Η Ασπασία Παπαθανασίου

Θα ‘λεγα πως ηρέμησα γιατί ακουγόταν τον τελευταίο καιρό πως θα υπάρξει μια

ανταγωνιστική στροφή προς την εμπορική και ιδιωτική ραδιοτηλοψία. Οι

τελευταίες ανακοινώσεις ενώπιον μάλιστα του πολιτικού προϊσταμένου αποτελούν

ασφαλώς δεσμεύσεις. Ειπώθηκε, πάντως, ότι η κρατική εταιρεία θα μειώσει τις

ενισχύσεις προς διάφορα πολιτιστικά δρώμενα και θα τονώσει τις δικές της

μορφωτικές και «παιδαγωγικές» παραγωγές.

Θα περιμένει δηλαδή κανείς να πυκνώνουν ανάλογες με τις παλιότερες π.χ.

πρωτοβουλίες του Γ’ Προγράμματος της Ραδιοφωνίας και θα ξαναδούμε και θα

ξανακούσουμε τη νεανική ορχήστρα της ΕΡΑ, τη χορωδία και τα μουσικά της

σύνολα, αλλά και σημαντικά μικρά μουσικά τρίο, ντουέτα, λυρικά ρεσιτάλ στην

Εθνική Πινακοθήκη, στο Δαφνί, στην Παλιά Βουλή, στην Καισαριανή, στη Σκιάθο,

στο Μέγαρο Μουσικής και ιδίως στη Στοά του Βιβλίου, όπως γινόταν επί επτά

συναπτά έτη έως φέτος την άνοιξη, αλλά δεν φαίνεται να φτουράει για όγδοη φορά

φέτος. Θα ξανακούσουμε αναμεταδόσεις από το Πατριαρχείο και θα γευτούμε

ζωντανά βυζαντινές χορωδίες, ηπειρώτικα πολυφωνικά σύνολα, κρητικούς

λυράρηδες, ακριτικά ποντιακά τραγούδια, μελοποιημένα χορικά από τον Παχτίτη

και τον Κωνσταντίνο Ψάχο, διασκευές για κιθάρα μελωδιών του Χατζιδάκι ή

τραγούδια της Μεσογείου από Αλγερινούς, Αιγυπτίους και Σύρους τραγουδιστές.

Αλλά ας γίνω συγκεκριμένος. Πριν από επτά χρόνια ο τότε και ώς προχθές

διευθυντής του Γ’ Προγράμματος, συνθέτης Γιώργος Τσαγκάρης, μου εκμυστηρεύτηκε

έναν πόθο του, μια κρυφή του επιθυμία. Να βοηθήσει μέσω της Ραδιοφωνίας να

καταγραφεί ένα κόρπους της ελληνικής Λογοτεχνίας στη διαχρονία της.

Αποδεχτήκαμε την πρόκληση, αδιαφορώντας για την προειδοποίησή του ότι τα

κονδύλια που είχε στη διάθεσή του ήταν πενιχρά και οι αμοιβές συμβολικές. Με

βοηθούς μου δύο ταμένους και αποφασισμένους ανθρώπους, τον φιλόλογο και

σκηνοθέτη Θανάση Προυντζόπουλο και τη φιλόλογο, θεατρολόγο και κριτικό Έλσα

Ανδριανού αναλάβαμε το βαρύ φορτίο.

Επί έξι μήνες επί επτά χρόνια κάθε Κυριακή πρωί, βρέξει – χιονίσει,

παρουσιάσαμε και ταυτόχρονα ηχογραφήσαμε ένα γιγαντιαίο υλικό, μια μοναδική

κιβωτό του ελληνικού Λόγου. Με την ευγενική παραχώρηση της πολύτιμης αίθουσας

Λόγου της Στοάς του Βιβλίου, αυτού του πολιτιστικού μας κοσμήματος που

οφείλεται στον Γιώργο Μπαμπινιώτη και στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία οργανώσαμε

ζωντανές μεταδόσεις αυτού του υλικού.

Στα πρώτα τέσσερα χρόνια η μετάδοση γινόταν απευθείας από το Γ’ Πρόγραμμα

(κάθε Κυριακή πρωί 11.00-13.00), τα τρία επόμενα χρόνια (επειδή δεν ήταν

δυνατή η παραχώρηση «γραμμής» από τον ΟΤΕ) η εκδήλωση ηχογραφείτο και

μεταδιδόταν άλλες ώρες από το Γ’ Πρόγραμμα. Τίτλος της εκπομπής, «Από τον

Όμηρο στο 2000 μ.Χ. – Λόγος ελληνικός». Δομή της εκπομπής, μια εισήγηση ενός

τετάρτου από έναν ειδικό επιστήμονα πάνω στην εποχή που εξεταζόταν ή στο

συγκεκριμένο έργο ή στον συγγραφέα, αποσπάσματα εκτεταμένα από το έργο και

μουσικές παρεμβολές, ως ιντερμέδια, όχι ανεξάρτητα από το ύφος, το ήθος ή το

περιεχόμενο του υλικού.

Σκοπός της παραγωγής, η τεκμηριωμένη απόλαυση των μεγάλων κειμένων της

ελληνικής Λογοτεχνικής Διαχρονίας. Από τον Όμηρο έως το τέλος της Βυζαντινής

Γραμματείας ακουγόταν και το πρωτότυπο (ως δείγμα γραφής, φωνής και ήχου) και

οι πλέον άριστες και υφολογικά διαφέρουσες δόκιμες μεταφράσεις των έργων.

Π.χ., όταν η εκπομπή ασχολήθηκε με την «Οδύσσεια», εκτός από τμήματα του

πρωτότυπου ομηρικού κειμένου ακούστηκαν μεταφράσεις του Πολυλά, του Εφταλιώτη,

του Σίδερη, των Κακριδή – Καζαντζάκη, του Ψυχουντάκη, του Μαρωνίτη.

Στο σκεπτικό της εκπομπής ήταν να αναδειχθεί και η μεταφραστική εποποιία στις

καίριες και κορυφαίες στιγμές της. Αυτήν τη στιγμή στο Αρχείο του Γ’

Προγράμματος υπάρχουν αποτυπωμένες, π.χ., από τον «Αγαμέμνονα» του Αισχύλου

μεταφράσεις του Γρυπάρη, του Μελαχρινού, του Μπαρλά, του Τ. Ρούσσου, του

Σεφέρη κ.λπ. Κι όλα αυτά με τις φωνές της Ασπασίας Παπαθανασίου, του Νικήτα

Τσακίρογλου και άλλες καλλιεργημένες φωνές ειδικευμένων ηθοποιών μας.

Σ’ αυτό το γιγαντιαίο εγχείρημα καταγράφηκαν όλοι οι μεταφρασμένοι αρχαίοι

συγγραφείς από τον Όμηρο, τους λυρικούς, τους τραγικούς, τους κωμικούς ποιητές

έως τους ιστορικούς, τους ρήτορες, τους προσωκρατικούς φιλοσόφους, τον

Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Ιπποκράτη, τους γεωγράφους, τους περιηγητές, έως

τους αλεξανδρινούς υφολόγους, τους εκλεκτικούς, τη δεύτερη σοφιστική, την

Παλατινή, τον Γαληνό, τον ιατρό Σωρανό, τον Διογένη τον Λαέρτιο, τους

Ανθολόγους, τη μετάφραση της Γραφής των Εβδομήκοντα, τα Απόκρυφα Ευαγγέλια,

τους Πατέρες της Εκκλησίας και ύστερα τους ιστορικούς του Βυζαντίου (τον

Προκόπιο, την Κομνηνή), τους ιστορικούς της Αλώσεως, τον Ρωμανό, τον Δαμασκηνό

έως τον Πτωχοπρόδρομο, τα Ακριτικά Έπη, τα δημοτικά τραγούδια και, εν

συνεχεία, ολόκληρη την κρητική Λογοτεχνία (από τον Μπεργαδή έως την Πανώρια

και τη Βοσκοπούλα), την επτανησιακή Λογοτεχνία, από τον Κατσαΐτη και τον

Γουζέλη ώς τον Ρούσμελη, τις λαϊκές «ομιλίες» και ύστερα τον Χριστόπουλο, τα

άνθη ευλαβείας, τον Ρήγα, τον Βηλαρά, τον Μαρτελάο, τους ριζοσπάστες, για να

καταλήξουμε φέτος την άνοιξη στον Σολωμό και τον Κάλβο.

Συνέχεια δεν φαίνεται να υπάρχει. Από αυτή εδώ τη θέση θέλω να απαιτήσω (όχι

να παρακαλέσω) να διαφυλαχθεί ως κόρη οφθαλμού όλο αυτό το πολύτιμο

ντοκουμέντο. Όσοι μόχθησαν για να υλοποιήσουμε το όραμα του Τσαγκάρη δεν

διεκδικούμε τίποτε άλλο από την τιμή που μας έγινε. Απαιτούμε αυτό το

παιδαγωγικό, ιστορικό, επιστημονικό και λογοτεχνικό ηχητικό αρχείο να

αποτελέσει Μουσείο κειμένων και φωνών.

Σ’ αυτά τα επτά έτη τις εισηγήσεις έκαναν οι πλέον ειδικοί, ερχόμενοι

αυτοπροσώπως κυριακάτικα στο μικρόφωνο, οι κλασικοί φιλόλογοι Νίκος

Χουρμουζιάδης, Ιωάννης Παπαδημητρίου, Γιώργης Γιατρομανωλάκης, Ανδρέας

Παναγόπουλος, Μιχ. Κοπιδάκης, Μενέλαος Χριστόπουλος, ο Μιχάλης Μερακλής, οι

νεοελληνιστές Κάρολος Μητσάκης, Π. Μαστροδημήτρης, ο Γ. Δάλλας, οι θεολόγοι Μ.

Μουντές, Ιωσήφ Βιβιλάκης, η Αλόη Σιδέρη, ο φιλόλογος ιστορικός Εμ.

Μικρογιαννάκης, οι καθηγητές Φιλοσοφίας Σκουτερόπουλος, Βουδούρης, Πελεγρίνης,

Νικολούδης, οι θεατρολόγοι Ανδριανού και Μυλωνά, ο Βάλτερ Πούχνερ, ο ιστορικός

της Ιατρικής Κωνσταντίνος Πουρναρόπουλος κ.ά. Τα κείμενα αυτά ακούστηκαν με

τις κατά το δυνατόν εγκυρότερες φωνές του ελληνικού θεάτρου, την Ασπασία

Παπαθανασίου, την Αντ. Βαλάκου, τη Λυδία Κονιόρδου, τη Μαρία Σκούντζου, την

Εύα Κοταμανίδου, τον Γιώργο Κιμούλη, τον Γρηγόρη Βαλτινό, τον Νικήτα

Τσακίρογλου, τον Στέφανο Κυριακίδη, τον Κώστα Καστανά, τη Μαρία Διακουμάκου,

την Αννίτα Δεκαβάλλα, την Αφρ. Γρηγοριάδη, τον Κωνσταντίνο Κωνσταντόπουλο, τον

Δημήτρη Λιγνάδη, τον Σιακάρα έως τους νεώτερους Τζίνη Παπαδοπούλου, Δημήτρη

Ήμελλο κ.ά. Ιδιαιτέρως θέλω να εξάρω την ανεκτίμητη συμμετοχή τού εκφωνητή,

ηθοποιού και αναγνώστη Κώστα Γιαλίνη, την πλέον ώριμη φωνή του ελληνικού

Ραδιοφώνου.

Κάθε εκπομπή διανθιζόταν με μουσικά παρέμβλητα ιντερμέδια. Παρήλασαν

κλασικά τρίο, κιθαριστικά ντουέτα, άριες, εκκλησιαστικές χορωδίες

(Χαιρετισμοί, Εγκώμια Επιταφίου, νεκρώσιμη ακολουθία). Στην εκπομπή για τα

Ακριτικά Έπη ακούστηκαν ποντιακά ακριτικά. Λυράρηδες από την Κρήτη

παρενεβλήθησαν στον «Ερωτόκριτο» και στη «Βοσκοπούλα», κεφαλονίτικες αριέτες

στον Κατσαΐτη.

Ποσοτικά δεδομένα: Περίπου 300 ώρες κείμενα και μουσική. Μια πλήρης ηχητική

Ανθολογία του ελληνικού Λόγου από τον Όμηρο έως τον Κάλβο (800 π.Χ. – 1826

μ.Χ.) με επιστημονική τεκμηρίωση και έγκυρη ανάγνωση.