Φανταστείτε, αν μπορείτε, ένα σκάνδαλο σαν και αυτό που σαρώνει τον

αμερικανικό επιχειρηματικό κόσμο, να ξεσπάει στην οικονομία μιας γνήσιας

σοσιαλδημοκρατικής χώρας. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς κάτι τέτοιο,

τουλάχιστον στην κλίμακα της απάτης στην οποία εμπλέκονται έξι από τις

μεγαλύτερες αμερικανικές επιχειρήσεις, οι οποίες τώρα έχουν μπει κάτω από το

μικροσκόπιο των αρμοδίων αρχών. Όμως ας υποθέσουμε ότι, πριν από δέκα χρόνια,

το σουηδικό κοινωνικό ταμείο, με το οποίο τα συνδικάτα της χώρας βοηθούσαν

στις χρηματοδοτούμενες από τα φορολογικά έσοδα επενδύσεις σε κοινωνικά

προγράμματα, είχε κατηγορηθεί για πλαστούς ισολογισμούς και για ποσά που

τσέπωναν οι διευθυντές του. Μπορούμε να φανταστούμε τις αντιδράσεις. Το

σκάνδαλο θα είχε καταγγελθεί όχι σαν μια παρεκτροπή, αλλά σαν αποτέλεσμα της

εγγενούς αδυναμίας του σοσιαλισμού. Θα μας έλεγαν πως δεν μπορεί να περιμένει

κανείς τίποτα καλύτερο από ένα σύστημα το οποίο διαταράσσει την ισορροπία της

ελεύθερης αγοράς.

Μη μου πείτε πως μια οικονομία που διευθύνεται από κομισάριους είναι

ασυμβίβαστη τόσο με τη δημοκρατία όσο και με την ευημερία. Γιατί αυτό το

ξέρουμε ήδη. Ξέρουμε, όμως, επίσης, πως αν χειριστούμε την εναλλακτική λύση

της ελεύθερης αγοράς, όπως τη χειρίζεται ο πρόεδρος Μπους, δεν θα

αντιμετωπίσουμε ποτέ τις εγγενείς αδυναμίες της.

Παρ’ όλα αυτά, οι σοσιαλδημοκράτες ηγέτες παραμένουν απελπιστικά σιωπηλοί.

Ίσως τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά, αν ο 92χρονος Γκαλμπρέιθ έβγαινε από το

ησυχαστήριό του στη Μασουχουσέτη για να κατακεραυνώσει τις αμαρτωλές δυνάμεις.

Πάντως, κάποιος που θα είχε το ταλέντο να καταπιαστεί με την εξερεύνηση των

θεμελιωδών αδυναμιών του καπιταλισμού, θα έπρεπε να αρχίσει με την οικονομική

καταστροφή της Σουηδίας, όπου το εθνικό εισόδημα μειώθηκε δύο χρόνια συνέχεια.

Αυτό συνέβη όταν οι υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς έγιναν κυβέρνηση. Και

πέρασε μάλλον απαρατήρητο. Γιατί οι σοσιαλδημοκράτες δεν έχουν την απαιτούμενη

αυτοπεποίθηση για να κατακεραυνώσουν τους ευάλωτους αντιπάλους τους;

Το άρθρο του Roy Hattersley δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Guardian»