Η επίτευξη των στόχων απαιτεί στρατηγικό σχεδιασμό και συνεχή αξιολόγηση. Ο

στρατηγικός σχεδιασμός πρέπει να αποτελεί βασικό συστατικό λειτουργίας κάθε

δομής, αν πραγματικά θέλουμε να ελπίζουμε σε δημιουργικό διάλογο με την

αβεβαιότητα και την κατανόηση της πολυπλοκότητας και των έντονων αλλαγών.

Για να αποτελέσει η αξιολόγηση στοιχείο βελτίωσης μιας δομής πρέπει α)

να γίνουν αποδεκτοί από τους υπευθύνους της δομής και την Πολιτεία οι

αρχές και οι διαδικασίες της, β) να μπορούν οι συντελεστές της δομής να

αναπαραστήσουν τη θέση της αναφορικά με τους στόχους και τα νέα δεδομένα

(αυτοαξιολόγηση) και γ) να υπάρχουν μηχανισμοί και μέσα ενσωμάτωσης της

βελτιωτικής αναπροσαρμογής τής πορείας λειτουργίας τής δομής. Πρέπει να γίνει

σαφές ότι η αξιολόγηση δεν μπορεί να περιορίζεται μόνο σε ποσοτικούς δείκτες,

αλλά να ενσωματώνει και την ποιότητα, που όπως είναι φυσικό δεν είναι εύκολο

να εκφραστεί με δείκτες. Ο βαθμός δυσκολίας αυξάνει όταν αναφερόμαστε στη δομή

της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Το γεγονός αυτό αντανακλά στη δυσκολία διατύπωσης

ενός καθολικά αποδεκτού συστήματος αξιολόγησης (στον ευρωπαϊκό χώρο ο διάλογος

για σύγκλιση έχει ήδη αρχίσει).

Σε ό,τι σχετίζεται με την πατρίδα μας, η κατάσταση, όσον αφορά το θέμα

αξιολόγηση, βρίσκεται στο επίπεδο της χαλαρής επιχειρηματολογίας. Ορισμένα

πανεπιστήμια έχουν προχωρήσει σε κάποιας μορφής άσκηση αυτογνωσίας και αποδοχή

κριτικής, χωρίς να υπάρχει η δέσμευση της πολιτείας να ανταποκριθεί στη

βελτίωση εκείνων των συνθηκών που οφείλονται σε δική της ευθύνη (θεσμική ή

οικονομική). Είναι χρέος όλων, πολιτείας και ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, να

συμβάλουν στη δημιουργία ενός εθνικού συστήματος αξιολόγησης, που πρέπει να

έχει τη δυνατότητα αμοιβαίας αναγνώρισης με τα άλλα ευρωπαϊκά τουλάχιστον

συστήματα. Όπως είναι γνωστό, υπάρχουν και θιασώτες της άποψης, σύμφωνα με την

οποία η αξιολόγηση είναι περιττή έως επιζήμια για τα πανεπιστήμια. Τις

δυσκολίες για τη δημιουργία ενός αξιόπιστου συστήματος αξιολόγησης είναι

εύκολο κανείς να τις αποδεχτεί, δεν μπορεί όμως να συμφωνήσει με την απόρριψη

της κριτικής και του διαλόγου, στοιχεία που βελτιώνουν και το κορυφαίο

δημιούργημα του ανθρώπου… τη δημοκρατία.

Οι βασικές συνιστώσες ενός συστήματος αξιολόγησης της Ανώτατης Εκπαίδευσης

πρέπει να καθοριστούν με βάση τον διάλογο πολιτείας και ιδρυμάτων,

αξιοποιώντας την υπάρχουσα εμπειρία από άλλες χώρες και επιδιώκοντας φυσικά

την αποδοχή τους από την κοινωνία. Το σύστημα αυτό πρέπει να είναι νόμος της

πολιτείας και μάλιστα ευρύτατης αποδοχής και να «ανήκει» στην πολιτεία και τα

ανώτατα ιδρύματα. Στη διαδικασία αξιολόγησης πρέπει να λαμβάνουν μέρος όλοι οι

συντελεστές της ακαδημαϊκής ζωής, εκπρόσωποι της παραγωγικής διαδικασίας και

οι αποδέκτες του «τελικού προϊόντος» της ακαδημαϊκής δομής. Είναι ίσως σκόπιμο

να τονιστεί ότι η διαφάνεια πρέπει να κυριαρχεί σε όλα τα στάδια της

αξιολόγησης, αν πραγματικά επιδιώκεται η δημιουργία ενός απολύτως έγκυρου

θεσμού.

Το πρόβλημα της αξιολόγησης είναι πολυ – παραμετρικό (έρευνα, προγράμματα

σπουδών, υποδομές, τρόποι μετάδοσης της γνώσης, μαθησιακό περιβάλλον,

ανταπόκριση στις απαιτήσεις της κοινωνίας…) και πολύπλοκο και δεν πρέπει να

οδηγεί στην τιμωρία των ιδρυμάτων, αλλά στη στήριξη των προσπαθειών τους για

βελτίωση της ποιότητας ή τη δημιουργία συνθηκών υπεροχής σε κάποιους κλάδους.

Από πολλούς εκφράζονται ανησυχίες ότι τα ιδρύματα υπό τη συνεχή κριτική θα

αλλοιώσουν τον χαρακτήρα τους. Είναι γεγονός ότι η κριτική δεν είναι στην

κουλτούρα μας και για τον λόγο αυτό πρέπει να επιδιωχθεί δημιουργία

περιβάλλοντος συνεργασίας, συναίνεσης και δημιουργικού ενθουσιασμού…

Πρέπει να τονιστεί ότι η έλλειψη στην πατρίδα μας παράδοσης σε στρατηγικό

σχεδιασμό και αξιολόγηση δημιούργησε, π.χ. ανωτατοποίηση των ΤΕΙ (και θα

δημιουργήσει και στο μέλλον), πολλά προβλήματα αποτελεσματικότητας,

αλληλοκατανόησης και αποδοχής…

Ο καθηγητής Χρήστος Β. Μασσαλάς είναι πρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.