Στην εποχή της κοινωνίας της γνώσης και της ψηφιακής οικονομίας, οι νέες

τεχνολογίες προσφέρουν ένα προνομιακό πεδίο καλλιέργειας και άσκησης της

μάθησης. Βεβαίως η τεχνολογική εξέλιξη δεν μπορεί να αποτελέσει παράγοντα μιας

μεταμοντέρνας μυθολογίας ή μιας επιστημονικής ιδεολογίας ούτε φυσικά μπορεί να

προσεγγισθεί με τάσεις δαιμονοποίησής της. Οι νέες τεχνολογίες προσφέρουν ένα

δυναμικό πεδίο προκλήσεων, όπου εκδιπλώνονται πρωτόγνωρες χειραφετικές αλλά

και χειραγωγικές δυνάμεις του ανθρώπου που ζητούν μερίδιο στη γραφή της

σύγχρονης ιστορίας.

Για την εκπαίδευση, η όλη υπόθεση έχει κρίσιμο χαρακτήρα γιατί πρέπει να

ενσωματώσει στο παιδαγωγικό παιχνίδι τις πρακτικές της ψηφιακής γνώσης και να

διαμορφώσει πολίτες που θα είναι συμμέτοχοι των τεχνολογικών εξελίξεων. Η

έννοια των ίσων ευκαιριών και των κοινωνικών ανισοτήτων ήδη αποκτά και νέα

χαρακτηριστικά, του τεχνολογικού αλφαβητισμού και αναλφαβητισμού. Η σχολική

πραγματικότητα υφίσταται πολλαπλούς μετασχηματισμούς. Αναπτύσσονται νέες

θεωρίες μάθησης που αποβλέπουν στην προαγωγή της «μετάγνωσης», δηλαδή στην

εκμάθηση μεθόδων με τις οποίες ο μαθητής διαμορφώνει ο ίδιος, σε σημαντικό

βαθμό, τον κόσμο της γνώσης του. Το Διαδίκτυο (Internet) μπορεί να καταστεί

παιδαγωγικό εργαλείο γόνιμης ερευνητικής αναζήτησης, προαγωγής της

ομαδοσυνεργατικής αντίληψης των μαθητών, διεπιστημονικών και διαθεματικών

προσεγγίσεων. Ο εκπαιδευτικός είναι αναγκασμένος να εγκαταλείψει μέρος του

μονότονου σκηνικού της μετωπικής διδασκαλίας και να καλλιεργήσει τις όψεις του

συνεργάτη και του οργανωτή στην άσκηση της μάθησης. Αναδύονται νέες μορφές

ανάγνωσης του υπερκείμενου (hypertext). Πολλαπλασιάζονται οι πηγές της γνώσης

μέσα από τις πρακτικές των υπερμέσων (hypermedia), των βίντεο, των εικόνων,

των ήχων, των γραφημάτων, των μοντέλων, των παραστάσεων.

Το 1999 εγκαινιάζεται η πρωτοβουλία «Ηλεκτρονική Ευρώπη» (eEurope – κοινωνία

των πληροφοριών για όλους), με στόχο την προετοιμασία μετάβασης στην

ηλεκτρονική οικονομία της ψηφιακής εποχής. Στρατηγικός στόχος της Ευρωπαϊκής

Ένωσης (Ε.Ε.) για την επόμενη δεκαετία: «να γίνει η ανταγωνιστικότερη και

δυναμικότερη οικονομία της γνώσης, ικανή για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, με

περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και με μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή»

(Λισαβώνα 2000). Και μέσα σ’ αυτό τον στόχο περιλαμβάνεται το νέο ποιοτικό

σχολείο που έχει: α) ευρύτερους από τους σημερινούς στόχους, β) διαφορετική

δομή, γ) ευρύτερο μαθησιακό πεδίο και δ) σύγχρονα μέσα, μεθοδολογία και

περιεχόμενο σπουδών. Το Συμβούλιο Υπουργών Παιδείας επισημοποιεί (Μάιος 2000)

την πρωτοβουλία «Ηλεκτρονική μάθηση (e-Learning) ­ να σκεφτούμε την εκπαίδευση

του αύριο», με στόχο να καλυφθεί το χάσμα της ψηφιακής υστέρησης της Ε.Ε. από

τις ΗΠΑ.

Η χώρα μας πρέπει να επιταχύνει την εισαγωγή των νέων τεχνολογιών στο σχολείο

με τρόπο συστηματικό. Κατά τη γνώμη μου, η μεγαλύτερη αναπτυξιακή προσπάθεια

της Ελλάδας αυτή τη δεκαετία θα κριθεί στην καθολίκευση της ηλεκτρονικής

σύνδεσης των σχολείων, που θα ωθήσει την ευρύτερη μορφωτική κινητικότητα της

κοινωνίας. Προς τούτο απαιτείται ουσιαστική, μαζική επιμόρφωση όλων των

εκπαιδευτικών, ενίσχυσή τους για αγορά ηλεκτρονικών υπολογιστών και

διευκόλυνση μαθητών και φοιτητών για ανάλογες αγορές. Έχουμε δεδομένο έναν

κρίσιμο παράγοντα, την απόλυτα θετική στάση των μαθητών προς τις νέες

τεχνολογίες. Αν αυτό συνυφανθεί με τη μορφωτική αντίληψη της ακόρεστης δίψας

για μάθηση, τότε μια διαφωτιστική αναλαμπή μπορεί να ανάψει…

Ο Νίκος Τσούλιας είναι πρόεδρος της ΟΛΜΕ.