Ο Ταγίπ Ερντογάν, πρόεδρος του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης («Λευκό

Κόμμα»), που ήρθε πρώτο στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου στην Τουρκία, θυμώνει

πλέον για το γεγονός ότι το κόμμα του περιγράφεται, όχι μόνο στον τουρκικό

Τύπο, αλλά και τον διεθνή, ως «ισλαμικό».

Το βλέμμα. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κοιτάζει τον Ντενίζ Μπαϊκάλ κατά τη

διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου που έδωσαν χθες

Καταλάβετε, επιτέλους, λέει, ότι είμαστε συντηρητικοί δημοκράτες και προτείνει

να περιγράφεται το «Λευκό Κόμμα» ως «συντηρητικό δημοκρατικό» ή

«μωαμεθανοδημοκρατικό». Το ίδιο θυμώνει και ο Ντενίζ Μπαϊκάλ, όταν τον ρωτούν

τι ακριβώς έχει αλλάξει στην ιδεολογία του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος

(ΛΡΚ) που να εξαλείφει ή, έστω, να αμβλύνει τη σημασία των «έξι βελών» του

εμβλήματός του, που συμβολίζουν τις αρχές του κόμματος από το 1923 που

ιδρύθηκε: ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία, λαϊκισμός – σε αντίθεση προς τη

θεοκρατία -, κοινωνική δικαιοσύνη, κρατισμός και εθνικισμός. «Πώς», εξηγεί

αντιδρώντας, «έχουμε δίπλα μας τον Κεμάλ Ντερβίς, που εκπροσωπεί τον

φιλελευθερισμό, και δεν έχουμε τώρα τις αντιδράσεις που είχαμε παλαιότερα στις

ιδιωτικοποιήσεις».

Δεν διακατέχονται, λοιπόν, πλέον, αμφότερα τα κόμματα από την αντίληψη της

πολιτικής γραμμής από την οποία προέρχονται;

Ο Τζενγκίζ Τσαντάρ, αρθρογράφος της φιλοϊσλαμικής εφημερίδας «Γιενί Σαφάκ»,

υποστηρίζει ότι η στρατηγική του «Λευκού Κόμματος» εξακολουθεί να καθορίζεται

από μια διοικούσα επιτροπή, όλα τα μέλη της οποίας προέρχονται από τον σκληρό

πυρήνα του Κόμματος Ευημερίας (του Νετζμετίν Ερμπακάν). «Ο Ερντογάν», λέει ο

Τσαντάρ, «θα επιτύχει, αν καταφέρει να διευρύνει αυτή την επιτροπή» και

προσθέτει ευφυολογώντας ότι «τα ονόματα των επτά μελών της αρχίζουν με

«Αμπντούλ» (=πρώτο συνθετικό ονομάτων που σημαίνει «δούλος του Θεού»)!».

Το ΛΡΚ, από την άλλη πλευρά, παραμένει στη συνείδηση της τουρκικής κοινωνίας

συνυφασμένο με το κράτος και το ξύλο του χωροφύλακα. Το μονοκομματικό καθεστώς

του ΛΡΚ πήρε τέλος με την υιοθέτηση του πολυκομματικού καθεστώτος το 1950.

Έκτοτε, το κόμμα αυτό δεν κέρδισε ποτέ σε εκλογές, με εξαίρεση τις εκλογές του

1973, που βγήκε, υπό τον Μπουλέντ Ετζεβίτ, πρώτο κόμμα, αλλά μπόρεσε να

σχηματίσει κυβέρνηση σε συνασπισμό με το Κόμμα Εθνικής Σωτηρίας (Ερμπακάν).

Τότε, έγινε η εισβολή στην Κύπρο.

Ο Άντριου Νταφ, μέλος της Μεικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Ευρωπαϊκής

Ένωσης-Τουρκίας, σε άρθρο του με τίτλο «Εμπρός Τουρκία – Εμπρός Βρυξέλλες»,

που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Ραντικάλ» στις 3 Νοεμβρίου, απαριθμούσε, με

τρόπο ευπροσήγορο, λίγα από τα πράγματα που πρέπει να γίνουν στην Τουρκία ώστε

να γίνει υποψήφιο μέλος: «Να είναι τα πολιτικά κόμματα πιο κοντά στον λαό και

να έχουν μεγαλύτερο σεβασμό στη δημοκρατία, να τεθεί υπό έλεγχο η διαφθορά, να

εξασφαλισθεί ώστε ο στρατός να είναι υπηρέτης και όχι ο αφέντης της κοινωνίας,

η πολιτική να ασκεί λιγότερη επίδραση στο σύστημα της Δικαιοσύνης, τα τουρκικά

Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης να επηρεάζονται λιγότερο από το κράτος, να πιστέψει ο

κάθε Τούρκος πολίτης στα θεμελιώδη δικαιώματα που εξασφαλίζονται από το

Σύνταγμα…».

Ο Ταγίπ Ερντογάν επιζητεί διακαώς την ένταξη στην Ε.Ε., γιατί μόνο με την

εδραίωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών που απαιτεί η Ε.Ε. θα έχει

τη δυνατότητα να δράσει ως πολιτικός αρχηγός και να λειτουργήσει το κόμμα του,

που αντιμετωπίζει τον κίνδυνο απαγόρευσης, ως νόμιμο κόμμα στην Τουρκία. Ο

Ντενίζ Μπαϊκάλ δεν έχει ανάγκη νομιμοποίησης στο εσωτερικό, αλλά, τώρα, πρέπει

να πείσει ότι ένα μέρος τουλάχιστον των έξι βελών είναι πλέον ανίσχυρο.

«Μετασεισμικές δονήσεις»

Ο Τζενγκίζ Τσαντάρ μού είπε επίσης ότι «η 3η Νοεμβρίου 2002 ήταν η ισχυρότερη

πολιτική σεισμική δόνηση στην πρόσφατη ιστορία της Τουρκίας. Περιμένετε να

δείτε τι άλλες μετασεισμικές δονήσεις θα ακολουθήσουν!». Και δεν εννοούσε μόνο

την εκλογική νίκη ενός κόμματος που αποτελεί «κόκκινο πανί» για τα πολιτικά

κέντρα του συστήματος, αλλά, νομίζω, κυρίως, την ενδεχόμενη – και ποθούμενη –

ανακατάταξη όλου του συστήματος.