Το overbooking έγινε πια θεσμός στις μεγάλες ευρωπαϊκές αεροπορικές

εταιρείες. Πρόσφατο παράδειγμα η επιστροφή με τη Lufthansa, από τη Φρανκφούρτη

όπου η ελληνική αντιπροσωπεία με επικεφαλής τον ΥΠΠΟ κ. Ευάγγελο Βενιζέλο και

τον πρόεδρο της Οργανωτικής Επιτροπής για τη Διεθνή Έκθεση Βιβλίου κ. Γιώργο

Ρωμαίο τον Οκτώβριο που μας έρχεται ­ όπου η χώρα μας τιμάται ­ είχε μεταβεί

για να παρουσιάσει το πρόγραμμα στον γερμανικό Τύπο.

Όσα μέλη της αντιπροσωπείας είχαν την τύχη να ταξιδέψουν με την Ολυμπιακή που

πετούσε στις 19.50 δεν είχαν κανένα πρόβλημα. Όσοι είχαμε την ατυχία να έχουμε

κλείσει επιστροφή με τη Lufthansa που πετούσε μία ώρα αργότερα, βρεθήκαμε προς

του διλήμματος: ή φεύγετε αύριο ή άλλος τρόπος να βρεθείτε απόψε στην Αθήνα

δεν υπάρχει.

Ο λόγος, το overbooking. Ήμασταν υπεράριθμοι με κλεισμένα κανονικά εισιτήρια,

όχι ένας και δύο, αλλά σαράντα (40!) επιβάτες.

«Έτσι είναι, αυτό γίνεται εδώ και καιρό, δεν το ξέρατε;» μου λέει η ξανθιά

Γερμανίδα στο γκισέ με απελπισία. «Γράψτε το, διαμαρτυρηθείτε στην εταιρεία.

Εμείς δεν φταίμε σε τίποτα. Εμείς, οι υπάλληλοι εδάφους, πληρώνουμε τα

σπασμένα».

Και προσπαθούσε να βολέψει όσους ήταν πιο απαιτητικοί, όσους πρόβαλαν λόγους

υγείας, δηλαδή δυο τρεις το πολύ. Οι υπόλοιποι; Θα διανυκτέρευαν στο

παρακείμενο «Sheraton» για το βράδυ και την άλλη μέρα, στις 13.20, θα πετούσαν

με… την Ολυμπιακή.

Σκηνές απείρου κάλλους διαδραματίστηκαν επί μιάμιση ώρα. Ένα ζεύγος ταξίδευε

από το πρωί από το Βανκούβερ. Οι βαλίτσες τους είχαν τσεκαριστεί για την

Αθήνα. Μια κοπέλα έπεισε μια κυρία που δεν βιαζόταν να επιστρέψει, να της

παραχωρήσει τη θέση της. Η αφεντιά μου απείλησε για αποζημίωση δύο

εκατομμυρίων μάρκων, καθότι σαν έμπορος πλαστικών έπρεπε την επομένη να

υπογράψω συμβόλαια με Ιάπωνες ομολόγους μου, ένας κύριος που μιλούσε άπταιστα

γερμανικά τουμπάρισε τη φουκαριάρα την υπάλληλο και της απέσπασε μια θέση.

Περίπου 25 άτομα παρέμειναν τελικά εκτός.

Όταν, επιτέλους, επιβιβαστήκαμε και μπήκαμε στον διάδρομο απογείωσης, οι τρεις

θέσεις δίπλα μου παρέμεναν άδειες. Λύνοντας τη ζώνη ασφαλείας για κλάσματα

δευτερολέπτου ­ για να μην εισπράξω την επιτίμηση των άγρυπνων Γερμανών

αεροσυνοδών ­ είδα πως και άλλες θέσεις, σε άλλες σειρές ήταν άδειες.

Τι είχε συμβεί; Το αεροπλάνο άλλαξε κατά τη διάρκεια του προβλήματος, μάλλον

προς το τέλος, ο ηλεκτρονικός υπολογιστής δεν είχε ενημερωθεί, και η ξανθιά

υπάλληλος εξακολουθούσε να αλλάζει θέσεις στο προηγούμενο (και μικρότερο)

αεροσκάφος.

Ξημερώματα φθάσαμε στο «Ελ. Βενιζέλος» και στη διαδρομή για τα σπίτια μας,

είχαμε την τύχη του Πάπα. Σπάτα – κέντρο, είκοσι λεπτά. Όλα αυτά για να πούμε

κάτι απλό: καλοί οι Γερμανοί, καλή και η Lufthansa, αλλά καλύτεροι οι Έλληνες

και η Ολυμπιακή. Η μόνη εθνική εταιρεία στην Ευρώπη που δεν καταφεύγει σε

overbooking ήταν και παραμένει η Ολυμπιακή. Που βάζει τον επιβάτη-άνθρωπο πάνω

από το κάθισμα-χρήμα.

Γιατί οι άλλες εταιρείες μοιάζουν με τις κυβερνήσεις τους που πάνε να

μετατρέψουν αυτό που κάποτε ήταν αναψυχή (ένα ταξίδι, τέλος πάντων) σε άγριο

ανταγωνισμό. Προτιμούν ν’ αφήσουν έξω πέντε επιβάτες, παρά να πετάξουν με

πέντε άδειες θέσεις.

Εγκώμιον Ολυμπιακής θα ήθελα να ονομάσω το άρθρο μου αυτό. Ή: υπέρ της

Ολυμπιακής, μιας εταιρείας που της φορτώνουν πάντα όλα τα φταιξίματα, ενώ στο

μεγάλο φταίξιμο (το ατύχημα) έρχεται τελευταία. Χάρη στις ικανότητες των

δοκιμασμένων πιλότων της (όλοι «απόφοιτοι» της σχολής των περιοδικών «4

τροχοί» και «Πτήση» του Κώστα Καββαθά) και του προσωπικού της.

Γιατί σε τούτο η Ολυμπιακή μοιάζει με το νησί που γεννήθηκε: τη Θάσο. Δεν

ακούς για τη Θάσο παρά όταν υπάρχει πυρκαγιά ή φονικό. Το ότι είναι το

ομορφότερο νησί του βορεινού Αιγαίου, σπάνια το διαβάζει ή το ακούει κανένας

από τα ΜΜΕ. (Μόνον όσοι τη γνώρισαν από κοντά, έχουν να το λένε).

Το «δεν ταξιδεύω ξανά με την Ολυμπιακή» είναι μια φράση που την ακούς συχνά

από αγανακτισμένους επιβάτες. Κι όμως, ταξιδεύουν ξανά και ξανά, γιατί κανείς

δεν αποκόπτεται εύκολα από τον ομφάλιο λώρο του. Τα φτερά της Ολυμπιακής είναι

εθνικά φτερά, όσο κι αν η διαχείριση θα περάσει σε ξένες εταιρείες. (Αφού το

θέλουν και οι πιλότοι).

Αλλά πριν περάσει σε ξένα χέρια, την έβγαλαν πρώτα από το σπίτι της. Το

αεροδρόμιο δεν της ανήκει. Το διαχειρίζονται οι Γερμανοί, που δίνουν σειρά

προτεραιότητας σε προσγειώσεις και απογειώσεις στην ομοεθνή τους Lufthansa.

Την Ολυμπιακή, παρόλο που πληρώνει ετήσιο ενοίκιο πολλών δισεκατομμυρίων

δραχμών, τη θεωρούν, στον τόπο της, ως ξένη εταιρεία. Εν όψει μάλιστα και των

Ολυμπιακών του 2004, η Ολυμπιακή πρέπει να ξαναβρεί, εκτός του αεροδρομίου

«Ελευθέριος Βενιζέλος», τα χαμένα σύνορά της. Ο Ελευθέριος τα επέκτεινε. Το

«Βενιζέλος» τα έχει συρρικνώσει.