Ο εφιάλτης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης χτυπά την Ευρώπη. Περίπου 2.653

πρόωροι θάνατοι τον χρόνο θα μπορούσαν να προληφθούν, αν μειώνονταν τα επίπεδα

των αιωρούμενων σωματιδίων στην ατμόσφαιρα!

Τα αποτελέσματα της έρευνας έρχονται μόλις ενάμιση χρόνο μετά την έναρξη

μέτρησης των αιωρούμενων σωματιδίων (ΡΜ10) και στην ελληνική ατμόσφαιρα.

Σύμφωνα με έρευνα του δικτύου πληροφόρησης για την Ατμοσφαιρική Ρύπανση και

την Υγεία (Apheis), περισσότεροι από 2.500 άνθρωποι δεν θα πέθαιναν πρόωρα

κάθε χρόνο, καθώς, όπως υποστηρίζουν οι επιστήμονες, οι θάνατοι μπορεί να μην

οφείλονται εξ ολοκλήρου στα αιωρούμενα σωματίδια, εντούτοις η ατμοσφαιρική

ρύπανση επιδεινώνει δραματικά την κατάσταση της υγείας τους.

Όμως, αν ίσχυαν από σήμερα τα όρια για τα αιρούμενα σωματίδια που έχει ορίσει

η Ευρωπαϊκή Ένωση για το 2005 και τα οποία προβλέπουν τη μείωση των εκπομπών

σε 40 χιλιογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο (mg/m3) τον χρόνο, τότε το κόστος σε

ανθρώπινες ζωές θα ήταν σημαντικά μικρότερο. Και τα αποτελέσματα γίνονται

ακόμη πιο τραγικά, καθώς – όπως αναφέρεται – αν το όριο άγγιζε τα 20 mg/m3,

τότε τουλάχιστον 11.855 άνθρωποι θα μπορούσαν να αποφύγουν το μοιραίο.

Η μεγάλη απειλή

Η έρευνα αφορούσε τις συνθήκες ρύπανσης σε 26 ευρωπαϊκές πόλεις μεταξύ των

οποίων και την Αθήνα. «Η ατμοσφαιρική ρύπανση εξακολουθεί να αποτελεί

σημαντική απειλή για τη δημόσια υγεία στις μεγάλες πόλεις της Ευρώπης»,

σημειώνεται στην μελέτη της Apheis.

«Ακόμη και η ελάχιστη μείωση, η οποία είναι σήμερα εφικτή, θα είχε ευεργετικές

συνέπειες στη δημόσια υγεία. Μόνο αυτό δικαιολογεί απόλυτα τη λήψη προληπτικών

μέτρων, που θα πρέπει να γίνει από τις ευρωπαϊκές πόλεις, ανεξάρτητα από το

πόσο χαμηλά κυμαίνονται τα επίπεδα ρύπανσης», σημειώνει στο ειδησεογραφικό

πρακτορείο BBC, η δρ Σύλβια Μεντίνα, μέλος του Apheis.

Τα επίπεδα των αιωρούμενων σωματιδίων και του καπνού, που ευθύνονται κυρίως

για τους θανάτους, ποικίλλουν ανάμεσα στις 26 πόλεις. Ο ετήσιος μέσος όρος για

τα αιωρούμενα σωματίδια κυμαίνεται από 14 έως και 73 χιλιογραμμάρια ανά κυβικό

μέτρο, ενώ τα αντίστοιχα επίπεδα για τον καπνό βρίσκονται μεταξύ 8 και 66

χιλιογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο.

Ανησυχητική η κατάσταση και στην Αθήνα

Τον θάνατο από 11 έως και 14,4 ανθρώπων ανά 100.000 κατοίκους του

Λεκανοπεδίου, θα μπορούσαμε να αποφύγουμε, αν τα επίπεδα του καπνού (όπου

περιέχονται και αιωρούμενα σωματίδια) στην Αθήνα συγκρατούνταν καθημερινά έως

τα 50 μg/m3 (μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο).

Τα στοιχεία για το κλεινόν άστυ προέρχονται από έρευνα του 1996 που είχε

πραγματοποιήσει η καθηγήτρια της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, κ. Κλέα

Κατσουγιάννη μαζί με ομάδα ερευνητών. Σύμφωνα με τα στοιχεία των δύο σταθμών

μέτρησης στον Πειραιά και την οδό Πατησίων, 235 ημέρες το 1996, τα επίπεδα του

καπνού είχαν ξεπεράσει τα 50 μg/m3, ενώ η υπέρβαση των 20 μg/m3 έφτανε τις 361

μέρες, δηλαδή σχεδόν όλο το χρόνο, με μέση ημερήσια τιμή τα 65,9 μg/m3.

Στη μελέτη της κ. Κατσουγιάννη αποδεικνύεται, όπως άλλωστε και στην έρευνα της

Apheis, πως ακόμη κι αν η ημερήσια μείωση ήταν μόλις 5 μg/m3 θα μπορούσαν να

σωθούν από 2,6 έως και 3,7 άνθρωποι ανά 100.000 κατοίκους. Υπεύθυνα για το 64%

των εκπεμπόμενων ρύπων καπνού, είχαν θεωρηθεί τότε τα οχήματα που κινούνταν με

πετρέλαιο ντίζελ (ταξί, φορτηγά και πολλά λεωφορεία τότε), ενώ μόλις το 19%

και το 14% οφειλόταν στη βιομηχανία και τη θέρμανση αντίστοιχα.

Όπως είχαν δημοσιεύσει άλλωστε «ΤΑ ΝΕΑ» (14-3-2002), έξι χρόνια μετά, η

κατάσταση με τα αιωρούμενα σωματίδια παραμένει ανησυχητική στη χώρα μας, καθώς

οι κρυφές μετρήσεις του ΥΠΕΧΩΔΕ έδειχναν υπέρβαση του ευρωπαϊκού ετήσιου μέσου

όρου αιωρούμενων σωματιδίων. Τα επίπεδα των σωματιδίων έφταναν ακόμη και τα 80

μg/m3 (στον Πειραιά), τη στιγμή που και η Ελλάδα θα υποχρεωθεί το 2005 να

μειώσει τον αριθμό αυτό σε 40 μg/m3.

Σταυροδρόμι ρύπων η Ελλάδα

Σταυροδρόμι… ρύπων, που προέρχονται από τις χώρες της Ευρώπης και την Αφρική

ανάλογα με την κατεύθυνση των αέριων μαζών, γίνεται καθημερινά η Ελλάδα. Οι

«εισαγόμενοι» ρύποι μένουν πάνω από τη χώρα μας και, όπως σημειώνουν

επιστήμονες, επιβαρύνουν σημαντικά την ατμόσφαιρα.

Αιωρούμενα σωματίδια, μονοξείδιο του άνθρακα, οξείδια του αζώτου και

υδρογονάνθρακες είναι τα βασικά στοιχεία της διασυνοριακής ρύπανσης, την οποία

«εισάγει» η Ελλάδα, κυρίως, από την Ευρώπη. «Η Νοτιοανατολική Ευρώπη, όπου

βρίσκεται και η Ελλάδα, έχει ιδιαίτερα υψηλό υπόβαθρο όζοντος, από τα

υψηλότερα στον κόσμο», σημειώνει ο κ. Χρήστος Ζερεφός, καθηγητής Φυσικής της

Ατμόσφαιρας και Κλιματολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. «Τα δύο τρίτα του

υποβάθρου αυτού προέρχονται από εισαγόμενο νέφος, που φτάνει από τις χώρες της

Βορειοδυτικής και Κεντρικής Ευρώπης».

«Ακόμη και αν στη χώρα μας καταφέρναμε να μειώσουμε τις εγχώριες

δραστηριότητες στα μισά, θα είχαμε μόλις 15% πτώση στις τιμές των

συγκεκριμένων αερίων. Και αυτό, γιατί οι εισαγωγές είναι ιδιαίτερα υψηλές»,

εξηγεί ο κ. Ζερεφός.

Από Ανατολική Ευρώπη

Δεν είναι, όμως, μόνο το νέφος που εισάγει η Ελλάδα. Σε ερευνητικό πρόγραμμα,

το οποίο πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι του 2001 στην Κρήτη, διαπιστώθηκε ότι η

χώρα μας εισάγει και μονοξείδιο του άνθρακα. «Όταν τα νέφη που υπήρχαν πάνω

από την Κρήτη διαλύονταν και έβγαινε ο ήλιος θα περιμέναμε μείωση του

μονοξειδίου του άνθρακα, λόγω της οξείδωσης με το φως», λέει ο κ. Χρήστος

Γιαννακόπουλος, ερευνητής στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών. «Αντίθετα,

παρατηρούσαμε αύξηση των τιμών. Γεγονός που σημαίνει ότι είχαμε εισαγωγή

ρύπων, κυρίως, από την Ανατολική Ευρώπη». Παράλληλα, τα αιωρούμενα σωματίδια,

υπό μορφή σκόνης, που φτάνουν από τη Σαχάρα, αποτελούν έναν ακόμη εισαγόμενο

ρύπο, κάθε φορά που ο άνεμος έχει νότια διεύθυνση.