Το ότι ο Πρόεδρος της ομοσπονδίας της Γιουγκοσλαβίας πληροφορήθηκε εκ των

υστέρων την απαγωγή τού Μιλόσεβιτς ­ αφού δεν πρόκειται για σύλληψη, ήταν ήδη

στη φυλακή ­ (ή τη «μεταγωγή», αν προτιμάτε, από τη μία φυλακή στην άλλη), μου

θύμισε τον νόμιμο πρωθυπουργό της Ελλάδας, τον «μαύρο καβαλάρη» της

μικρασιατικής εκστρατείας, τον Νικόλαο Πλαστήρα, που πληροφορήθηκε την

εκτέλεση του Μπελογιάννη, από κάποιον υπουργό του, στις επτά το πρωί. (Η

εκτέλεση είχε γίνει στις πέντε τα ξημερώματα).

Ωστόσο, όσο περνούν οι ημέρες, οι δημοσιογραφικές πληροφορίες αμφισβητούν αυτή

την εκδοχή. Στην έγκριτη «Corriere della Serra» της Κυριακής 1ης Ιουλίου

καταγράφεται η συνομιλία του Σέρβου πρωθυπουργού Τζίντζιτς και του Προέδρου

Κοστούνιτσα.

Τζίντζιτς: Τι θα πρέπει να απαντήσω στον πρέσβη των ΗΠΑ Μοντγκόμερι;

(Σιωπή Κοστούνιτσα).

Τζίντζιτς: Οκέι. Τότε παραιτούμαι. Ανέλαβε εσύ όλη την εξουσία και διαχειρίσου

την μόνος σου.

Κοστούνιτσα: Περίμενε, ας μην τσακωνόμαστε πάλι.

Τζίντζιτς: Λοιπόν, ναι ή όχι;

Κοστούνιτσα: Ναι.

29 Ιουνίου, γιορτή των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, δινόταν στους κήπους της

γαλλικής πρεσβείας στο Βελιγράδι μια δεξίωση προς τιμήν της Biserca Cvejic,

υψιφώνου. Η γαλλική κυβέρνηση την τιμούσε με το ανώτατο παράσημο των τεχνών,

όπως την προηγουμένη ακριβώς ημέρα, μετά τη συναυλία του μεγάλου μουσικού μας

δημιουργού Βαγγέλη Παπαθανασίου, το ίδιο παράσημο του απένειμε στο Ζάππειο ο

κ. Ζακ Λαγκ.

Στη δεξίωση του Βελιγραδίου παρόντες ήταν περίπου πενήντα καλεσμένοι,

συγγραφείς και μουσικοί και φυσικά ο φιλότεχνος Πρόεδρος Κοστούνιτσα. Δεν είχε

καν προλάβει να συγχαρεί την εκλεκτή τραγουδίστρια της όπερας, όταν ένας

σύμβουλός του τον κάλεσε επειγόντως να βγει. Ο Πρόεδρος εξαφανίζεται για λίγα

λεπτά σ’ ένα παρακείμενο δωματιάκι απ’ όπου σε λίγο βγαίνει, κατά τον ειδικό

απεσταλμένο της «Corriere della Serra», κατακόκκινος, με τα μάτια πεταμένα έξω

από τις κόγχες τους. Χαιρετά τον Γάλλο πρέσβη και αποχωρεί εσπευσμένα.

Ο οικοδεσπότης τον δικαιολογεί στους καλεσμένους του: «Ο Πρόεδρος μας άφησε

λόγω φόρτου εργασίας».

Ήταν 19.30. Ο «φόρτος» δεν ήταν άλλος από την παράκαμψη του Συνταγματικού

Δικαστηρίου, την πιθανή κυβερνητική κρίση, τον κίνδυνο του διαμελισμού της

ίδιας της Ομοσπονδίας, με δυο λόγια την «παράδοση» του Μιλόσεβιτς.

Όσοι ήταν παρόντες δεν αμφιβάλλουν ούτε στο ελάχιστο για τις κατοπινές

δηλώσεις του Προέδρου Κοστούνιτσα: «Δεν γνώριζα τίποτα πριν από τις 19.15 (εν

μέσω δηλαδή της δεξίωσης στη γαλλική πρεσβεία). Και την επιβεβαίωση της

πληροφορίας την είχα μία ώρα αργότερα».

Ωστόσο τα λόγια αυτά έρχονται σε αντίθεση με τους ισχυρισμούς του Ζόραν

Τζίντζιτς περί συγκατάθεσης. Και καταλήγει ο ειδικός απεσταλμένος της

«Corriere»: «Ή ο Κοστούνιτσα είναι ένας μεγάλος ηθοποιός ή ο Τζίντζιτς

ψεύδεται».

Στη σημερινή «Monde» (3 Ιουλίου) δημοσιεύεται ένα πλαίσιο στη δεύτερη σελίδα

που αναφέρεται σε δηλώσεις πάλι του Τζίnτζιτς στην καθημερινή εφημερίδα του

Βελιγραδίου «Vecernje Novosti» για πλήρη ενημέρωση του Προέδρου Κοστούνιτσα

επί των τεκταινομένων. «Η απόφαση της μεταγωγής του πρώην προέδρου της

Γιουγκοσλαβίας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης δεν εξέπληξε κανέναν στο DOS».

(Τον συνασπισμό των 18 κομμάτων που μετέχουν στην κυβέρνηση). Είχαμε πολλαπλές

συναντήσεις και κάθε φορά αποφασίζαμε ομόφωνα: όχι στη διεθνή απομόνωση της

χώρας, όχι στο πισωγύρισμα. Μέσα σ’ αυτήν οπτική, η απόφαση της κυβέρνησης

κ.τ.λ.». Κι απορρίπτει τους ισχυρισμούς του Δημοκρατικού Κόμματος της Σερβίας,

του οποίου ο αρχηγός είναι ο Πρόεδρος Κοστούνιτσα, ότι δεν γνώριζε τίποτα εκ

των προτέρων.

Οπωσδήποτε, στις ημέρες που έρχονται, πολλές ακόμα αποκαλύψεις θα δουν το φως

της δημοσιότητας, σ’ αυτήν τη θλιβερή υπόθεση. Ωστόσο, εκείνο που είναι άξιον

απορίας είναι πώς μεταβαπίζεται το καθ’ ημάς «σχέδιο Μάρσαλ» ή «η οικονομική

αρωγή», σε «συμβούλιο δωρητών». Δωρητές, ώς τώρα γνωρίζαμε, μόνο αυτούς των

οργάνων. Από πότε η οικονομική βοήθεια ονομάζεται δώρο; Διότι μόνο δώρο δεν

είναι. Και μάλιστα της τάξεως των 4 μόνο δισ. δολαρίων, όταν ο πρόεδρος Μπους

δίνει οικονομική βοήθεια 34 δισ. δολ. στις πολεμικές βιομηχανίες. Άρα, «δώρον

άδωρον». Ή, καλύτερα, «Φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας».