Διαφωνίες και αποχωρήσεις σημαδεύουν το έργο της επιτροπής του υπουργείου

Δικαιοσύνης για τις νομοθετικές αλλαγές στην ποινική αντιμετώπιση του

οργανωμένου εγκλήματος, στο οποίο συγκαταλέγονται και οι τρομοκρατικές

ενέργειες, την ίδια στιγμή που από τον υπουργό Δικαιοσύνης κ. Μιχ. Σταθόπουλο

έχει ζητηθεί να επισπευσθεί το έργο της.

Με ενστάσεις για τη γενική κατεύθυνση που φαίνεται να ακολουθείται σχετικά με

το υπό κατάρτιση νομοσχέδιο, αποχώρησαν από την επιτροπή οι καθηγητές της

Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ.κ. Ι.

Μανωλεδάκης και Νικ. Παρασκευόπουλος, εκφράζοντας παράλληλα τη διαφωνία τους

για το περιορισμένο χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο θα πρέπει θα εξεταστούν οι

οποιεσδήποτε αλλαγές.

Οι δύο καθηγητές, οι οποίοι είχαν οριστεί ως τακτικά μέλη της

νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για το οργανωμένο έγκλημα (στην οποία προεδρεύει

ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Δικαιοσύνης κ. Πρ. Ασημιάδης), με επιστολή

τους στον κ. Σταθόπουλο επισημαίνουν ότι ορισμένες από τις υπό εξέταση αλλαγές

μπορεί να οδηγήσουν σε «παρεκκλίσεις από πάγιες ρυθμίσεις του ποινικού δικαίου

και της ποινικής δικονομίας και να δοκιμάσουν τις αντοχές των δικαιοκρατικών

βάσεων του ποινικού μας συστήματος». Και γι’ αυτό τον λόγο σημειώνουν ότι όλες

οι νέες ρυθμίσεις «χρειάζεται να μελετηθούν εις βάθος και επί πολύ».

Η αποχώρηση των δύο καθηγητών συνδυάζεται και με την αδυναμία τους να

ανταποκριθούν, λόγω των πανεπιστημιακών καθηκόντων, στο νομοπαρασκευαστικό

έργο, καθώς η επιτροπή συνεδριάζει δύο φορές την εβδομάδα. Ωστόσο, η αποχώρησή

τους συνδέεται ευθέως με τη διαφωνία τους ως προς την αναγκαιότητα και τις

επιπτώσεις ορισμένων διατάξεων που έχουν προταθεί και από την πλευρά του

συναρμόδιου υπουργείου Δημόσιας Τάξης.

Σύμφωνα με πληροφορίες, οι δύο καθηγητές διαφωνούν μεταξύ άλλων με τις

προτάσεις για εκδίκαση υποθέσεων οργανωμένου εγκλήματος αποκλειστικά από

τακτικούς δικαστές και όχι από μεικτά ορκωτά δικαστήρια, όπως ισχύει σήμερα,

με την πρόταση για εξέταση δείγματος DNA ακόμη και όσων θεωρούνται ύποπτοι για

συμμετοχή σε οργανωμένες εγκληματικές ενέργειες, με την παρακολούθηση και την

κατ’ οίκον έρευνα υπόπτων, χωρίς τις εγγυήσεις που προβλέπονται για κάθε

εγκληματική δραστηριότητα και γενικότερα με όσες προτεινόμενες ρυθμίσεις

θεωρείται ότι θέτουν υπό αμφισβήτηση τα ατομικά δικαιώματα.

Επιστολή

Τονίζουν, πάντως, στην επιστολή τους προς τον κ. Σταθόπουλο ότι θεωρούν

σκόπιμες τις αλλαγές που οδηγούν σε επιτάχυνση της δικαστικής πορείας μιας

υπόθεσης οργανωμένου εγκλήματος (για παράδειγμα, με την έκδοση αμετάκλητου

βουλεύματος απευθείας από το Συμβούλιο Εφετών), ενώ συμφωνούν με την καθιέρωση

μέτρων προστασίας μαρτύρων, την αυστηρότερη ποινική αντιμετώπιση του

αδικήματος της σύστασης και συμμορίας, όπως και με τη θέσπιση διοικητικών

μέτρων εις βάρος νομικών προσώπων, εταιρειών κ.λπ. που εμπλέκονται σε

υποθέσεις οργανωμένου εγκλήματος (ξέπλυμα βρώμικου χρήματος κ.λπ.).

Για το ζήτημα που ανακύπτει από την αποχώρηση των δύο καθηγητών, ο υπουργός

Δικαιοσύνης κ. Μιχ. Σταθόπουλος ανέφερε στα «ΝΕΑ» ότι η επιτροπή και πολύ

περισσότερο το υπουργείο «δεν έχουν καταλήξει ακόμη σε καμία αλλαγή, και καμία

πρόταση δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο ότι θα συμπεριληφθεί σε ένα

νομοσχέδιο». Ο κ. Σταθόπουλος πρόσθεσε ότι το προσχέδιο που θα συνταχθεί θα

αποσταλεί στους δύο καθηγητές για να υποβάλουν παρατηρήσεις και προτάσεις, ενώ

γνωστοποίησε ότι έως τις γιορτές των Χριστουγέννων έχει ζητήσει από την

επιτροπή να καθορίσει σε ποιες διατάξεις χρειάζεται να υπάρξουν αλλαγές.