Στα «ΝΕΑ» του Σαββάτου ο κ. Λαλιώτης – στη βάση πια και των αποτελεσμάτων των

δημοτικών εκλογών – επανέρχεται στο θέμα της Κεντροαριστεράς, απευθυνόμενος

κατά κύριο λόγο προς τον ΣΥΝ. Είναι φανερό ότι το θέμα αυτό θα αποτελέσει εν

όψει των βουλευτικών εκλογών βασικό μοτίβο των πολιτικών συζητήσεων και

αντιπαραθέσεων και γι’ αυτό είναι ανάγκη να τοποθετηθεί στις πραγματικές του

διαστάσεις.

Το πρώτο σημείο στο οποίο πρέπει κανείς να σταθεί είναι τα δεδομένα που

προέκυψαν από τις δημοτικές εκλογές.

Οι δημοτικές εκλογές, λοιπόν, απέδειξαν:

– Το προβάδισμα της Ν.Δ. έναντι του ΠΑΣΟΚ.

– Την ανθεκτικότητα, αλλά – προς έκπληξη και λύπη πολλών – και τις δυνατότητες

ανόδου του ΣΥΝ.

– Την πιθανότητα εμφάνισης ακροδεξιού κόμματος.

– Την καθήλωση του ΚΚΕ.

– Την κρίση του ΔΗΚΚΙ.

Αυτά τα δεδομένα αποτελούν πια τη βάση για τη χάραξη της στρατηγικής όλων των

κομμάτων εν όψει των βουλευτικών εκλογών.

Το δεύτερο και καθοριστικό σημείο που πρέπει να σταθούμε είναι ο εκλογικός

νόμος.

Οι βουλευτικές εκλογές θα γίνουν με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, δεδομένου ότι

το ΠΑΣΟΚ αρνήθηκε την πρόταση του ΣΥΝ για την αλλαγή του πριν από την

αναθεώρηση του Συντάγματος.

Έτσι, το πρώτο κόμμα θα εξασφαλίσει κοινοβουλευτική αυτοδυναμία και θα

συγκροτήσει μονοκομματική κυβέρνηση.

Στη βάση λοιπόν των δεδομένων που αποκάλυψαν οι δημοτικές εκλογές και στη βάση

του εκλογικού νόμου με τον οποίο θα διεξαχθούν οι εκλογές, το ΠΑΣΟΚ αναζητεί

τρόπους για να ανατρέψει την εις βάρος του διαφορά από τη Ν.Δ. και να έρθει

ξανά πρώτο κόμμα.

Η απλή αλήθεια είναι αυτή.

Και αυτή η απλή αλήθεια καθοδηγεί τις αναζητήσεις και τις σκέψεις του.

Σύμφωνα λοιπόν με τα δεδομένα που κατέγραψαν οι δημοτικές εκλογές, το ΠΑΣΟΚ θα

επιδιώξει:

α) Να μειώσει το ποσοστό της Ν.Δ., ενθαρρύνοντας την εμφάνιση ενός μικρού

ακροδεξιού κόμματος.

β) Να περιορίσει την εκλογική απήχηση του ΣΥΝ, του ΔΗΚΚΙ και του ΚΚΕ.

Ιδιαίτερα δε το απασχολεί ο ΣΥΝ, δεδομένου ότι ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και στον ΣΥΝ

υπάρχει ένας χώρος που σε κάθε εκλογές αποτελεί πεδίο διεκδίκησης και

ανταγωνισμού.

Ο ΣΥΝ, από τη δική του πλευρά, έχει πλήρη συνείδηση ότι τα ανοίγματα του ΠΑΣΟΚ

και οι προτάσεις διαλόγου, και ενδέχεται να φθάσουν και μέχρι του σημείου

προτάσεων για προεκλογική συνεργασία, αποτελούν συστατικά στοιχεία της

στρατηγικής τού ΠΑΣΟΚ μέχρι τις εκλογές.

Μιας στρατηγικής όμως που στόχο έχει τη νίκη του ΠΑΣΟΚ.

Βεβαίως, η αποκάλυψη αυτής της στρατηγικής δεν είναι αρκετή.

Κατά την εκτίμησή μου, ο ΣΥΝ στο έδαφος αυτής της συζήτησης μπορεί να

αποδείξει και να πείσει ότι το ΠΑΣΟΚ με την πολιτική που ακολουθεί ως

κυβέρνηση, με την έλλειψη κουλτούρας συνεργασιών που το διακρίνει και με τον

ηθικό εκφυλισμό κάθε απόπειρας σοβαρής συζήτησης για συνεργασίες, είναι αυτό

που υπονομεύει στην Ελλάδα τις δυνατότητες για να διαμορφωθεί αυτό το

πολυκομματικό προοδευτικό ρεύμα, για το οποίο μιλάει ο κ. Λαλιώτης. Και κατ’

αυτόν τον τρόπο, να ακυρώσει όλους τους σχεδιασμούς τού ΠΑΣΟΚ.

Ακύρωση που είναι αναγκαία προκειμένου να υποχρεωθεί το ΠΑΣΟΚ κάποια στιγμή να

φύγει από το έδαφος του προεκλογικού τακτικισμού και να αντιμετωπίσει το θέμα

σοβαρά και στην ουσία του.

Για να είμαστε λοιπόν σαφείς:

α) Τον ΣΥΝ δεν τον απασχολεί κανένα θέμα προεκλογικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ,

ούτε βεβαίως τον απασχολεί η υπουργοποίηση στελεχών του, όπως αναφέρεται σε

κυριακάτικα δημοσιεύματα.

Εμείς όταν μιλάμε για κυβερνήσεις συνεργασίας, μιλάμε για ένα διαφορετικό

σύστημα διακυβέρνησης που θα σπάει το μονοπώλιο της εξουσίας και θα

εξασφαλίζει δυνατότητες ελέγχων.

Μιλάμε για συνεργασίες διαφορετικών, ανεξάρτητων και φερέγγυων κομμάτων που

διαθέτουν λαϊκή εντολή στη βάση του προγράμματός τους.

Μιλάμε για συνεργασίες υπό τον όρο ότι κανείς δεν θα διαθέτει αυτοδυναμία και

άρα θα είναι ανεξέλεγκτος. Και επίσης μιλάμε για κυβερνήσεις συνεργασίας που

θα εφαρμόζουν διαφορετική πολιτική από τη σημερινή.

Όλα τα άλλα αφορούν θεσιθήρες και το φαινόμενο αυτό το ΠΑΣΟΚ το καλλιέργησε

κατά κόρον. Ευτυχώς, βέβαια, ο ελληνικός λαός στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές

έδειξε πώς αντιμετωπίζει αυτά τα μηνύματα.

β) Ο ΣΥΝ είχε προτείνει έγκαιρα την αλλαγή του εκλογικού νόμου, αλλά το ΠΑΣΟΚ

την απέρριψε. Γι’ αυτό δεν υπάρχει καμία απολύτως δικαιολογία. Ούτε βεβαίως

λύνει το πρόβλημα η αλλαγή τώρα. Ο εκλογικός νόμος, έστω και τώρα, πρέπει να

αλλάξει για να διαμορφωθούν νέες δυνατότητες για τις άλλες εκλογές. Τώρα όμως

μιλάμε γι’ αυτές που έχουμε μπροστά μας.

γ) Ο ΣΥΝ επιδιώκει τον προγραμματικό διάλογο και θεωρεί απαραίτητη προϋπόθεση

των όποιων συνεργασιών τις προγραμματικές συγκλίσεις.

Όμως μέχρι στιγμής το δεδομένο που έχουμε είναι ότι όλες οι προτάσεις που

έχουμε καταθέσει έχουν απορριφθεί από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.

Εάν υπάρχει κάποιος που πρέπει να αποδείξει ότι ενδιαφέρεται να έχει τον

παραμικρό διάλογο με άλλες δυνάμεις, αυτός είναι το ΠΑΣΟΚ.

δ) Τέλος, ο ΣΥΝ καταλογίζει στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ότι ακολουθεί μια

πολιτική που στα κρίσιμα ζητήματα δεν ξεφεύγει από τα όρια της νεοφιλελεύθερης

αντίληψης.

Βεβαίως έχουμε συνείδηση των δυσκολιών που συνεπάγεται το ευρωπαϊκό και

ευρύτερο διεθνές πλαίσιο. Όμως και η ευρωπαϊκή εμπειρία διδάσκει ότι αυτό που

σήμερα έχει ενδιαφέρον είναι η αναζήτηση πολιτικών που θα ξεφεύγουν από το

πλαίσιο αυτό.

Για μας αυτή η προοπτική είναι η μόνη προοπτική που έχει ενδιαφέρον.

Ο Στέργιος Πιτσιόρλας είναι συντονιστής μεταξύ της Πολιτικής Γραμματείας

και της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΝ.