Μοτσούκου Πίκου. Ο αντιπρόεδρος του Παναφρικανικού Κογκρέσου σε μια

συγκέντρωση εναντίον της διάσκεψης κατά του ρατσισμού

Όταν ξεκίνησα για την παγκόσμια διάσκεψη κατά του ρατσισμού στο Ντέρμπαν της

Νότιας Αφρικής εκπροσωπώντας την Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του

Ανθρώπου, είχα την κλασική ακαδημαϊκή φρεναπάτη ότι ήξερα αρκετά για την

Αφρική. Τελικά το (εκ πρώτης όψεως δυτικότατο) Ντέρμπαν μας αποκάλυψε όλους.

Τίποτα δεν ξέραμε. Που πάει να πει, τίποτα δεν θέλαμε να ξέρουμε. Μερικοί από

μας τους χιλιάδες «λευκούς» των μη κυβερνητικών οργανώσεων απ’ όλο τον κόσμο

που μαζευτήκαμε εκεί ελπίζοντας να ανιχνεύσουμε επιτέλους δρόμο σ’ ένα

δικαιότερο μέλλον, αναγκαστήκαμε με σκληρό τρόπο να μάθουμε. Τίποτα δεν έμεινε

όρθιο από τη στιγμή που η πανέμορφη γη των Ζουλού «ανακαλύφθηκε» από τον Βάσκο

ντι Γκάμα τη μέρα των Χριστουγέννων και βαπτίστηκε Νατάλ. Το δουλεμπόριο και η

αποικιοκρατία άφησαν πληγές αγιάτρευτες όχι μόνο εκεί αλλά σε ολόκληρη την Αφρική.

Ας λέμε τα πράγματα με το όνομά τους: Τα αιτήματα των αφρικανικών χωρών για

αποζημιώσεις, ακόμα κι αν ευοδωθούν που δεν το βλέπω στο ορατό μέλλον, δεν θα

είναι παρά ένα χανζαπλάστ σε ασθενή που αιμορραγεί, ετοιμοθάνατος, από παντού.

Η Ευρώπη, η Αμερική, η «πολιτισμένη» Δύση τέλος πάντων, ροκάνισε εν ψυχρώ

πρώτα με το δουλεμπόριο και μετά με την αποικιοκρατία όλα τα αποθέματα της

Αφρικής, και αποχώρησε αφού βεβαιώθηκε ότι άφησε πίσω της μόνο ερείπια. Η

εκμετάλλευση δεν σταμάτησε. Έχει απλώς άλλο πρόσωπο. Η αναλγησία των ισχυρών

είναι εμφανής: Οι δυτικές αντιπροσωπείες στη διάσκεψη του Ντέρμπαν δεν είχαν

καν την πρόθεση να ζητήσουν συγγώμη ­ πόσο μάλλον να βάλουν το χέρι στην τσέπη

για να βοηθήσουν το θύμα τους να ορθοποδήσει στο μέλλον. Η Αμερική για να μη

ζοριστεί απλούστατα αποχώρησε!

Στη Νότια Αφρική, όπως και σε ολόκληρη τη μαύρη ήπειρο, μια συγγνώμη δεν

φτάνει. Τίποτα δεν φτάνει. Το απαρτχάιντ μπορεί επισήμως να πέθανε, το ίδιο

όμως και τα θύματά του. Δεν πρόκειται για σχήμα λόγου: Το μεγαλύτερο κομμάτι

του μαύρου πληθυσμού είναι φορείς ή ασθενείς του AIDS. Μόνο στα περίχωρα του

Ντέρμπαν στα γκέτο θάβονται είκοσι με τριάντα άτομα κάθε Σαββατοκύριακο. Είναι

επίσης στην πλειονότητά τους αναλφάβητοι, άνεργοι και πάντα βαθιά

περιφρονημένοι από τη μειοψηφία των λευκών. Εκτεθειμένοι. Η μόνη ενημέρωση που

τους γίνεται κατά της φονικής αρρώστιας είναι η διανομή φυλλαδίων και

προφυλακτικών.

Αναρωτιέμαι αν πρόκειται για ένα κακό αστείο, αφού τα φυλλάδια φυσικά δεν

μπορούν να τα διαβάσουν και τα προφυλακτικά τα κάνουν πορτοφόλια για κέρματα!

Οι Ζουλού λ.χ. ύστερα από τα ατελείωτα χρόνια ταπείνωσης είναι απίστευτα

καχύποπτοι απέναντι σε κάθε άνωθεν πρωτοβουλία: πιστεύουν ότι όσα λέγονται για

το AIDS από την τηλεόραση είναι συνωμοσίες των λευκών. Είναι σίγουροι ότι τους

συμβουλεύουν να χρησιμοποιούν προφυλακτικά για να μην κάνουν παιδιά ώστε να

περιθωριοποιηθούν έως τελικής εξαφάνισης λόγω έλλειψης απογόνων. Η μόνη

δύναμη, βλέπετε, που είχαν ποτέ οι εξαθλιωμένοι αυτοί άνθρωποι ήταν τα παιδιά

τους. Οι αρμόδιοι δεν σκέφτηκαν ποτέ να τους πλησιάσουν από την πίσω πόρτα,

μέσω ανθρώπων της εμπιστοσύνης τους, όπως οι μάγοι – γιατροί. Αναρωτιέται

κανείς: Τόσο απλό πράγμα και δεν το σκέφτηκαν τη στιγμή που μια μοναδική

ανάλογη απόπειρα που έγινε είχε θεαματικά αποτελέσματα; Όσο περνούν οι μέρες

πείθομαι: η Δύση στην καλύτερη περίπτωση αδιαφορεί για το θανατικό στην

Αφρική. Η εξολόθρευση των μαύρων κατοίκων της ίσως είναι για όλους τους

υπόλοιπους μια κάποια λύση…

Πέρασαν δέκα χρόνια αλλά τίποτα σχεδόν δεν έχει αλλάξει αν και φαινομενικά

τίποτα δεν είναι όπως παλιά… Στους καταπληκτικούς δρόμους της μεγαλούπολης

που έχτισαν οι λευκοί με τη δωρεάν δουλειά των μαύρων, ψιθυρίζεται έντονα

παντού πόσο «καλύτερα ήταν πριν». Δεν ονοματίζουν το απαρτχάιντ αλλά το

νοσταλγούν ολοφάνερα. Η βία, λένε, είναι πια ανεξέλεγκτη. Φυσικά η βία

υπάρχει. Όταν καταδικάζεις το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού σου στην

ανεργία, όταν όσοι εργάζονται στα χωράφια παίρνουν μεροκάματο 100 δρχ. για να

ταΐσουν πέντε στόματα τουλάχιστον, όταν η νέα γενιά έχει μέλλον τον θάνατο, τι

περιμένεις; Η ζωή μπορεί να είναι πανάκριβη στην Ευρώπη αλλά δεν κοστίζει

τίποτα στην Αφρική.

Από το ξενοδοχείο μου έβλεπα τα πρωινά τον Ινδικό Ωκεανό να σκάει με θεαματικά

κύματα σε μία από τις καταπληκτικότερες ακτές που έχω δει στη ζωή μου. Κανένας

μαύρος εκεί. Οι μαύροι εξακολουθούν να κολυμπούν μακριά για να μην αγριεύονται

οι λευκοί. Τυπικά ­ εννοείται ­ μπορούν να κολυμπούν όπου θέλουν. Στην

πραγματικότητα είναι ολοφάνερα ανεπιθύμητοι παντού. Τα βλέμματα εύγλωττα. Όταν

πλησιάζει μαύρος, ειδικά τη νύχτα, όλοι σφίγγουν τα πορτοφόλια τους. Στο ίδιο

το ξενοδοχείο μου, αν επιχειρήσει να κλείσει δωμάτιο μαύρος, οι λευκοί

ιδιοκτήτες θα του δώσουν αυτό που βλέπει στον φωταγωγό, με το καζανάκι που

τρέχει. Συχνά για να βρουν δωμάτιο της προκοπής οι ντόπιοι αναγκάζονται να

χρησιμοποιούν δυτικοφανή ψεύτικα ονόματα.

Το αίσθημα ντροπής, επίμονο, δεν με εγκατέλειψε ολόκληρη τη βδομάδα που έζησα

έκθαμβη την ομορφιά και την ανέχεια της Αφρικής. Είτε μέσα στις πολυτελείς

αίθουσες της διάσκεψης, όπου κοστουμαρισμένοι Αμερικανοί, Ευρωπαίοι και άλλοι

συνένοχοι προσπαθούσαν να αποφύγουν να αναλάβουν και τις ελάχιστες έστω

ιστορικές τους ευθύνες, είτε έξω στους δρόμους όπου είχαν κουβαληθεί οι

φουκαράδες οι Ζουλού με πλήρη παραδοσιακή στολή για να χορέψουν τους χορούς

τους προς τέρψιν ημών των αντιρατσιστών τουριστο-συνέδρων! Το λέω λοιπόν

δημόσια γιατί κάποιος πρέπει να το πει: Αφρική, συγγνώμη!

Η Λένα Διβάνη είναι επίκ. καθηγήτρια Νομικής Σχολής –

συγγραφέας.