Τα ελληνικά σύνορα άρχισαν να στενεύουν για τις τσιμεντοβιομηχανίες, που

επεκτείνονται προς όλα τα σημεία του ορίζοντα. Αρχικά ήταν ο ΤΙΤΑΝ. Πήγε σε

ΗΠΑ και Βουλγαρία, έφθασε και στην Αλβανία. Τώρα, στην ίδια χώρα απέκτησε

μονάδα και η ΑΓΕΤ-Ηρακλής, ενώ ο ΤΙΤΑΝ εξαγόρασε μεγάλη εταιρεία στην Αίγυπτο


Δραστήρια κινούνται στην «σκακιέρα» οι τσιμεντοβιομηχανίες. Ο ανταγωνισμός και

οι συμμαχίες του ΤΙΤΑΝ και της ΑΓΕΤ δεν περιορίζονται στα ελληνικά σύνορα.

Αντίθετα, καταλαμβάνουν τις πλέον επίκαιρες θέσεις στη διεθνή αγορά,

επενδύοντας σε κοντινές και μακρινές αγορές.

Το τελευταίο διάστημα, μάλιστα, οι δύο μεγάλοι της ελληνικής αγοράς δεν

περιορίζονται στις εξαγωγές. Αγοράζουν μονάδες εκτός Ελλάδας. Οι τελευταίες

ενέργειες προς την κατεύθυνση αυτή έγιναν σχεδόν ταυτόχρονα, από τις εταιρείες

ΑΓΕΤ και ΤΙΤΑΝ. Έτσι, τα τσιμέντα ΤΙΤΑΝ, από κοινού με τη γαλλική εταιρεία

Lafarge, αγόρασαν τη μεγαλύτερη βιομηχανία τσιμέντου από το αιγυπτιακό

δημόσιο, ενώ η ΑΓΕΤ-Ηρακλής, μετά προετοιμασία μηνών, έκλεισε αυτή την

εβδομάδα συμφωνία εξαγοράς μονάδας τσιμέντου στον Αυλώνα της Αλβανίας, πάλι με

τη γαλλική Lafarge, με μικρή συμμετοχή και ντόπιου διανομέα.

Πρόκειται για ενέργειες που βγάζουν προς τα έξω ­ για πρώτη φορά, με την αγορά

μονάδας και όχι απλά με εξαγωγές ­ την ΑΓΕΤ, ενώ πυκνώνουν την ήδη πληθωρική

παρουσία του ΤΙΤΑΝ σε χώρες εκτός Ελλάδας, με μονάδες που ελέγχει ή

συμμετέχει. Οι κινήσεις αυτές, σύμφωνα με στελέχη και των δύο εταιρειών, έχουν

στόχο να μεγιστοποιήσουν την παρουσία τους σε περιοχές που θεωρούνται τώρα

αναπτυσσόμενες και έχουν προοπτική ανάπτυξης.

Στην Αίγυπτο

Έτσι, ο ΤΙΤΑΝ ταξίδεψε προς την Αίγυπτο. Η ιστορία έχει «σασπένς», καθώς ενώ

έχει ήδη ολοκληρωθεί και έχουν «πέσει οι υπογραφές», εντούτοις οι συνηθισμένες

γραφειοκρατικές κωλυσιεργίες έχουν ξεπεράσει το αναμενόμενο και από την

εταιρεία ΤΙΤΑΝ περιμένουν να ολοκληρωθεί ο κύκλος για να καταβληθεί και το

τίμημα, ώστε να περάσει η διοίκηση της εταιρείας σε άλλα χέρια. Η Ευρωπαϊκή

Επιτροπή στο μεταξύ, που εξέτασε θέματα ανταγωνισμού, έδωσε την έγκρισή της.

Η αγορά ξεκίνησε το 1998. Το αιγυπτιακό δημόσιο είχε αποφασίσει να

ιδιωτικοποιήσει την τσιμεντοβιομηχανία Beni Suef Cement. Τον Δεκέμβριο του

1998 αναδείχθηκε ως πλειοδότρια του διαγωνισμού η γαλλική εταιρεία Lafarge. Οι

αιγυπτιακές αρχές κάλεσαν την εταιρεία να ολοκληρώσει τη συμφωνία που

προέβλεπε την αγορά «πακέτου» 76% των μετοχών της τσιμεντοβιομηχανίας αντί

ποσού που, σύμφωνα με πληροφορίες, έφθανε τα 120 εκατομμύρια δολάρια.

Σε εκείνη τη φάση άρχισαν οι διαβουλεύσεις μεταξύ ΤΙΤΑΝ και Lafarge, που

οδήγησαν τελικά σε ελληνογαλλική συμμαχία στην Αίγυπτο. Οι δύο εταιρείες

αποφάσισαν να δημιουργήσουν μία κοινή εταιρεία holding, στην οποία θα

συμμετέχουν εξίσου και οι δύο πλευρές, η οποία θα είναι η ιδιοκτήτρια της

αιγυπτιακής τσιμεντοβιομηχανίας και θα αναλάβει τη διοίκησή της.

Η Beni Suef Cement διαθέτει το πιο σύγχρονο εργοστάσιο παραγωγής τσιμέντου

στην Αίγυπτο. Η μονάδα, που κατασκευάστηκε από Ιάπωνες, βρίσκεται 120

χιλιόμετρα νότια του Καΐρου. Το εργοστάσιο άρχισε να λειτουργεί το 1993 και το

1998 διέθεσε 1,4 εκατ. τόνους στην τοπική αγορά.

Αύξηση παραγωγής

Τώρα, η ελληνογαλλική ιδιοκτησία της επιχείρησης έχει στόχο να αυξήσει την

παραγωγή του εργοστασίου σε 3 εκατομμύρια τόνους τον χρόνο, αφού τόσο η τοπική

αγορά όσο και οι γειτονικές «διψούν».

Το 1998 η εταιρεία έκανε τζίρο 80 εκατομμυρίων δολαρίων και είχε κέρδη. Η νέα

διοίκηση εκτιμά ότι με την αύξηση της παραγωγής οι πωλήσεις μπορούν να φθάσουν

και τα 200 εκατομμύρια δολάρια.

Αυτός ο «γάμος», πάντως, δεν είναι το… ντεμπούτο της ΤΙΤΑΝ στην Αίγυπτο.

Αντίθετα, η εταιρεία έχει δημιουργήσει κέντρο διανομής τσιμέντου από την

Ελλάδα, από το 1979. Σήμερα, διαθέτει δύο κέντρα διανομής στην Αλεξάνδρεια και

τη Σάφαγκα, με προβλεπόμενες πωλήσεις για το 1999 περίπου 800.000 τόνων.

Στα Βαλκάνια

Η ΑΓΕΤ-Ηρακλής, από την πλευρά της, κάνει κινήσεις σε μία άλλη αναπτυσσόμενη

αγορά, τα Βαλκάνια. Ήδη η εταιρεία ήταν ο μεγαλύτερος προμηθευτής τσιμέντου

στην Αλβανία. Τον προηγούμενο μήνα, ο πρόεδρος της εταιρείας κ. Μ.

Τζιούντιτσι, πήγε στα Τίρανα μαζί με διευθυντικά στελέχη της επιχείρησης, όπου

συναντήθηκε και με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. R. Meidani, τον πρωθυπουργό

κ. Ρ. Majko, και τον υπουργό Βιομηχανίας και Ιδιωτικοποιήσεων κ. Υ. Buffi.

Στις συναντήσεις αυτές, ο κ. Τζιούντιτσι έθεσε το θέμα των επενδυτικών

πρωτοβουλιών που έχει αναλάβει η εταιρεία στον κλάδο του τσιμέντου, καθώς

επρόκειτο να κλείσει την εξαγορά τσιμεντοβιομηχανίας στον Αυλώνα. Ωστόσο, ο κ.

Τζιούντιτσι εξέφρασε το ενδιαφέρον του ομίλου και για άλλους τομείς, όπως η

ενέργεια, τα αγροτικά προϊόντα και η χημική βιομηχανία. Άλλωστε η εταιρεία, με

την αγορά της μονάδας τσιμέντου, αγόρασε επίσης και μονάδα άλεσης κλίνκερ

(στάδιο παραγωγής πρώτης ύλης για τσιμέντο), περίπου 7 χιλιόμετρα από το

εργοστάσιο. Υπενθυμίζεται ότι η ΑΓΕΤ-Ηρακλής ανήκει στον όμιλο Compart

Montedison, ο οποίος δραστηριοποιείται κυρίως στους τομείς των χημικών αλλά

και του σκυροδέματος και του τσιμέντου, μέσω της ελληνικής

τσιμεντοβιομηχανίας. Η μονάδα στον Αυλώνα είναι η πρώτη τσιμεντοβιομηχανία στο

εξωτερικό που αποκτά. Σημειώνεται ότι το τελευταίο διάστημα ήρθε και πάλι στην

επικαιρότητα η φήμη που ήθελε την ιταλική πλειοψηφία της ΑΓΕΤ, να πουλά το

μερίδιό της. Όμως ο πρόεδρος της ΑΓΕΤ κ. Τζιούντιτσι διέψευσε, στις αρχές της

εβδομάδας, τις πληροφορίες αυτές λίγο πριν ανακοινώσει την απόκτηση της πρώτης

θυγατρικής τσιμεντοβιομηχανίας εκτός Ελλάδας από την ΑΓΕΤ.

Δεν συμβαίνει ωστόσο το ίδιο με τον ΤΙΤΑΝ, που διαθέτει ένα εργοστάσιο στη

Βιρτζίνια των ΗΠΑ, ένα δεύτερο στο Πλέβεν στη Βουλγαρία και ένα τρίτο στα

Σκόπια. Οι εξαγωγές της εταιρείας γίνονται κυρίως στην Ιταλία, στη Γαλλία και

στην Ισπανία.

Για τα Σκόπια

Ειδικότερα για τα Σκόπια υπάρχει τώρα σχέδιο της ΔΕΗ που, μεταξύ άλλων

επιχειρήσεων (Eurobank, Siemens, Μυτιληναίος), περιλαμβάνει και τον ΤΙΤΑΝ, για

τη δημιουργία μονάδας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.

Ο ΤΙΤΑΝ εξετάζει το σχέδιο αυτό, καθώς το εργοστάσιό του στα Σκόπια (Usje)

καταναλώνει μεγάλες ποσότητες ενέργειας. Στελέχη της εταιρείας σκέπτονται κατά

πόσον θα μπορούσε το εργοστάσιο αυτό ως παραγωγός ποσοτήτων θερμικής ενέργειας

να προχωρήσει, για παράδειγμα, σε αξιοποίηση αυτών των δυνατοτήτων για την

ψύξη ή τη θέρμανση χώρων.

Από την πλευρά του ομίλου ΑΓΕΤ-Ηρακλής και Τσιμέντων Χαλκίδος (η ΑΓΕΤ αγόρασε

το 51% των Τσιμέντων Χαλκίδος το 1996, ενώ μεγαλομέτοχος είναι και η Εθνική

Τράπεζα με συμμετοχή περίπου 13,5%), το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών γίνονται

στις ΗΠΑ, ακολουθεί η Δυτική Ευρώπη και οι υπόλοιπες εξαγωγές γίνονται στη

Μέση Ανατολή και τη Βόρεια και Δυτική Αφρική.

Η εταιρεία υπολογίζει ότι και κατά το 1998 το μεγαλύτερο μέρος των εξαγωγών

της έγινε στις ΗΠΑ. Η συμμετοχή των Τσιμέντων Χαλκίδος ήταν σημαντική στα

κέρδη του Ομίλου, αφού τα καθαρά κέρδη του Ομίλου ανήλθαν το 1998 σε 23,9 δισ.

δρχ., έναντι 24,5 δισ. δραχμών του ΤΙΤΑΝ.

Οι εξαγορές μονάδων σε άλλες χώρες έχουν την έννοια της μείωσης του κόστους

και ειδικότερα του κόστους της μεταφοράς.

Ειδικός που γνωρίζει καλά την αγορά τσιμέντου έλεγε: «Οι εταιρείες είχαν βγει

από παλιά έξω από τα ελληνικά σύνορα.

Έκαναν μεγάλες εξαγωγές. Όμως οι εξαγωγές ήθελαν και μεταφορά που μεγάλωνε το κόστος».

Σύμφωνα με τον ίδιο, «μόνον οι Έλληνες από τους άλλους παραγωγούς ξεπέρασαν το

πρόβλημα της φθηνής μεταφοράς τσιμέντου. Όλα τα εργοστάσια στην Ελλάδα είναι

πάνω στη θάλασσα.

Σε λιμάνια. Και όλες οι εταιρείες έχουν ιδιόκτητα πλοία».

Ναυτική τέχνη

Αλλά και αυτό δεν θα ήταν αρκετό, αν οι Έλληνες δεν είχαν την τέχνη της

ναυτοσύνης. «Το τσιμέντο είναι βαρύ προϊόν, το οποίο πιάνει πολύ χώρο.

Δεν συμφέρει η μετακίνησή του σε μεγάλες αποστάσεις.

Ωστόσο, αν μεταφέρεις για παράδειγμα τσιμέντο στην Αμερική, μπορεί να

φορτώσεις στην επιστροφή κάρβουνο που είναι καύσιμη ύλη για τα εργοστάσια.

Είναι ένας καλός τρόπος για να ελαχιστοποιήσεις το κόστος μεταφοράς».

Κάπως έτσι ξεπέρασαν οι Έλληνες το πρόβλημα της μεταφοράς και έφθασαν να είναι

ανταγωνιστικοί στις τιμές με τους ξένους, που πάντα ήθελαν να μπουν τόσο στην

Ελλάδα όσο και στις άλλες αγορές, όπου οι Έλληνες έχουν καλή παρουσία.

η Lafarge

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Lafarge, που ξόδεψε εκατομμύρια δολάρια

για να δημιουργήσει σταθμούς εισαγωγής τσιμέντου σε διάφορες περιοχές της

χώρας χωρίς να τα καταφέρει.

Τώρα, η ίδια εταιρεία συνεργάστηκε με τον ΤΙΤΑΝ για να μπει στην Αίγυπτο και

με την ΑΓΕΤ για να μπει στην Αλβανία.