Η ενωμένη Ευρώπη υπήρξε το όραμα δεκαετιών για την πλειοψηφία των πολιτικών

δυνάμεων της ηπείρου. Με αντιθέσεις και συγκρούσεις πολλαπλών συμφερόντων, το

όραμα της Ευρώπης ­ ενιαίας, οικονομικής, πολιτικής, κοινωνικής και

πολιτισμικής οντότητας στον σύγχρονο ανταγωνιστικό κόσμο ­ προχωρά και

εξελίσσεται. Δημιουργεί προσδοκίες αλλά και νέα πεδία αντιπαραθέσεων.

Η κοινοτική Ευρώπη αναμφισβήτητα ανέπτυξε προωθητικά χαρακτηριστικά:

­ Συνέβαλε στην ειρηνική συμβίωση των λαών στην ήπειρό μας, στην ανάπτυξη

κουλτούρας διαλόγου και συνεννόησης, στην άρση του ευρωπαϊκού σχίσματος, στον

τερματισμό της εποχής του Ψυχρού Πολέμου. Έτσι το όραμα της ενωμένης Ευρώπης

από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια, που κάποτε συντηρούσε απλά την ουτοπία,

εμφανίζεται στην αυγή του 21ου αιώνα ως ρεαλιστική προοπτική.

­ Σε συνθήκες ραγδαίας παγκοσμιοποίησης και έντασης του ανταγωνισμού των

ισχυρών οικονομικών δυνάμεων του πλανήτη, η κοινοτική Ευρώπη συνεχίζει να

αποτελεί το προνομιακό πεδίο για την ανάπτυξη των δημοκρατικών λειτουργιών, τη

διεύρυνση των κοινωνικών δικαιωμάτων και την υπεράσπιση των κοινωνικών κεκτημένων.


Στις ευρωπαϊκές εξελίξεις η Ελλάδα συμμετέχει την τελευταία εικοσαετία. Σήμερα

με μια σχετική απόσταση χρόνου και χωρίς τις ένθεν και ένθεν αγκυλώσεις του

παρελθόντος, μπορούμε με ευθύτητα να πούμε: Η Ελλάδα ωφελήθηκε από τη

συμμετοχή της στα ευρωπαϊκά δρώμενα. Δεν ωφελήθηκε όσο θα μπορούσε. Έχασε

χρόνο, έχασε δυνατότητες. Σπατάλησε πόρους και έχασε ευκαιρίες.

Με ευθύνη όσων κυβέρνησαν αυτά τα χρόνια τον τόπο, η Ελλάδα αφέθηκε να

κολυμπήσει στα ευρωπαϊκά νερά, χωρίς κανείς να φροντίσει να την μάθει

συστηματικά μπάνιο, χωρίς σταθερό σημείο εκκίνησης και συγκεκριμένο στόχο

τερματισμού. Την Ευρω-εχθρότητα της δεκαετίας του ’70 διαδέχθηκε ένας γενικός

Ευρω-εφησυχασμός της δεκαετίας του ’80. Και οι δύο εκδοχές στάθηκαν ανίκανες

να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα. Επικαλούμενη τις σοβαρές κυβερνητικές ευθύνες

δεν επιθυμώ να αποκρύψω τις ευθύνες των άλλων πολιτικών και κοινωνικών

δυνάμεων της χώρας, ούτε να παρακάμψω τις ευθύνες μεγάλου μέρους της Αριστεράς

που στάθηκε αρνητικά απέναντι στο ευρωπαϊκό εγχείρημα. Υπάρχουν τμήματα της

Αριστεράς που μέχρι και σήμερα αρνούνται να αντιμετωπίσουν την Ευρώπη ως

πραγματικότητα, ως το σύγχρονο υπερεθνικό πεδίο της κοινωνικής αντιπαράθεσης,

αντιπροτείνοντας ουσιαστικά έναν αδιέξοδο εθνικό απομονωτισμό.

Παρά ταύτα, οφείλω να υπογραμμίσω ότι ο Συνασπισμός από το 1992 είχε με

ευθύτητα διακηρύξει ότι «η Ελλάδα μπορεί», προτείνοντας ταυτόχρονα και ένα

συγκεκριμένο πρόγραμμα σύγκλισης με στόχο την επίτευξη των οικονομικών στόχων

αλλά ταυτόχρονα και την εξασφάλιση όρων κοινωνικής συνοχής.

Δύο προκλήσεις για την Ευρώπη

Σήμερα η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε νέες σοβαρές προκλήσεις. Δύο από αυτές

οριοθετούν κυρίως το σύγχρονο πεδίο της πολιτικής αντιπαράθεσης.

1 Η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς τις νέες δημοκρατίες της

Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, την Κύπρο και τα Βαλκάνια αποτελεί κεντρική

πολιτική επιλογή. Η Ελλάδα ως η μόνη ευρωπαϊκή χώρα των Βαλκανίων έχει

υποχρέωση αλλά και εθνικό συμφέρον να προωθήσει αυτή την πολιτική, χωρίς

ταλαντεύσεις. Η ευρωπαϊκή Αριστερά οφείλει να αναλάβει εμπράκτως το σχετικό

κόστος. Γιατί η διεύρυνση σηματοδοτεί την προοπτική της Ευρώπης στο σύγχρονο

κόσμο και το αξιακό περιεχόμενο της ευρωπαϊκής ενοποίησης.

Το πρόβλημα της σύγχρονης μετανάστευσης απελπισμένων ανθρώπων εξελίσσεται τα

τελευταία χρόνια σε νέο κέντρο πολιτικο-ιδεολογικών συγκρούσεων. Φαινόμενα

ρατσισμού, ξενοπληξίας και εθνικιστικών παροξυσμών πυροδοτούν συχνά

ανεπίτρεπτες εκρήξεις που παραπέμπουν σ’ ένα μαύρο παρελθόν. Η διαμόρφωση μιας

ανοιχτής σχέσης της Ευρώπης με τον υπόλοιπο κόσμο και μιας σοβαρής πολιτικής

για τη μετανάστευση συνιστούν πεδίο δοκιμασίας των διακηρύξεων περί ευρωπαϊκών

ανθρωπιστικών αξιών και των θεμελιωδών αρχών του κοινού ευρωπαϊκού πολιτισμού.

2 Ευρώπη δεν είναι μόνο το ευρώ, τα υπερεθνικά όργανα και οι συνθήκες.

Η Ευρώπη των 20 εκατομμυρίων ανέργων, των 50 εκατομμυρίων φτωχών, των 10

εκατομμυρίων μεταναστών είναι επίσης παρούσα. Οι μέχρι σήμερα πολιτικές είτε

αγνόησαν τα κοινωνικά προβλήματα με τη λογική του αναγκαίου κακού, είτε στην

καλύτερη περίπτωση πήραν κάποια μέτρα για τη μη εξάπλωσή τους.

Έτσι όμως, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα βρεθεί σύντομα αδύναμη να εξασφαλίσει τη

συνοχή της, να προωθήσει την όποια αναπτυξιακή της προοπτική, να πείσει τους

Ευρωπαίους και τις Ευρωπαίες ότι το εγχείρημα δεν αφορά μόνο τους σχεδιασμούς

της οικονομικής ολιγαρχίας και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας αλλά την ίδια τη ζωή

τους, το επίπεδο διαβίωσής τους και το μέλλον τους.

Η σημερινή πρόκληση για την ενωμένη Ευρώπη είναι οι συγκεκριμένες απαντήσεις

που πρέπει να δοθούν για την ανεργία, τη νέα φτώχεια και την περιθωριοποίηση

σημαντικών τμημάτων Ευρωπαίων πολιτών. Αυτές οι πολιτικές οφείλουν να

συμβαδίσουν με τις πολιτικές της οικονομικής σύγκλισης και της θεσμικής

διεύρυνσης της Ευρώπης, αποκτώντας ρόλο προτεραιοτήτων.

Νέα διλήμματα και διαχωριστικές γραμμές

Η Ευρώπη αποτελεί ένα δημοκρατικό μόρφωμα σε εξέλιξη. Η ίδια η κινητήρια

δύναμη της ευρωπαϊκής ιδέας είναι κυρίως αυτή: η εξέλιξη και η προσαρμογή στα

νέα δεδομένα ενός υπερεθνικού περιβάλλοντος που επηρεάζει και επηρεάζεται.

Σήμερα η Ευρώπη βρίσκεται σε μια κρίσιμη όσο και ενδιαφέρουσα καμπή. Η

Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) είναι πλέον πραγματικότητα. Μια

πραγματικότητα που θέτει εξ αντικειμένου την πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης

σε διαφορετική, πιο εξελιγμένη φάση. Η προώθηση της πολιτικής ένωσης

καθίσταται υπόθεση εξαιρετικής σημασίας.

Από αυτήν εν πολλοίς εξαρτάται η πορεία των πραγμάτων έτσι ώστε η ευρωπαϊκή

ενοποίηση να μην αφυδατωθεί σε ένα μηχανισμό συναλλαγών που θα αφορά

τραπεζίτες και διεθνείς επενδυτές και ελάχιστα τη ζωή των Ευρωπαίων πολιτών.

Τα θέματα της διεύρυνσης, της πολιτικής ολοκλήρωσης, της ΟΝΕ και οι προοπτικές

της κοινωνικής Ευρώπης είναι τα θέματα που κυριαρχούν και διαμορφώνουν τα

σύγχρονα πολιτικά διλήμματα και διακυβεύματα. Ένας σύγχρονος αριστερός

Ευρωπαϊσμός οικοδομείται σ’ αυτούς τους άξονες. Σηματοδοτεί το στοίχημα για

την επιστροφή της πολιτικής στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.

Η επίσημη καθιέρωση του ευρώ είναι σημαντικό βήμα αλλά δεν αρκεί. Οι

διαφαινόμενες προοπτικές δεν είναι μονοσήμαντες. Θα είναι θετικές αν τις

εξελίξεις διαχειρισθεί η κοινωνία και η πολιτική και όχι οι ανεξέλεγκτες

δυνάμεις της αγοράς. Αν τους συσχετισμούς δυνάμεων διαμορφώνουν δυνάμεις που

επιμένουν σε διαχρονικές αξίες: στην ισότητα, την αλληλεγγύη, τη δημοκρατία,

την απασχόληση, την αειφορική ανάπτυξη, τη φιλική συνύπαρξη με τη φύση και τον

υπόλοιπο κόσμο.

Εθνικό σχέδιο δράσης για την μετά ΟΝΕ εποχή

Η Ελλάδα βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από την ένταξή της στην ΟΝΕ. Με

δοσμένες τις δυσκολίες, τις καθυστερήσεις και τις ανεπάρκειες, η ένταξη της

Ελλάδας στην ΟΝΕ συνιστά σημαντικό γεγονός. Δεν είναι μονόδρομος αλλά καίρια

πολιτική επιλογή. Επιλογή με κόστος που δεν είναι δυνατόν να καταβάλλεται

μονομερώς. Τα προβλήματα που θα προκύψουν από την ένταξη στο ευρώ απαιτούν

έγκαιρη αντιμετώπιση. Η μετάθεσή τους για το μέλλον, ύστερα από την επίτευξη

του στόχου, απλώς αναπαράγει τα λάθη του παρελθόντος.

*Είναι κοινά αποδεκτό ότι η Ελλάδα μπαίνει στην ΟΝΕ υστερώντας σε

υποδομές, και χωρίς τα αναγκαία επίπεδα επιχειρηματικής κλαδικής και

περιφερειακής ανταγωνιστικότητας. Δημιουργούνται έτσι κίνδυνοι παραγωγικών

αποδιαρθρώσεων. Είναι ανάγκη να ληφθούν άμεσα μέτρα για την προστασία

συγκεκριμένων κλάδων αλλά και την προετοιμασία του παραγωγικού ιστού της χώρας

για ανταγωνιστική λειτουργία.

*Τις εξελίξεις μετά την ΟΝΕ ορισμένα κοινωνικά στρώματα του πληθυσμού

θα βρεθούν ανέτοιμα να τις παρακολουθήσουν (αγρότες, επιστήμονες γενικών

κατευθύνσεων, ανειδίκευτοι νέοι και γυναίκες). Χρειάζεται πρόγραμμα αναγκαίων

προσαρμογών των κοινωνικών αυτών ομάδων, με στόχο την ομαλή ένταξή τους ή τον

επαναπροσανατολισμό τους.

*Ιδιαίτερος σχεδιασμός είναι ανάγκη να υπάρξει στον τομέα της παιδείας

και του πολιτισμού. Σχεδιασμός που οφείλει να περιλαμβάνει ως συστατικό

στοιχείο την ενσωμάτωση και αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών και επιτευγμάτων

στους καίριους αυτούς τομείς. Στόχος μας πρέπει να είναι η ανταγωνιστική

παρουσία των ελληνικών γραμμάτων και του ελληνικού πολιτισμού, που αποτελούν

πολύτιμο εθνικό εφόδιο, στο σύγχρονο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.

Με ανάλογες προτεραιότητες χρειάζεται να εκπονήσουμε και να υιοθετήσουμε ένα

εθνικό σχέδιο δράσης που θα εξασφαλίσει την επιβίωση της ελληνικής κοινωνίας

στο νέο κεφάλαιο της ευρωπαϊκής προοπτικής.