Χίλιες πεντακόσιες οικογένειες, στα νοτιοδυτικά της Κοζάνης, ζουν αυτές τις

μέρες γύρω από ένα λουλούδι, με χαρακτηριστικό μοβ ιριδίζον χρώμα. Περιμένουν

τη μέρα που θ’ ανθίσει, ανοίγοντας όλα του τα πέταλα. Για να σκύψουν πάνω του,

να μαζέψουν το… χρυσάφι που έσπειραν στα τέλη της περασμένης άνοιξης: τον

κρόκο, το πιο πολύτιμο μπαχαρικό στον κόσμο. Ένα γραμμάριο κοστίζει πάνω απο

1.000 δραχμές. Ένα κιλό, αξίζει πάνω απο ένα εκατομμύριο δραχμές.

Οι ημέρες του Οκτωβρίου ανήκουν στα λουλούδια. Περίπου 10.000 άνθρωποι, από

τα «κροκοχώρια» της Κοζάνης, ασχολούνται γα 10 ημέρες με τη συλλογή και τον

διαχωρισμό του κρόκου. Αν δεν μαζευτεί μέσα σε λίγες ώρες από τη στιγμή που θ’

ανθίσει, ο κρόκος μαραίνεται και τα κόκκινα στίγματα χαλάνε. Γι’ αυτό,

χιλιάδες άνθρωποι σκύβουν για ώρες πάνω από τα φυτά για να προλάβουν να τα

μαζέψουν. Το βράδυ στο σπίτι. Θα πρέπει αμέσως να ξεχωρίσουν τα πέταλα από

τους στήμονες και τα στίγματα

Την ημέρα που ο κρόκος θ’ ανοίξει όλα του τα πέταλα, αποκαλύπτοντας τα τρία

χαρακτηριστικά κόκκινα στίγματα (τις λεπτές ίνες του κόκκινου σαφράν που η

αξία του συναγωνίζεται αυτή του χρυσού) όλοι βρίσκονται εκεί. Τα παιδιά δεν

πηγαίνουν στο σχολείο, οι άντρες αφήνουν τη δουλειά τους, τ’ αγόρια που είναι

φαντάροι παίρνουν άδεια από τον στρατό, και οι γυναίκες ­ οι οποίες κατά κύριο

λόγο ασχολούνται με την καλλιέργεια του κρόκου και που θα περάσουν όλο τον

χειμώνα ξεδιαλέγοντας και καθαρίζοντας την πολύτιμη σοδειά τους ­ βρίσκονται

εκεί. Ολόκληρη η οικογένεια, με παππούδες και γιαγιάδες, με φίλους και

γείτονες, με εργάτες ­ αν χρειάζεται ­ είναι από νωρίς στα χωράφια που

περιβάλλουν το χωριό Κρόκος της Κοζάνης κι όλα τα γύρω κροκοχώρια, σκυμμένοι

όλοι πάνω απο χιλιάδες πανέμορφα λουλούδια, να τα μαζεύουν σε μεγάλα πανέρια

(γαλίκια), όπως έκαναν από χρόνια οι πατεράδες και οι παππούδες τους.

Οι κροκο-«μαζώχτρες»

«Από μικρό κορίτσι, πενήντα χρόνια τώρα, δουλεύουμε στον κρόκο. Είναι κομμάτι

της ζωής μου. Ερχόμουν με τους παππούδες μου, με τους γονείς μου, όπως σήμερα

έρχομαι με τα παιδιά και τα εγγόνια μου».

Ό,τι κι αν κάνουν, μ’ ό,τι κι αν ασχολούνται στη διάρκεια της χρονιάς, όποια

κι αν είναι η κύρια πηγή εισοδήματός τους, η Βασιλική Καραντζούλα, η Ελένη

Χαραλαμπίδου, η Θοδώρα Παπανικολάου, η Σεβαστή Παπαθανασίου κι όλες οι

γυναίκες του Κρόκου και των γύρω χωριών, τον Ιούλιο θα σπείρουν τα λουλούδια,

τον Οκτώβριο θα τρέξουν να τα μαζέψουν. Η ιστορία τους, τα παραμύθια που

άκουγαν παιδιά, οι εικόνες που έχουν κρατήσει ως αναμνήσεις από εκείνα τα

χρόνια, είναι όλα συνδεδεμένα μ’ αυτό το παράξενο λουλούδι… «Τι παραξενιά κι

αυτή… Όλα τα λουλούδια ν’ ανθίζουν την άνοιξη κι αυτό ν’ ανοίγει το

φθινόπωρο…».

Την ημέρα που ανθίζουν!

Ένα στρέμμα γης μπορεί να δώσει περίπου 1.200 γραμμάρια κρόκο (ή σαφράν ή

ζαφορά, όπως είναι κι αλλιώς γνωστό το μπαχαρικό με την έντονη ιδιαίτερη γεύση

και το χαρακτηριστικό κόκκινο-κίτρινο χρώμα). Για κάθε κιλό ζαφοράς,

χρειάζονται πάνω απο 150.000 λουλούδια. Κι αυτά θα πρέπει να κοπούν μόνο

εκείνη τη μέρα που ανθίζουν. Κι όταν τα χέρια της οικογένειας δεν φτάνουν (δεν

είναι όλοι «τυχεροί» όπως ο Γιάννης Καρατζούλας και η γυναίκα του η Μαρία, που

έχουν έξι παιδιά κι όλα βοηθούν στον κρόκο) επιστρατεύονται εργάτες, φίλοι και

κάτοικοι των χωριών της περιοχής. Εξήντα πέντε χρόνια μάζευε λουλούδια, η

κυρία Ελένη Κωνσταντοπούλου «και σήμερα δεν έχει τίποτα», λέει η ίδια για τον

εαυτό της, χαμογελώντας. «Πάλι στα λουλούδια γυρνά για να κάνει μεροκάματο».

Η συλλογή – η διαλογή

Μέχρι να δύσει ο ήλιος, οι παραγωγοί θα μείνουν στα χωράφια. Και το ίδιο

βράδυ, αφού κουβαλήσουν τα γαλίκια, τα γεμάτα από λουλούδια, στο σπίτι, θα

υπολογίσουν την ποσότητα με το μάτι (κάθε γαλίκι βγάζει γύρω στα 300 γραμμάρια

καθαρό προϊόν) και θα σταθούν να ξεδιαλέξουν τα πέταλα από τα στίγματα (να

«λιχνίσουν») και στη συνέχεια ν’ απλώσουν τις πανάκριβες κόκκινες «κλωστές» σε

ταψιά, να ξεκινήσουν τη διαδικασία αποξήρανσης που θα είναι η έγνοια κι η

φροντίδα των γυναικών ολόκληρο τον επόμενο χειμώνα.

Μέχρι πριν από μερικά χρόνια, όλη αυτή η δουλειά γινόταν με το χέρι. Όλη η

οικογένεια μαζευόταν γύρω από ένα μεγάλο τραπέζι, στρωμένο με μια κουβέρτα από

τρίχωμα γίδας, που μπορούσε να κρατήσει τα κόκκινα στίγματα αλλά όχι και τα ­

άχρηστα πια ­ πέταλα των λουλουδιών. Σήμερα, οι κροκοπαραγωγοί έχουν ειδικά

μηχανήματα, κατάδικές τους εφευρέσεις (τις συναντά κανείς σε διαφορετικές

παραλλαγές από σπίτι σε σπίτι) που τους βοηθούν να λιχνίζουν πολύ πιο εύκολα

και πολύ πιο γρήγορα.

Από το Ιράν η απειλή ανταγωνισμού

Αυτοσχέδια μηχανήματα, που σχεδίασαν και κατασκεύασαν μόνοι τους οι

κροκοπαραγωγοί της Κοζάνης, έχουν κάνει μικρότερες σε διάρκεια τις… νύχτες

μετά το μάζεμα του κρόκου

Η Ελλάδα, η Ισπανία, το Ιράν, η Ινδία και το Μαρόκο είναι οι χώρες που…

κονταροχτυπιούνται στο διεθνές Χρηματιστήριο του κρόκου. Μέχρι πρόσφατα, υπ’

αριθμόν ένα ανταγωνιστής των Ελλήνων κροκοπαραγωγών ήταν η Ισπανία, η οποία,

όμως, έχει πια πάψει να προσπαθεί ιδιαίτερα. «Η μεγάλη απειλή έρχεται τώρα από

το Ιράν», λέει ο κ. Μανώλης Πατσιλιάς, πρόεδρος του Αναγκαστικού Συνεταιρισμού

Κροκοπαραγωγών Κοζάνης (του συνεταιρισμού που ιδρύθηκε το 1971 και μέχρι

σήμερα έχει καταφέρει να κρατήσει στην περιοχή το μονοπώλιο στην καλλιέργεια

του κρόκου και να οργανώσει δυναμικά όλα τα στάδια παραγωγής, συσκευασίας και

διάθεσης του προϊόντος στις αγορές του εξωτερικού).

«Η Ισπανία σήμερα παράγει περίπου τρεις τόνους κρόκου ετησίως, όμως, το Ιράν

βγάζει στην αγορά περίπου 60 με 80 τόνους, κατώτερης ποιότητας, αλλά πολύ

φθηνότερου προϊόντος», εξηγεί ο κ. Πατσιλιάς. «Τον κρόκο που εμείς πουλάμε

έναντι 250.000 δραχμών το κιλό, οι Ιρανοί τον δίνουν για 20.000. Έχουν

καταφέρει να έχουν πολύ φθηνά εργατικά χέρια και έτσι, τη στιγμή που η

παγκόσμια κατανάλωση ζαφοράς είναι 50 τόνοι, ο ανταγωνισμός είναι σκληρός και

δύσκολος». Το ελληνικό κόκκινο σαφράν, πάντως, έχει κερδίσει τις εντυπώσεις σ’

ό,τι αφορά την ποιότητά του, διατηρώντας μια απαιτητική, αλλά σταθερή πελατεία

σε χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Γαλλία οι οποίες αγοράζουν πάνω από το

80% της ετήσιας σοδειάς μας.

Ευγενούς και πανάρχαιας καταγωγής…

Την ιθαγένεια του κρόκου διεκδικεί, η αρχαία Μεσοποταμία. Από το Κασμίρ έως

την Ιωνία, από την Αίγυπτο, τις Κυκλάδες και την Κρήτη, το φυτό ταξίδεψε

χιλιάδες χρόνια. Οι Φοίνικες αφιέρωναν πίτες από κρόκο στη θεά Αστάρτη μια

τοιχογραφία της Κνωσού, που χρονολογείται γύρω στο 1700 π.Χ., απεικονίζει

τελετουργική συλλογή κρόκου, ενώ έχουν βρεθεί δεκάδες αναφορές στον Όμηρο,

στον Πλίνιο και τον Ιπποκράτη.

Στην Κοζάνη εμφανίστηκε κατά τον 17ο αιώνα, χάρη στους ομογενείς και τους

εμπόρους της περιοχής που συναλλάσσονταν με χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και

είχαν έτοιμη μια αγορά για να διαθέσουν το προϊόν.

Σήμερα χρησιμεύει κυρίως στη μαγειρική. Οι Άραβες, καταναλώνουν περισσότερο

κρόκο από οποιονδήποτε άλλον, για να αρωματίσουν το αρνί, το κοτόπουλο και τα

φαγητά με ρύζι, ενώ είναι συστατικό απαραίτητο για τη γαλλική μπουγιαμπέδα, το

ιταλικό ριζότο και την ισπανική παέγια.

Λόγω της μεγάλης αξίας του κρόκου, η ιστορία του είναι γεμάτη από κρούσματα

νοθείας. Ορισμένοι «πονηροί» Έλληνες σκέφτηκαν να μπερδέψουν το προϊόν ακόμη

και με… αλατισμένες ίνες κρέατος! Φρένο επιχείρησε να βάλει, το 1856, ένας

ειδικός οργανισμός που ιδρύθηκε στη Νυρεμβέργη, υπεύθυνος για τον έλεγχο και

την αυστηρή τιμωρία της κροκονοθείας.

Το κρυφτούλι και τα… ίχνη στα χωράφια

Ονομάζεται «κρόκος σατίβους» (Crocus sativus) ή «κρόκος ο ήμερος» και ανήκει

στην οικογένεια φυτών Ίρις. Το φυτό φυτεύεται το καλοκαίρι και ανθίζει το

φθινόπωρο. Τον χειμώνα, στα χωράφια όπου καλλιεργείται, φαίνεται μόνο ένα

λεπτό γρασίδι που πριν απο το καλοκαίρι θα μαραθεί. Κάθε ίχνος που να

υποδηλώνει την παρουσία του θα κρυφτεί μέχρι που οι μέρες να ξαναγίνουν μικρές

και δροσερές.

Οι βολβοί του φυτεύονται σε βάθος 20-25 εκατοστών και σε απόσταση 10-15

εκατοστών μεταξύ τους. Για ένα στρέμμα, υπολογίζεται πως χρειάζονται 250-350

κιλά βολβοί. Η καλλιέργεια του κρόκου είναι δυναμική. Τα πρώτα χρόνια, η

παραγωγή είναι μικρή και αυξάνεται συνεχώς, για να κορυφωθεί κατά τον τέταρτο

ή πέμπτο χρόνο καλλιέργειας.