαλύτερα κατορθώματα της

ανθρώπινης σκέψης. Κάτι σαν την «Ορέστεια», τη «Θεία Κωμωδία», τον «Δον

Κιχώτη», τον «Άμλετ», τον «Φάουστ». Δεν είναι μια ιστορία απλώς, μια των

πραγμάτων σύστασις. Είναι εν πυκνώ έργο μεταφυσικό, πολιτικό, ψυχολογικό,

αισθητικό, φιλοσοφικό. Ανήκει περισσότερο στη Σκέψη και λιγότερο στη μίμηση.

Ή, αν θέλετε, μιμείται τα κινήματα της ψυχής, αναζητεί τα ηρακλείτεια «Ψυχής

πείρατα» τα οποία έχουν «βαθύν λόγον».

Ο Γιάννης Βούρος έγραψε, έβγαλε από το μέγα αυτό και βαθύ φρέαρ πάχνη,

αστυνομική ιστορία τύπου σίριαλ με ένα δύο ξεκρέμαστους στοχαστικούς

μονολόγους εν είδει πνευματικού άλλοθι.

Περιόρισε τη σκηνική του διασκευή στη σχέση Ρασκόλνικοφ – Πορφύρη, Ενόχου και

Ανακριτή (με λίγα ανεξήγητα για τους απληροφόρητους ψιχία Σόνιας – ποια είναι,

από πού βρέθηκε, χωρίς παρελθόν κ.τ.λ.) και απέκοψε αυτή τη σχέση από όλα τα

ανθρώπινα και κοινωνικά της συμφραζόμενα.

Στο πρόγραμμα του θιάσου υπάρχει ένα κείμενο όπου αναφέρονται όλοι οι

μεγαλοφυώς αναλυόμενοι χαρακτήρες. Ο Μαρμελάντωφ, η Πουλχερία, η Ρομάνοβνα, ο

Σβιντριγκάιλωφ, οι οποίοι απουσιάζουν παντελώς από τη διασκευή. Χωρίς τον

Μαρμελάντωφ και την εσωτερική του περιπέτεια (ανάλογη με την πόρνη του

Ευαγγελίου – οι Ρώσοι θεολόγοι το κεφάλαιο για τον Μαρμελάντωφ το ονομάζουν

«Πέμπτο Ευαγγέλιο»), το μυθιστόρημα είναι ανάπηρο. Χωρίς την Ντούνα Ρομάνοβνα

η φωτεινή πλευρά του ανθρώπου σκοτεινιάζει περισσότερο τη μαύρη πλευρά του.

Όχι, και ο Γιάννης Βούρος γνωρίζει πόσο τον εκτιμώ και ως ηθοποιό και ως

σοβαρό άνθρωπο, που γνοιάζεται για την ποιότητα, αυτό που βλέπει κανείς στο

θέατρο «Αθηνών» δεν είναι Ντοστογιέφσκι. Το «Έγκλημα και Τιμωρία» είναι ό,τι

λέει ο τίτλος του: δύο αφηρημένα ουσιαστικά. Ο μεγάλος ορθόδοξος λογοτέχνης

ανιχνεύει την ουσία του εγκλήματος ως ιστορικός φανέρωσης της πτώσης και του

προπατορικού αμαρτήματος και την ουσία της τιμωρίας ως υποταγής στην ουσία του

ανθρώπου λαμβανόμενης ως αμαρτίας, ως αποτυχίας, ως αστοχίας. Στο έργο αυτό

αναλύει έως τρυγός την ενοχή και τη μετάνοια. Η διαφορά της αρχαίας τραγωδίας

και του χριστιανικού μυθιστορήματος έγκειται στο γεγονός πως η πρώτη εδράζεται

στην Ύβριν, το δεύτερο στοιχειώνεται από το Σκάνδαλο. Άλλο πράγμα η Κάθαρσις

κι άλλο η Μετάνοια.

Όπως και να έχει το πράγμα πάντως, σκορδαλιά χωρίς σκόρδο δεν γίνεται ούτε

Ντοστογιέφσκι χωρίς την ταραχή του μυστηρίου, της σωτηρίας και της προσδοκίας

αναστάσεως νεκρών. Γιατί ακριβώς αυτό είναι το σκάνδαλο του Ρασκόλνικοφ, δεν

πιστεύει στην ανάσταση, δεν πιστεύει στη μετάνοια, δεν φοβάται την ενοχή.

Πιστεύει, ορθολογιστικά, πως όποιος δεν έχει κίνητρα για το έγκλημα, όποιος

δεν έχει λόγους και αποχρώσες αποδείξεις για την παράβαση, δεν έχει ενοχές και

δεν αναμένει ούτε τον διώκει η τιμωρία.

Στο θέατρο «Αθηνών» παίζεται ένα παιχνίδι ερήμην του Ντοστογιέφσκι, ερήμην της

βιοσοφίας του και της δογματικής του συλλογιστικής.

Αυτό φάνηκε, δυστυχώς, και στην παράσταση. Αμήχανη, άρρυθμη, πλαδαρή, χαλαρή,

χωρίς ιδεολογικά ερείσματα, χωρίς στόχο. Ο Βούρος ως σκηνοθέτης βρισκόταν

ανάμεσα στο σενάριο που είχε σκαρώσει, μια ευθύγραμμη αστυνομικής υφής υπόθεση

και στην υποψία πως τα πράγματα είναι πολύ σοβαρότερα από το κείμενο αυτό. Και

χάθηκε στους μαιάνδρους τού ανάμεσα, του «μεταξύ»!

Απορίας άξιο είναι το τελείως απαράδεκτο σκηνικό (;) του Νίκου Αλεξίου.

Θεωρώ αυτόν τον καλλιτέχνη υψηλού γούστου δημιουργό και μόνο παίζοντας ή

αστειευόμενος ή πιεζόμενος, αλλά από ποιον και γιατί, μπορούσε να καταλήξει σε

κάτι μπερντέδες από νάιλον, σαν αυτούς που έχουν στις λαϊκές αγορές οι

Ελληνοπόντιοι μικροπωλητές. Θαύμασα κάποτε μια αυστηρή αλλά καυστική

παρατήρηση του Αμερικανού συναδέλφου Κλάιβ Μπερνς για ένα σκηνικό. Να, που μου

δίνεται η ευκαιρία να το αντιγράψω: «το σκηνικό ήταν φτιαγμένο από φτηνά υλικά

και φαινόταν!».

Οι ηθοποιοί

Δυστυχώς στην ίδια γενική αμηχανία κινήθηκε και η υποκριτική. Μόνο δύο

ηθοποιοί ικανοποίησαν μιαν υποφερτή συνθήκη: ο παλαίμαχος Γιώργος Βελέντζας,

λιτός, άμεσος, μετρημένος και σαφής στο περίγραμμά του και ο Παύλος Χαϊκάλης,

αρκούντως κυνικός, επαγγελματικός και μακρόθυμος.

Ο Βούρος άμετρος, φλύαρος συναισθηματικά και κινησιολογικά, ασαφής

χαρακτηρολογικά και με προβλήματα άρθρωσης λόγω ταχυλογίας.

Η Μαρίνα Καλογήρου, σκηνική καλλονή, είναι ακόμη ανώριμη για ρόλους με βάθος,

έστω κι αν δεν είχε κειμενικό στήριγμα και με προβλήματα αγωγής του λόγου.

Ο Κατραμάδας, ερασιτεχνικότατος, ο Δαμουλής επαρκής, ο Ζαχαράκης μετρημένος

και ο Νικόλας Μαραγκόπουλος εξπρεσιονιστικός σε μια παράσταση που νόμιζε πως

είναι ρεαλιστική.

Εντέλει η σύλληψη του Ντοστογιέφσκι κατέληξε έκτρωμα και ο στοχασμός του φλυαρία.

INFO

«Έγκλημα και τιμωρία» στο Θέατρο «Αθηνών» (Βουκουρεστίου 10 &

Πανεπιστημίου, τηλ. 210-3312.343)