Η Ολλανδία ήταν πάντα για μας τόπος επιστροφής και παρηγοριάς κι αυτό γιατί

ανάμεσα στις δυσκολίες και τη μιζέρια της αρχιτεκτονικής πραγματικότητας στην

Ελλάδα, βρίσκαμε εκεί ανθρώπους και τόπους που σαν το καθαρό νεράκι μας

δρόσιζαν και μας έδιναν κουράγιο με το έργο τους, τη μοναδική παρουσία και

συντροφιά τους. Ανάμεσά τους ξεχωριστός, ο αρχιτέκτονας Aldo van Eyck,

δάσκαλος και φίλος μας αγαπημένος, που πέθανε πρόσφατα στις 4 Ιανουαρίου 1999.

«Το ουράνιο τόξο είναι το χρώμα που / προτιμώ»

Aldo van Eyck

Στη μνήμη του οργανώθηκε στις 12 Μαρτίου μια συνάντηση των φίλων του, στη

Χάγη, στους χώρους του τελευταίου έργου που μαζί με τη γυναίκα του Hannie

μελέτησαν και επέβλεψαν.

Όπως γράφει ο βιογράφος του, Francis Strauven σε μια εξαίρετη παρουσίαση του

αρχιτέκτονα και του έργου του, ο Aldo van Eyck ανέπτυξε μια αυθεντικά μοντέρνα

και ουμανιστική αρχιτεκτονική και είναι ο πρώτος και ο μόνος ανάμεσα στους

μοντέρνους που διαμόρφωσε μια θεμελιώδη κριτική της μοντέρνας αρχιτεκτονικής.

Του οφείλουμε, οι αρχιτέκτονες όλου του κόσμου, την στοχαστική και βαθιά

ποιητική προσέγγιση της αρχιτεκτονικής.

Με μια γόνιμη και αυθεντική ματιά της παράδοσης και πάντα αποφασιστικός και

μοντέρνος με το έργο και το λόγο του, έδειξε τι σημαίνει για την

αρχιτεκτονική: ταυτότητα, αμοιβαιότητα, δίδυμα φαινόμενα, επικράτεια του

ενδιάμεσου χώρου, τόπος και περίσταση.

Με το έργο του απέδειξε ότι ο χώρος πρέπει να προσφέρεται για να κατοικείται

ποιητικά, αυτή είναι η μεγαλύτερη αρετή του αρχιτεκτονικού έργου.

Υποστήριξε με πάθος με το λόγο και το έργο του τη «λαβυρινθώδη διαύγεια».

Αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατόν να συνδυαστούν δύο τόσο αντιφατικοί όροι:

λαβύρινθος και διαύγεια, κι όμως, μ’ αυτήν την χαρακτηριστική προκλητική

σύζευξη, ο Aldo van Eyck παραπέμπει σε προαιώνιους μυθικούς δεσμούς του χώρου

και του ανθρώπου, δεσμούς που έχουν με τα χρόνια ξεχαστεί, γεγονός που έχει

οδηγήσει την αρχιτεκτονική στην ευτέλεια, στην επιπολαιότητα και σε

επιφανειακές απλοϊκότητες, ή α-νόητες και αφελείς πολυπλοκότητες.

Η στοχαστική επιστροφή με διαφορετικό λεξιλόγιο και με νέα δεδομένα σε

λαβυρινθώδεις περικλείσεις, σε επαλληλίες και διατρήσεις επιπέδων, οδηγεί στην

αναζήτηση μιας διαφάνειας που διαφέρει από τις απλοϊκές «ερμηνείες» του

μοντέρνου κινήματος, τις απομιμήσεις ρευμάτων του συρμού, καθώς και από την

επιπόλαιη αντιμετώπιση του χώρου που θα παραλάβει τις πολυπλοκότητες της ζωής…

Πρόκειται για μια διαφάνεια που δεν είναι προφανής, μια διαφάνεια με μυστικές

αλληλουχίες, που συνδέει τον οικείο καθημερινό χώρο με τον γνωστό σε μας

απέραντο «ατέρμονα», κατά τον Π. Μιχελή, χώρο της βυζαντινής τέχνης.

Τον Σεπτέμβριο του 1983 είχε οργανωθεί στην Εθνική Πινακοθήκη στην Αθήνα

έκθεση του έργου του αφιερωμένη στον αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη.

Η έκθεση ήταν μια ευφυής και ευαίσθητη πρόταση διαμόρφωσης ενός δεδομένου

εκθεσιακού χώρου. Μέσα από κείμενα και σχέδια, φωτογραφίες και μακέτες, μέσα

από την μεταμόρφωση του ίδιου του χώρου, ο Aldo και η Hannie van Eyck

κατάφεραν να αναδείξουν την ποίηση που συνδέει τόπους που ο προορισμός τους

είναι να κατοικηθούν.

Στο εισαγωγικό κείμενο της έκθεσης ­ με τίτλο τον αναστεναγμό, από το σπίτι

του Ροδάκη στην Αίγινα ««Αχ Βαχ» ­ ο Γιώργος Κανδύλης, φίλος του από

παλιά, έγραψε:

Κάθε μέρα, κάθε στιγμή της ζωής του ο Aldo φέρεται,

σκέπτεται, αντιδρά σαν Αρχιτέκτονας. Με σχέδια και

σκίτσα, με λόγια και χειρονομίες, με μορφασμούς ή

χαμόγελα, προσπαθεί να εξηγήσει, να πείσει. Όταν

διδάσκει, διδάσκεται και όταν πιστεύει, μάχεται.

Το παραμικρό που σχεδιάζει ή κτίζει είναι ένα ξεκίνημα για να

φτάσει σ’ αυτό που όλο μας διαφεύγει: την «ποιότητα».

Τον είδαμε για τελευταία φορά στη Θεσσαλονίκη, είχε ελπίσει ότι θα χτίσει εκεί

έναν από τους σταθμούς για τη θαλάσσια συγκοινωνία που είχαν ανατεθεί σε

αρχιτέκτονες που σημάδεψαν με το έργο τους τον αιώνα. Η ιδέα του Δημήτρη

Φατούρου, μοναδικής εμβέλειας, πρωτοφανής για την ελληνική εσωστρέφεια,

έμεινε, όπως συνήθως συμβαίνει στην Ελλάδα, στα σχέδια…

Στον «διαυγή λαβύρινθο» που υποστήριξες Aldo, ο μίτος που οδηγεί στην

έξοδο από τον τρόμο και το θάνατο, με την ελπίδα του Έρωτα, είναι η ποίηση.

Ας είναι λοιπόν το έργο σου εις τους αιώνες φωτεινό αστεράκι για τους ποιητές

όλου του κόσμου. Στη μνήμη σου, για συντροφιά στους ουρανούς, σού αφιερώνω ένα

στίχο του Γιάννη Ρίτσου, από τους Έλληνες ποιητές που αγάπησες:

«Τα τέσσερα παράθυρα κρεμούν στις / κάμαρες, ομοιοκατάληκτα

τετράστιχα από / ουρανό και θάλασσα».

Η Σουζάνα Αντωνακάκη είναι αρχιτέκτονας.