Λεμονής, Κυράστας, Αναστασιάδης. Τρεις από τους 10 Έλληνες προπονητές που

κατευθύνουν τις τύχες ομάδων με υψηλούς στόχους στην Α’ Εθνική

Πριν από μερικά χρόνια ένας Έλληνας προπονητής στον πάγκο μιας ομάδας Α’

Εθνικής ήταν φαινόμενο τόσο σπάνιο όσο το «2» μιας μικρής ομάδας στην έδρα

μιας μεγάλης. Από την απόλυτη κυριαρχία των ξένων προπονητών, που

προσλαμβάνονταν μόνο και μόνο επειδή το επώνυμο τους έληγε σε -ιτς σε -ωφ ή σε

-ου, φτάσαμε σήμερα στην κατάκτηση από τους Έλληνες προπονητές των δέκα από

τους δεκατέσσερις πάγκους της Α’ Εθνικής. Τι είναι αυτό άραγε που οδήγησε τους

προέδρους των ΠΑΕ σε αυτήν τη στροφή και εμπιστεύονται, πλέον, κόουτς από τον

τόπο τους;

ΧΑΜΗΛΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑ

Πρώτα απ’ όλα η ποιότητα των ξένων προπονητών που εργάσθηκαν στην Ελλάδα ήταν

συχνά χαμηλή και αυτό φαινόταν και στο γήπεδο και στη βαθμολογία. Προπονητές

που είχαν πολλά χρόνια να κοουτσάρουν ομάδα, οι οποίοι έφυγαν κακήν κακώς από

την πατρίδα τους ή γυρολόγοι των ευρωπαϊκών γηπέδων και κυρίως σε μικρές

ομάδες ήρθαν με ύφος στην Ελλάδα, κατέκτησαν πολύ ψηλούς μισθούς και

εργάσθηκαν με την αλαζονεία του ανθρώπου που τα ξέρει όλα, ενώ στην ουσία

άφησαν πίσω τους συντρίμμια. Οι πρόεδροι ανακάλυπταν σιγά σιγά ότι ακόμη και

οι αξιόλογοι ξένοι τεχνικοί είχαν πολλά προβλήματα με τους παίκτες των ομάδων

τους, τους χώριζε η διαφορά της γλώσσας με τους συνεργάτες τους και δεν ήξεραν

την ιδιαιτερότητα του ελληνικού πρωταθλήματος. Την ίδια ώρα αυτοί οι

προπονητές είχαν παράλογες απαιτήσεις, ζητούσαν εξωφρενικές αποδοχές και

μεταγραφές που δεν μπορούσε να αντέξει το ταμείο ή έφερναν μαζί τους τους

εκλεκτούς τους ποδοσφαιριστές, συνήθως, συμπατριώτες τους, οι οποίοι έπαιρναν

πολύ περισσότερα, αλλά πρόσφεραν πολύ λιγότερα από τους Έλληνες παίκτες.

ΗΤΑΝ ΛΥΣΗ

Στην αρχή οι Έλληνες προπονητές ήταν μια λύση έκτακτης ανάγκης, όταν οι ξένοι

έβλεπαν την πόρτα της εξόδου. Αργότερα ήταν μια προσωρινή λύση μέχρι να βρεθεί

ο επόμενος ξένος. Με το πέρασμα του χρόνου έδειξαν στους προέδρους ότι δεν

είχαν τίποτα να ζηλέψουν από τους αλλοδαπούς συναδέλφους τους, ζητούσαν

λιγότερα, ήταν ρεαλιστές, μπορούσαν να δεχθούν τα χατίρια των προέδρων. Οι

περισσότεροι Έλληνες τεχνικοί αναδείχθηκαν δουλεύοντας σε μικρότερες

κατηγορίες και σιγά σιγά η στροφή ήταν τόσο μεγάλη που άρχισαν να

προσλαμβάνονται σε μεγάλες ομάδες προπονητές χωρίς δίπλωμα και χωρίς καμία

εμπειρία πάγκου, κυρίως παλαιές δόξες της ομάδας που τους καλούσε.

ΕΠΙΛΟΓΗ-ΕΚΠΛΗΞΗ

Δεν είναι τυχαίο ότι στους δέκα Έλληνες τεχνικούς που ξεκίνησαν στο φετινό

πρωτάθλημα της Α’ Εθνικής οι τέσσερις εργάστηκαν για πρώτη φορά στην κατηγορία

στα μέσα της περυσινής περιόδου. Στον Ολυμπιακό μετά τα αποτυχημένα πειράματα

που ακολούθησαν την αποπομπή Μπάγιεβιτς ο Τάκης Λεμονής ήταν επιλογή-έκπληξη,

αλλά επέζησε μέχρι σήμερα. Στην Ξάνθη ο Νίκος Καραγεωργίου κρίνεται μέχρι

στιγμής επαρκής και συνεχίζει. Στην Πάτρα, ο Νίκος Κουρμπανάς έκανε πέρυσι ένα

πολύ καλό φινάλε και κράτησε την Παναχαϊκή στην κατηγορία. Στην Κρήτη στη σκιά

του Έγκεν Γκέραρντ ο Γιάννης Σαμαράς, σε μια από τις χειρότερες περιόδους στην

ιστορία του ΟΦΗ, έδειξε ότι τα καταφέρνει στα δύσκολα.

Στο φετινό πρωτάθλημα δύο προπονητές είναι ξένοι που πρωτοεμφανίζονται στην

Ελλάδα. Μόνο που, αυτή την φορά, πρόκειται για γνωστά ονόματα του ευρωπαϊκού

ποδοσφαίρου και όχι για το συνηθισμένο «ξένος να είναι και ό,τι να ‘ναι».

Δίπλα στους Σάντος και Μισέλ ο Όλεγκ Μπλαχίν που θεωρείται πια «δικός μας»

έπειτα από τόσα χρόνια παραμονής στην Ελλάδα και ο Ντομίτρου Ντουμιτρίου, ο

οποίος είχε γνωρίσει το πρωτάθλημά μας ως προπονητής της ΑΕΚ για μερικούς

μήνες.

ΙΚΑΝΟΙ

Αρκετοί από τους Έλληνες προπονητές δεν κάθησαν στο πάγκο ούτε γιατί είναι

φθηνοί ούτε γιατί παίρνουν χαρτάκι από τον πρόεδρο. Θεωρούνται εξίσου ικανοί

με έναν σπουδαίο αλλοδαπό τεχνικό και έχουν αποδείξει ότι μπορούν να τα πάνε

περίφημα και στην τακτική του αγώνα και στην ψυχολογική υποστήριξη των

παικτών.

Παράδειγμα, ο Γιάννης Κυράστας που οδηγεί τον Παναθηναϊκό σε μια απόλυτα

πετυχημένη πορεία στο Champions League και η ομάδα του ανακηρύχθηκε από τη

Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του ποδοσφαίρου ως η κορυφαία ομάδα

του κόσμου για το μήνα Σεπτέμβριο. Ο Γιάννης Κυράστας είχε φύγει πριν από έναν

χρόνο από τον Παναθηναϊκό και δεν θα περίμενε κανείς να επιστρέψει τόσο

σύντομα αν οι άνθρωποι της ομάδας δεν είχαν μείνει ευχαριστημένοι από το έργο του.

ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Πιο κοντά στον Έλληνα ποδοσφαιριστή

Αλλά και στον τομέα της ψυχολογίας φαίνεται ότι οι Έλληνες τα καταφέρνουν

καλύτερα. Έχουν τον τρόπο να γίνονται φίλοι με τους ποδοσφαιριστές, ακόμη και

με τις βεντέτες. Με σπάνιες εξαιρέσεις, βέβαια, όπως είναι ο Άγγελος

Αναστασιάδης σε ό,τι αφορά τους αλλοδαπούς ποδοσφαιριστές και ο απρόβλεπτος

Νίκος Αλέφαντος. Ο ιδιόρρυθμος τεχνικός είναι ο μακροβιότερος εν ενεργεία

προπονητής στην Α’ Εθνική, με παρουσία στους πάγκους από τη δεκαετία του ’70,

ενώ αδιάκοπη παρουσία έχει επί δεκατρία χρόνια ο Έλληνας, πλέον, Ντούσαν

Μπάγιεβιτς, στο τιμόνι τριών ελληνικών ομάδων.

Ίσως το μόνο ατού των ξένων προπονητών όταν πρόκειται για μεγάλα ονόματα είναι

οι πολύ στενές σχέσεις που διατηρούν με μάνατζερ και σπουδαίους ξένους

ποδοσφαιριστές, τους οποίους μπορούν να πείσουν να συνεχίσουν την καριέρα τους

στο φτωχό ελληνικό πρωτάθλημα. Αλλά για να το εκμεταλλευθούν αυτό οι ομάδες

πρέπει να βάλουν το χέρι βαθιά στη τσέπη και για να αποκτήσουν τους παίκτες

και για να μισθοδοτήσουν το πολυάριθμο τεχνικό τιμ του ξένου προπονητή.