Βράδυ στην Πλάθα ντε Μαγιόρ, στην καρδιά της Μαδρίτης. Μια παρέα από παιδιά,

με κέφι και ζωντάνια, δίνει διαφορετική λάμψη στην πόλη. Είναι 42 από τους πιο

καλούς Έλληνες μαθητές. Τραγουδούν και γελάνε. Λείπουν τα μουσικά όργανα (σε

κάποιους λείπουν πολύ), όμως η μουσική είναι δυνατή, οι νότες απλώνονται

παντού στους γύρω δρόμους, κάνουν τους περαστικούς να σταματούν για να

θαυμάσουν. Η παρέα «έδεσε» από την πρώτη στιγμή. Μπορούσα να διαβάσω τη χαρά

στα μάτια των παιδιών, την ειλικρίνεια στα πρόσωπα των συνοδών από την Αθήνα,

των καθηγητών από τη Μυτιλήνη, την Πρέβεζα, τον Πύργο… Το τραγούδι δεν

σταματά, ούτε μέσα στο πούλμαν που θα τους πάει στο ξενοδοχείο. Ο Σαντιάγο, ο

οδηγός που είναι μαζί τους από την πρώτη μέρα, τους έμαθε πια, το διασκεδάζει

κι αυτός. Οι πλέον καλλίφωνοι (ο Κώστας κι η Σοφία, το πιο συνηθισμένο

«ντουέτο») θα περάσουν μπροστά, θα πάρουν το μικρόφωνο, θα φτιάξουν

ατμόσφαιρα, θα προσκαλέσουν στο τραγούδι, ακόμη και τους πιο ντροπαλούς. Ένα

μόνο λείπει αυτές τις στιγμές: το… γέλιο και η φωνή της Μαρίας-Χοσέ, της

Ισπανίδας ξεναγού που έδωσε το στίγμα του ισπανικού ταμπεραμέντου στην ομάδα,

που δέθηκε κι αυτή, όπως όλοι, με όλους, που χάρηκε τόσο την ανταπόκριση των

παιδιών στις ξεναγήσεις της όσο και τις στιγμές που μοιράστηκαν στις

διαδρομές. Δάκρυσε η Μαρία-Χοσέ με το δώρο που της έκαναν οι μαθητές, έκλαψε

και έκλαψαν στο αεροδρόμιο, όταν τους χαιρετούσε… Και δεν θα ξεχάσει ποτέ τη

σκηνή το τελευταίο βράδυ στο εστιατόριο, εκεί, στην Πλάθα ντε Μαγιόρ, όταν

ζήτησε από τα παιδιά να απαντήσουν σε μερικές ερωτήσεις για την Ισπανία και

την ιστορία της, για να δουν ποιος θα κερδίσει μερικά από τα δωράκια που είχε

να τους προσφέρει. Απάντησαν όλοι σε όλες, με φωνή δυνατή και σίγουρη! Και τα

δώρα μοιράστηκαν με λαχνούς… Είχε να κάνει, πράγματι, με τους… καλύτερους

από τους καλύτερους!