Οι σχέσεις Κύπρου – Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκονται στο μεταίχμιο.

Αναμενόμενα θα αντιμετωπίσουμε στρατιωτικούς εκβιασμούς και αναρίθμητες

διπλωματικές παγίδες. Συντομογραφικά, θα αναφερθώ στις βασικές πτυχές του

ζητήματος σε αναφορά με τους πρόσφατους ελιγμούς της Άγκυρας και του Ραούφ Ντενκτάς.

Καταρχάς είναι κρίσιμο να κατανοηθεί πως η στρατηγική που πολλοί υποστηρίξαμε

πριν από μία, περίπου, δεκαετία και που τελικά υιοθετήθηκε από Αθήνα και

Λευκωσία, είναι διττού χαρακτήρα: Κατά πρώτον, υποβολή αίτησης ένταξης,

διαπραγματεύσεις με κύριο σκοπό τη σταδιακή εμπλοκή όλων των συντελεστών της

Ε.Ε. στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού, εμφύτευση έτσι των κοινοτικών

αρχών (ελευθερία κυκλοφορίας ατόμων, κεφαλαίου, υπηρεσιών και αγαθών) στις

διαπραγματεύσεις επίλυσης του Κυπριακού και έλξη των Τουρκοκυπρίων σε μια

κοινή (για όλους τους Κυπρίους) ευρωπαϊκή προοπτική. Εκπλήρωση αυτών των

στόχων, υποστηριζόταν εξαρχής, θα ενθάρρυνε πολλούς Τούρκους να κατανοήσουν

πως η τουρκική επιδίωξη «στρατηγικής καταβρόχθισης» της Κύπρου είναι

ατελέσφορη και ασύμφορη για τα τουρκικά συμφέροντα. Κατά δεύτερον, παράλληλα

με τις διαδικασίες ένταξης, ενίσχυση της ελληνικής αποτρεπτικής ικανότητας και

στρατιωτικοπολιτική σύζευξη του κυπριακού με το ελλαδικό κράτος (αυτό αργότερα

μονοσήμαντα ονομάστηκε «ενιαίο αμυντικό δόγμα») ούτως ώστε να αποτρέπονται

αποτελεσματικά οι τουρκικές απειλές και να ενισχύεται η διπλωματική μας θέση.

Παρά τις αργοπορίες, το έλλειμμα ορθής αντίληψης των επιλογών και τα «δούρεια

επιχειρήματα» υπέρ των θέσεων του «Άλλου» ­ όταν κάποιοι υποστήριξαν πως

«είναι σοβινιστικό – εθνικιστικό να επιμένουμε σε ένταξη πριν από τη λύση» ­,

οι μέχρι τώρα επιτυχίες δεν είναι αμελητέες. Εν τούτοις, η τελική ένταξη και η

λύση του Κυπριακού δεν προδικάζονται. Κυρίως, υπάρχει κίνδυνος να διαπραχθούν

τρία μοιραία διπλωματικά σφάλματα.

Πρώτο πιθανό σφάλμα: Υιοθέτηση της θέσης πως οι τουρκικές επιδιώξεις αλλάζουν.

Αυτό που αλλάζει, ουσιαστικά, δεν είναι οι τουρκικές επιδιώξεις, αλλά το

κόστος που εμείς οι ίδιοι δημιουργούμε στον τουρκικό επεκτατισμό. Αυτό το

κόστος θα αυξάνει και η τουρκική επιδίωξη «στρατηγικής καταβρόχθισης» της

Κύπρου θα ροκανίζεται όσο εμείς θα επιτυγχάνουμε την άνευ όρων ένταξη της

Κύπρου στην Ε.Ε. και όσο η Ελλάδα θα διατηρεί ισχυρή αποτρεπτική ικανότητα,

που αποφασιστικά και αταλάντευτα θα επεκτείνει και στο κυπριακό κράτος.

Δεύτερο πιθανό σφάλμα: Επηρεασμός μας από λανθασμένες εκτιμήσεις της

ευρωπαϊκής πολιτικής. Μερικοί παραβλέπουν πως βάση συζήτησης στην Ευρώπη

πάντοτε ήταν και συνεχίζουν να είναι τα αλληλεξαρτώμενα εθνικά συμφέροντα υπό

καθεστώς διαρκών διασυνδέσεων και σκληρών διαπραγματεύσεων. Έτσι, η ένταξη της

Κύπρου δεν θα είναι «δώρο», αλλά αποτέλεσμα δύσκολων καταλυτικών διασυνδέσεων

που κυριολεκτικά θα ενσφηνώσουν την Κύπρο στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Εκπλήρωση

του σκοπού αυτού απαιτεί άψογο συντονισμό Λευκωσίας – Αθήνας και άκαμπτη

δέσμευση για την αμυντική κάλυψη της Κύπρου ως απάντηση στους αήθεις

τουρκικούς εκβιασμούς για «άνευ ορίων αντίδραση εάν η Κύπρος τελικά ενταχθεί

στην Ε.Ε.». Τρίτο πιθανό σφάλμα: Να διολισθήσουμε σε συζητήσεις για «λύση πριν

και ένταξη μετά» ή σε άλλα ενδιάμεσα σενάρια που θα ενσπείρουν δεκάδες

διαδικαστικές και διπλωματικές παγίδες, οι οποίες θα παραπέμψουν την κυπριακή

ένταξη στις ελληνικές καλένδες.

Ανεξαρτήτως τού τι κατά καιρούς λέγεται οίκοι, ποτέ δεν είναι δυνατόν η

ελληνική πλευρά να αφήσει στην τύχη τους ενάμισι εκατομμύριο Έλληνες που ζουν

ή έχουν τη βάση τους στην Κύπρο. Γι’ αυτό, το μόνο νοητό «διπλωματικό δόγμα» ­

που παραδόξως συνάδει με τα ελλαδικά, κυπριακά, ευρωπαϊκά και ταυτόχρονα

τουρκικά συμφέροντα ­ είναι το εξής:

1) Το κυρίαρχο και de jure ενιαίο κυπριακό κράτος εντάσσεται στην

ευρωπαϊκή κοινότητα, 2) όποιος (οι Τουρκοκύπριοι) επιθυμεί συμμετοχή

ακολουθεί και 3) όποιος (η Άγκυρα) επιθυμεί να έχει ομαλές σχέσεις με

την Ευρώπη συμφωνεί. Η παραμικρή παρέκκλιση από αυτό το διπλωματικό δόγμα

αποτελεί συνταγή αποτυχίας.

Ο Παναγιώτης Ήφαιστος είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων και Έδρας Jean

Monnet για την Ευρωπαϊκή Πολιτική Ολοκλήρωση στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.