Οπρόεδρος της Βουλής κ. Κακλαμάνης, κορυφαίο πολιτικό και πολιτειακό στέλεχος,

μετά τη δραματική του δήλωση στα «ΝΕΑ» (26-10-98) περί αναποφεύκτου της

σύγκρουσης με την Τουρκία, επανήλθε στην «Απογευματινή» (1-2-99) τονίζοντας

ότι «… η σύγκρουση θα έλθει αργά ή γρήγορα. Για να την αποφύγουμε, οφείλουμε

να ενισχύσουμε την αμυντική θωράκιση της χώρας». Ασφαλώς με ό,τι καλύτερο και

όσο έγκαιρα μπορούμε, θα εννοεί ο αγαπητός κ. πρόεδρος της Βουλής.

Το ΚΥΣΕΑ στην τελευταία συνεδρίασή του (12-2-99) ανέβαλε τη λήψη απόφασης για

την πρόσκτηση νέου μαχητικού αεροσκάφους. Ασφαλώς είχε τους λόγους του.

Ανεξάρτητα όμως απ’ αυτό δεν είναι δα και «απόρρητο» ότι η χώρα θα ενδυνάμωνε

την ασφάλειά της και την αποτρεπτική της ισχύ με μια ποιοτική υπεροχή σε όλους

τους τομείς. Γι’ αυτό δεν μπορεί κανείς να μη συμφωνήσει με την άποψη που

διατύπωσε στο ΚΥΣΕΑ ο ΥΕΘΑ κ. Τσοχατζόπουλος, ότι «… πρέπει να εγκαταλειφθεί

η λογική της ποσοτικής παραμέτρου που δεν οδηγεί πουθενά έναντι της ποιοτικής»

(«ΤΑ ΝΕΑ» 13-2-99).

Στην ποιότητα, στελεχιακή και υλικού, στηρίζαμε πάντοτε τις ελπίδες μας για

την άμυνα και προστασία της ζωής και αξιοπρέπειάς μας. Ποιότητα όχι

επιλεκτική, αλλά σε όλους τους τομείς που συμμετέχουν στην εθνική άμυνα· στην

αμυντική προσπάθεια.

Δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, με σαθρά επιχειρήματα πολιτικών, δήθεν,

σκοπιμοτήτων να εμπιστευόμαστε την τύχη των μαχητών μας, των παιδιών μας, και

της χώρας σε αναξιόπιστα και ξεπερασμένα οπλικά συστήματα.

Κάθε, επομένως, περίπτωση σκοτεινών και αδιαφανών διαδικασιών υπό την σκέπη

και το νέφος του «απορρήτου», είναι απαράδεκτη και καταδικαστέα.

Είχα γράψει και άλλοτε και επαναλαμβάνω ότι οι εξοπλισμοί που χαρακτηρίζονται

απόρρητοι υποκρύπτουν κάτι το επιλήψιμο ή πονηρό και με τον χαρακτηρισμό αυτό

επιχειρείται συγκάλυψη, ενδεχομένως, παρατυπιών. Το λιγότερο…

Αυτό, για τους παρακάτω λόγους:

1. Οι «απόρρητες» διαταγές και αναθέσεις κυκλοφορούν ως φέιγ βολάν εκπτώσεων

κουβερτών στους δημοσιογράφους, αντιπροσώπους, πρεσβείες κ.ά.

2. Οι νέοι εξοπλισμοί κοινοποιούνται υποχρεωτικά σε διεθνείς οργανισμούς σε

συμμόρφωση προς την συμφωνία αφοπλισμού (CFE), την οποία έχουμε υπογράψει.

3. Όλα, μα όλα, τα περιοδικά του χώρου (JANES, DEFENCE NEWS κ.λπ.) δημοσιεύουν

λεπτομέρειες ύστερα από ελάχιστο χρόνο από την υπογραφή της σύμβασης.

Τα παραπάνω δεν αφορούν στα πολεμικά αεροσκάφη, για τα οποία έχουν δοθεί στη

δημοσιότητα πλήρη στοιχεία.

Θα κάνω συγκεκριμένες τις αιτιάσεις μου με δύο κραυγαλέες και χαρακτηριστικές περιπτώσεις:

­ Τελευταία βρίσκεται στο καταληκτικό στάδιο η διαδικασία επιλογής νέου

άρματος που θα ισχυροποιήσει το αρματικό δυναμικό του Στρατού μας.

Ο προς προμήθεια αριθμός αρμάτων ανέρχεται στα 250. Παράλληλος διαγωνισμός

εξελίσσεται στην Τουρκία με τον προς προμήθεια αριθμό να φθάνει τις 2.000! Οι

Τούρκοι, μάλιστα, δεν δίστασαν να «ξεσκαρτάρουν» έγκαιρα τα μη επιθυμητά, λόγω

επιχειρησιακών αδυναμιών, άρματα. Εδώ είναι εύλογο και πασιφανές το πόσο

πολλαπλασιαστικά υπεισέρχεται η ανάγκη ποιότητας. Το άρμα που θα πάρουμε

πρέπει να είναι το κορυφαίο.

Και ενώ οι διαδικασίες αξιολόγησης προχωρούν από το ΓΕΣ με μια καταπληκτική,

όντως, μεθόδευση και διαφάνεια, έρχονται επικεφαλής αμυντικής βιομηχανίας,

διορισμένοι και άσχετοι με την άμυνα νομενκλατούριοι και υπογράφουν «απόρρητη

και αποκλειστική» συμφωνία με μία από τις διαγωνιζόμενες για το άρμα

εταιρείες, με προφανή σκοπό και επιδίωξη να επηρεάσουν και να δρομολογήσουν

την επιλογή! Έτσι, τουλάχιστον, υποστηρίζεται. Και επιβεβαιώνεται από την

περίεργη άρνηση της διοίκησης τής εν λόγω εταιρείας να δώσει στοιχεία της

συμφωνίας ακόμη και στη γενική συνέλευση των μετόχων!

­ Όπως διάβασα έκπληκτος στο «Π» (4-2-99) επί μήνες γίνονταν διαπραγματεύσεις

για την αγορά αντιαεροπορικού βραχέος βεληνεκούς από συγκεκριμένη εταιρεία, η

οποία είχε επιλεγεί εννοείται ως ποιοτικά και οικονομικά πρώτη, υπό την κάλυψη

του «απορρήτου». Την τελευταία στιγμή όμως οι ιθύνοντες επέλεξαν, πάλι πίσω

από τα καπνογόνα του «απορρήτου», άλλα συστήματα που, όπως λέγεται, ήταν

τελευταία στη λίστα αξιολόγησης. Δίκαια σχολιάστηκε το γεγονός και από το

«ΒΗΜΑ» (14-2-99), που, όπως γράφει, βιάστηκαν, γρήγορα – γρήγορα, να τα

περάσουν από το ΚΥΣΕΑ με ημιτελείς διαπραγματεύσεις.

Αλλά γιατί τα λέμε; Στους εξοπλισμούς τηρείται, δυστυχώς και απαραδέκτως, ο

κανόνας της σιωπής.

Κανείς δεν φαίνεται διατεθειμένος να δώσει εξηγήσεις, να μας ενημερώσει με τι

υλικό εφοδιάζονται οι Ένοπλες Δυνάμεις και το τι πληρώνουμε, εμείς οι

φορολογούμενοι πολίτες. Σε ποιον, άραγε, πρέπει να απευθυνθούμε;

Ο Κων. Φράγκος είναι υποστράτηγος ε.α., DEA Σορβόννης στην Πολιτική Άμυνα.