Το ευρώ είναι λοιπόν επιτέλους εδώ, και η Βρετανία δεν συμμετέχει. Εθνική

τραγωδία, λένε υποστηρικτές του «εγχειρήματος», μια γκάφα τόσο προφανής όσο η

άρνηση συμμετοχής στην κοινή αγορά το 1956. Η κυβέρνηση θα πρέπει να

αποφασίσει προετοιμασία για δημοψήφισμα, ώστε να αποτελέσουμε το 13ο μέλος

ενός κλαμπ που φέρνει πραγματικά οφέλη στους συμμετέχοντες.

Τρεις είναι οι ισχυρισμοί που κυριαρχούν. Σύμφωνα με τον πρώτο, το ενιαίο

νόμισμα θα καταστήσει την Ευρώπη ικανή να σταθεί απέναντι στην προωθούμενη από

τις ΗΠΑ παγκοσμιοποίηση. Αν το ευρώ μπορούσε να ενισχύσει τις άμυνες του

κοινωνικού μοντέλου της Ευρώπης, τότε αυτό θα αποτελούσε πράγματι βάσιμο λόγο

να υποστηριχθεί. Όμως σκεφθείτε. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θεωρεί το ευρώ

ένα «λιπαντικό» για τη διαρθρωτική αναδιοργάνωση της Ευρώπης στο αγγλοσαξονικό

πρότυπο. Από τη δεκαετία του 1940, η Ουάσιγκτον ήθελε πάντα τη νομισματική

ένωση της Ευρώπης. Οι Εργατικοί έγιναν πιο ενθουσιώδεις με την ιδέα, καθώς η

ερωτική τους σχέση με τις μεγάλες επιχειρήσεις και την ελεύθερη αγορά

ευδοκιμούσε.

Σύμφωνα με τον δεύτερο ισχυρισμό, η νομισματική ένωση είναι απαραίτητη για την

ολοκλήρωση της κοινής αγοράς, που θα επιτρέψει στον ευρωπαϊκό καπιταλισμό να

ανταποκριθεί επαρκώς, φέρνοντας μεγαλύτερη ανάπτυξη και χαμηλότερες τιμές.

Ένας προσεκτικός αναγνώστης αναμφίβολα θα παρατηρούσε ότι προκύπτει αντίθεση

με τον πρώτο ισχυρισμό. Αυτό όμως είναι το λιγότερο. Μέχρι τώρα, το ευρώ όχι

μόνο δεν συναγωνίστηκε το δολάριο, αλλά έχασε από την αξία του ποσοστό που

υπερβαίνει το 20%.

Ο τρίτος ισχυρισμός είναι ότι η ζωή θα είναι κρύα εκεί έξω. Αν και θα ήταν

λάθος να πούμε ότι η Βρετανία διέπεται από οικονομική νιρβάνα, η ευρωζώνη

αποδεικνύει ότι το μέγεθος δεν μετράει και τόσο. Το κλίμα στη «ζωή εκτός» ήταν

πιο θερμό από τη «ζωή εντός». Από τη Μαύρη Τετάρτη, η Βρετανία έχει απολαύσει

8 χρόνια συνεχούς ανάπτυξης ­ 3% κατά μέσον όρο ­τη διπλάσια απ’ ό,τι η

Γερμανία. Η ανεργία εδώ έχει φθάσει στο χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας

25ετίας, ο πληθωρισμός και τα επιτόκια είναι επίσης τα πιο χαμηλά από το 1963.

Ισχυρότερη οικονομία σημαίνει όμως περισσότερα χρήματα για την υγεία και την

παιδεία.

Ο Larry Elliott είναι επικεφαλής του τμήματος Οικονομικών της εφημερίδας «Guardian».