Αυξάνονται οι συνταξιούχοι που εργάζονται, ενώ η εργατική τάξη αποτελεί την

πλειοψηφία του πραγματικού οικονομικά ενεργού πληθυσμού.

Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν δύο μελέτες του Ινστιτούτου Εργασίας ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ

(Ευαγ. Σουμέλη, Γ. Κολλιάς, Δ. Κατσορίδας). Στη μελέτη για την απασχόληση

ηλικιωμένων και συνταξιούχων επισημαίνεται ότι η απασχόληση των ηλικιωμένων

45-64 ετών το 1999 σε σχέση με το 1993 παρουσιάζει αύξηση κατά 74.918 άτομα

(5,45%).

Στην ίδια μελέτη υπογραμμίζεται ότι οι προωθούμενες αλλαγές στο εργασιακό

τοπίο στη χώρα μας δεν λαμβάνουν ουσιαστικά υπόψη την ανάγκη για εργασία της

πλειονότητας των συνταξιούχων από μισθωτή εργασία, κυρίως λόγω των αυξημένων

βιοποριστικών αναγκών που αντιμετωπίζουν, καθώς και των ηλικιωμένων που είναι

άνεργοι και πλησιάζουν στο όριο συνταξιοδότησης.

Θα πρέπει να τονιστεί ότι από τις αρχές του νέου έτους (5-1-2001) καθιερώνεται

νέο καθεστώς για την απασχόληση των συνταξιούχων (2676/99).

Έτσι: (για τους συνταξιούχους ΙΚΑ, ΔΕΚΟ, τραπεζών και των άλλων ταμείων

αρμοδιότητας του υπ. Εργασίας) καθιερώνονται τα εξής:

Για όσους δεν έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους αναστέλλεται η

καταβολή της σύνταξης.

Διευκρινίζεται ότι δεν θίγονται από τις νέες διατάξεις για την απασχόληση

συνταξιούχων όσοι έχουν θεμελιώσει δικαίωμα συνταξιοδότησης μέχρι τις 5

Ιανουαρίου 1999 (ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου 2676/99).

Δηλαδή, για έναν ασφαλισμένο που θα συνταξιοδοτηθεί σε ηλικία μικρότερη των 55

ετών δεν θα υπάρξει αναστολή της σύνταξής του σε περίπτωση που ασχοληθεί

οπουδήποτε, εφόσον το δικαίωμα συνταξιοδότησης το έχει θεμελιώσει πριν από τις

5-1-1999, ανεξάρτητα από τον χρόνο που θα εξέλθει στη σύνταξη.

Μετά τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας, το ποσό της σύνταξης ή του

αθροίσματος των συντάξεων σε περίπτωση συρροής ­ το οποίο υπερβαίνει τις

250.000 δρχ. τον μήνα ­ θα καταβάλλεται μειωμένο κατά 70%.

Το πόσο αυτό προσαυξάνεται κατά 20% για κάθε τέκνο που είναι ανήλικο ή

σπουδάζει σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και μέχρι τη συμπλήρωση του 24ου έτους

ή είναι ανίκανο για βιοποριστική εργασία.

Δεν έχουν εφαρμογή οι απαγορευτικές διατάξεις για την απασχόληση των

συνταξιούχων στον επιζώντα των συζύγων, στους αυτοτελώς απασχολούμενους (οι

οποίοι όμως είναι υποχρεωμένοι να καταβάλλουν τις προβλεπόμενες εισφορές

προσαυξημένες κατά 40%), στους συνταξιούχους του ΟΓΑ, στους πολύτεκνους κ.ά.

Στην άλλη μελέτη του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ για τη μισθωτή εργασία στην Ελλάδα

διαπιστώνονται και τα παρακάτω:

Το ειδικό βάρος της εργατικής τάξης στην ελληνική κοινωνία όχι μόνο δεν είναι

μικρό ή τείνει να φθίνει, αλλά συνεχώς αυξάνεται, αποδεικνύοντας ότι η

εργατική τάξη αποτελεί την πλειονότητα του πραγματικού οικονομικά ενεργού

πληθυσμού.

Όσον αφορά την κατανομή του αριθμού των μισθωτών (απασχολουμένων κατά τομέα

οικονομικής δραστηριότητας, δευτερογενή, τριτογενή) φαίνεται ότι η συντριπτική

πλειοψηφία (σχεδόν τα 2/3) εργάζονται στον τριτογενή τομέα της οικονομίας

(μεταφορές, επικοινωνίες, τράπεζες-ασφάλειες κ.α.) με 1.291.878 άτομα (69%).

Ως ατομικό επάγγελμα οι περισσότεροι μισθωτοί δηλώνουν ότι απασχολούνται ως

υπάλληλοι γραφείου (εκπαιδευτικοί κ.ά.)