Τη δημιουργία Μουσείου Μετανάστευσης προτείνει η κα Άννα Α. Συρίβλη,

προϊσταμένη του Τμήματος Ερευνών – Μελετών της Γενικής Γραμματείας Απόδημου

Ελληνισμού:

«Κάθε ελληνική οικογένεια έχει υποστεί τον αποχωρισμό από αγαπημένα πρόσωπα.

Και με τις δεδομένες συνθήκες της εποχής, χαρακτηριστικά είναι τα γράμματα

«αυτά τα κείμενα σπαράγματα του καημού της ξενιτιάς και της δυσκολίας

προσαρμογής σε ξένο τόπο» που «μπορούνε να αποκτήσουν μια αυτόνομη υπόσταση

και να αποτελέσουν δείγματα ζωής ανθρώπων, οι οποίοι δεν υπάρχουν πια».

Ήταν απαραίτητο να υποστούν οι πρώτες γενιές τον σκληρό αγώνα της επιβίωσης,

την κοινωνική και συναισθηματική απομόνωση, τη ματαίωση του ονείρου της

επιστροφής, ώστε σήμερα οι απόγονοί τους να βρίσκονται κάτω από διαφορετικές

συνθήκες. Οι νεώτερες γενιές στη μεγάλη τους πλειονότητα δεν μιλούν ελληνικά,

δεν σκέφτονται την «επιστροφή». Η ζωή τους, οι φίλοι τους είναι εκεί όπου

έμαθαν να ζουν. Γνωρίζουν όμως ότι έχουν ελληνική καταγωγή.

Αυτή είναι η άλλη διάσταση που αφορά και εμάς εδώ στην Ελλάδα. Η αποδοχή του

άλλου, που δεν μιλάει ελληνικά, που δεν δηλώνει ορθόδοξος, αλλά πολίτης

οποιασδήποτε χώρας ελληνικής καταγωγής. Αυτό είναι το κοινό σημείο επαφής και

εκεί οφείλει η Πολιτεία να εστιάσει το ενδιαφέρον της. Άλλωστε, με αυτή την

προσέγγιση ερχόμαστε πιο κοντά με τους πολίτες των άλλων χωρών. Με αυτή την

έννοια οι ελληνικής καταγωγής πολίτες που ζουν στο εξωτερικό έχουν το προνόμιο

να θεωρούνται κληρονόμοι πέραν του ενός πολιτισμού. Και αυτό οφείλουμε να το

αναδείξουμε και να το αξιοποιήσουμε.

Αυτό μπορεί να γίνει με τη δημιουργία ενός Μουσείου Μετανάστευσης ανοιχτό στην

κοινωνία όπου η αναπαράσταση της εποχής θα ενημερώνει τον επισκέπτη για το

χθες αλλά ταυτόχρονα θα τον αποφορτίζει συναισθηματικά αφού θα καταλήγει στην

αισιόδοξη και δυναμική προοπτική της πολυπολιτισμικότητας.

Το Μουσείο θα μπορούσε να στεγασθεί σε αναπαλαιωμένο πλοίο, προβάλλοντας και

τα άλλα στοιχεία που είναι συνυφασμένα με την Ελλάδα: τη θάλασσα που προκαλεί

για εξωστρέφεια και το πλοίο ως «μέσον» που μας μεταφέρει σε άλλες χώρες και

που υπενθυμίζει την ιστορία της ελληνικής ναυτιλίας.

Παράλληλα, μπορεί να ενταχθεί στα αξιοθέατα της χώρας ως αναπόσπαστο μέσο της

νεώτερης ιστορίας και του πολιτισμού μας στο πλαίσιο του Επιμορφωτικού

Τουρισμού».