Ραμάλα. Στρατιώτης ξεκουράζεται περιμένοντας εντολές

Ο γκρίζος καπνός ανέβηκε πάνω από το αρχηγείο του Αραφάτ, ξεπέρασε δύο

μιναρέδες και χάθηκε στον ουρανό. «Μάλλον θα τινάχτηκε στον αέρα», είπε

περιφρονητικά ένας Ισραηλινός στρατιώτης. «Ο τύπος είναι τελειωμένος».

Καθόμασταν στην άκρη του εβραϊκού οικισμού Πσαγκότ, 400 μόλις μέτρα από τα

πρώτα σπίτια της Ραμάλα, περικυκλωμένοι από άρματα μάχης Μέρκαβα,

τεθωρακισμένα οχήματα, τζιπ και εκατοντάδες εφέδρους που έσερναν κουβέρτες,

στρώματα και όπλα από φορτηγά. «Είναι ηλίθιοι αυτοί εκεί κάτω», είπε ο

στρατιώτης. «Θα έπρεπε να ξέρουν ότι η τρομοκρατία τους τελείωσε. Δεν θα

γυρίσουμε ποτέ στα σύνορα του ’67. Έτσι κι αλλιώς, αυτοί θέλουν το Τελ Αβίβ».

Καθώς εξερράγη μια οβίδα στην άλλη άκρη της πόλης, πλησίασα λίγο περισσότερο,

και συνάντησα ένα νεαρό Ισραηλινό στρατιώτη που έτρωγε ψωμί με σαλάμι. «Θέλω

να πάω σπίτι», μου είπε, «αυτό λέει η μητέρα μου». Θα ‘ταν δε θα ‘ταν είκοσι

χρονών. Πιο πέρα είδα ένα ζευγάρι εποίκων που πρόσφερε ζεστό φαΐ και καφέ

στους εφέδρους. «Η κόρη μου είναι στο Κέμπριτζ», μου είπε χαμογελώντας η

γυναίκα. «Μελετά την ιστορία των Σταυροφοριών». Αιματηρή ιστορία, παρατήρησα.

Ο άνδρας συμφώνησε. Έτσι είναι οι θρησκευτικοί πόλεμοι.

Τότε είδα τους τέσσερις Παλαιστινίους. Οι τρεις ήταν γονατισμένοι μπροστά σε

μια ομάδα Ισραηλινών αξιωματικών, με τα μάτια και τα χέρια τους δεμένα. Οι

Ισραηλινοί τούς μιλούσαν ήρεμα, ένας απ’ αυτούς στεκόταν στο ένα γόνατο σαν να

βρισκόταν μπροστά σε βωμό. Ύστερα είδα και τον τέταρτο Παλαιστίνιο, έναν

μεσήλικο, δεμένο σαν κοτόπουλο, ριγμένο στο γρασίδι, ανάμεσα στα λουλούδια.

«Όλοι λένε ότι δεν έκαναν τίποτα, ότι είναι αθώοι, ότι απλώς μπήκαμε στα

σπίτια τους και τους πήραμε», αναστέναξε ένας από τους στρατιώτες. «Αυτό

λένε». Ανέφερα το περιστατικό στους εποίκους, κι ύστερα στον νεαρό στρατιώτη.

Δεν βρήκαν τίποτα το περίεργο. Στον δικό τους «πόλεμο κατά του τρόμου», οι

άνθρωποι αυτοί είναι «τρομοκράτες». Όπως είπε ένας άλλος στρατιώτης που έτρωγε

φασόλια, «όλοι εκεί κάτω είναι τρομοκράτες».

Επιστρέφοντας στην Ιερουσαλήμ, σταμάτησα να αγοράσω ψωμί και σοκολάτα σε ένα

παλαιστινιακό μπακάλικο. Οι πελάτες – άνδρες στην πλειονότητά τους –

παρακολουθούσαν τηλεόραση. «Ο απολογισμός μέχρι στιγμής είναι 14 νεκροί», είπε

ο εκφωνητής, ενώ η τηλεόραση έδειχνε τη σκεπή του εστιατορίου της Χάιφα που

είχε ανατινάξει ένας καμικάζι. Ένα παιδί κούνησε το κεφάλι του αναστατωμένο,

και ένας ηλικιωμένος τού είπε: «Έτσι πρέπει να γίνει». Και τότε σκέφτηκα την

κοπέλα στο Κέμπριτζ που μελετά τις Σταυροφορίες, και πόσο αιματηρή υπόθεση

συμφωνήσαμε ότι είναι. Οι θρησκευτικοί πόλεμοι είναι εν τέλει οι αιματηρότεροι

απ’ όλους.