Ι Η ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ είναι το αρχαιότερο κοινωνικό κεκτημένο. Φύσει πολιτικά

ζώα οι άνθρωποι μετέχουν ο ένας στη ζωή του άλλου και όλοι συναρτώνται στις

δραστηριότητες της κοινότητας σε ρόλους που εναλλάσσονται και μεταβάλλονται ιστορικά.

Η ίδια η συμβίωση και η μετακίνηση, η ανταλλαγή των προϊόντων που παράγονται,

αλλά κυρίως η διακίνηση ιδεών και πληροφοριών, όπως εξελίχθηκε από τον λόγο

στη γραφή και από την τυπογραφία στα ηλεκτρονικά μέσα και την κυβερνητική,

καθιστούν τα άτομα κοινωνούς της τοπικής, αργότερα της εθνικής και ήδη της

δυνάμει παγκόσμιας ομαδικότητας.

Αποφασιστική ώθηση στην κυκλοφορία ιδεών και πληροφοριών έδωσε η «δημοσίευσις»

κατά την έκφραση των νεοελλήνων διαφωτιστών, η δημοσιότητα δηλαδή ως

οργανωτική αρχή των σύγχρονων ανοιχτών κοινωνιών.

Η φανερή δράση που επιβάλλεται πλέον σε κάθε δημόσια, αλλά και ιδιωτική

ενεργητικότητα με γενικότερη σημασία, σε κάθε σχεδόν πράξη «προς έτερον»,

διεύρυνε το περιεχόμενο της επικοινωνίας ως το σημείο, ώστε η κλασική αντίληψη

του ιδιωτικού και του απορρήτου να έχει υποχωρήσει ουσιαστικά. Τα μαζικά μέσα

επικοινωνίας κατέστησαν έτσι ο «μεγάλος αδελφός» της ανθρώπινης οικογένειας,

που εποπτεύει τον οικουμενικό χώρο και τείνει να εγκαθιδρύσει την αυθεντία

μιας νέας κυριαρχίας.

Ο Τύπος θεωρήθηκε αρχικά ως «τέταρτη» εξουσία κατ’ αντιδιαστολή και σε

αντιπαράθεση προς τις κατεστημένες κρατικές λειτουργίες, ως θεσμοποιημένη

αμφισβήτηση, για να καταλήξει σήμερα, με τη μορφή πρωταρχικά των

ραδιοτηλεοπτικών μέσων και των πληροφορικών δικτύων, σε αυτόνομη πηγή

δραστικής παρέμβασης στο ιστορικό γίγνεσθαι, η οποία εξικνείται ως τον

ετεροκαθορισμό των ανθρώπων βάσει της επικοινωνιακής πραγματικότητας, του

ειδώλου του κόσμου ως θεάματος. Η επικοινωνία αποβαίνει έτσι η επίκαιρη

απειλή, ανάλογη ίσως με τον κίνδυνο της καταστροφής του περιβάλλοντος και του πλανήτη.

ΙΙ Αυτή η απαξιωτική κάθοδος της μαζικής επικοινωνίας ­ που

συστοιχείται με τη μαζικοποίηση της κοινωνίας στη σύγχρονη πολεομορφική εκδοχή

της ­ από τον παράδεισο των συλλογικών αγαθών στο καθαρτήριο των επικίνδυνων

δραστηριοτήτων, ενέχει και ηθικολογική σχηματοποίηση και δογματική ανεπάρκεια.

Το δικαίωμα στην έκφραση των στοχασμών και στην ενημέρωση, στη διάδοση δηλαδή

και άντληση πληροφοριών, η ελευθερία της αμφίδρομης σχέσης πομπού και δέκτη

μηνυμάτων, είναι τόσο ουσιώδη και αυτονόητα στοιχεία, ποσοτικά και ποιοτικά,

του ανθρώπινου λόγου, της κοινωνικότητας και του πολιτισμού, ώστε η

δαιμονολογική προσέγγισή τους ως πηγής δεινών και φαύλων, παραβλέπει ότι η

επικοινωνία μετέχει και της αρχής της δημοκρατίας και του κανόνα της

ελευθερίας.

«Δάμω δ’ ανταγορίην ήμεν και κράτος» κατά τη Ρήτρα του Λυκούργου, το

αρχαιότερο ελληνικό σύνταγμα, που δεν επέζησε των αντιξοοτήτων της ιστορικής

συγκυρίας. Η εξουσία του λαού βασίζεται στον διάλογο που διεξάγεται στην αγορά

του δήμου. Η ελευθερία της γνώμης και του Τύπου είχε στις ιστορικές καταβολές

της τον χαρακτήρα τον οποίο διατηρεί πάντα, ήταν και είναι η ελευθερία από τον

έλεγχο της πολιτικής εξουσίας ως προς την άσκηση ελέγχου πάνω σ’ αυτήν, όπως

επισημαίνει ο Αριστόβουλος Μάνεσης.

Η επικοινωνία συγκαταλέγεται στα θεμελιώδη δικαιώματα.

Η άσκησή της κατά τρόπο καταχρηστικό της δεσπόζουσας θέσης της και βλαπτικό

για τα άλλα δικαιώματα του ανθρώπου ανάγεται στην ικανότητα του συστήματος

προστασίας αυτών των «φυσικών και απαράγραπτων» εξουσιών της ατομικής και

συλλογικής αυτονομίας να αποκλείει την τελική αντίφαση στις περιπτώσεις

συγκρούσεως των δικαιωμάτων αυτών. Οι κώδικες δεοντολογίας των μέσων, ως το

optimum όριο της δημοσιότητας, η εγγυοδοτική δράση ανεξαρτήτων αρχών, όπως

είναι το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο και ο Συνήγορος του Πολίτη, η

συνειδητή αντίσταση των πολιτών στην προσπάθεια χειραγώγησης, ευτελισμού και

πολιτισμικής ισοπέδωσης, ο περιορισμός των μονο- ή ολιγο- πωλιακών συνθηκών

στο καθεστώς εκμετάλλευσης των μέσων επικοινωνίας και τελικά ο λελογισμένος

δικαστικός έλεγχος, αποτελούν αναγκαία μέτρα στάθμισης κατά περίπτωση της

ελευθερίας της γνώμης και της ενημέρωσης σε σχέση με το δικαίωμα να είσαι

άνθρωπος στις άλλες εκδηλώσεις του.

Η ανάπτυξη όμως ενός απαγορευτικού και τιμωρητικού πνεύματος κατά των ΜΜΕ

ανάγει τη δυσλειτουργία ενός αναγκαίου επίσης θεσμού, όπως αυτοί που

προστατεύουν τα άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, σε λόγο ουσιαστικής κατάργησής του.

Πρόκειται για αντίληψη που μειώνει την αποτελεσματικότητα του πλέγματος

σεβασμού των δικαιωμάτων του ανθρώπου στο σύνολό τους. Η έλλειψη διαφάνειας

και η λογοκρισία είναι ασυμβίβαστες με το αίτημα της ελευθερίας, που, όση και

όποια διαθέτουμε, κατακτήθηκε με αγώνες και θυσίες και παραμένει

αδιαπραγμάτευτη και, για τους ρομαντικούς που επιμένουν, εφαλτήριο νέων διεκδικήσεων.

ΙΙΙ Ο περιορισμός ή η αναίρεση των θεμελιωδών δικαιωμάτων επιχειρήθηκε

πάντοτε στο όνομα θεμιτών επιδιώξεων, που κάθε φορά εξαγγέλθηκαν ειλικρινά ή

υποκριτικά. Την ίδια ανάπηρη ελευθερία ευαγγελίζονται σήμερα όσοι υποδεικνύουν

τον αστυνομικό έλεγχο των media ως μέσο αναβάθμισης της δημόσιας ζωής και της

ποιότητάς της.

Στη μεταβατική περίοδο που διανύει η ανθρωπότητα στο τέλος αυτής της χιλιετίας

αναζητούνται οι νέες ιστορικές συνθέσεις ως έξοδοι προς ένα μέλλον άξιο του

ανθρώπου ως έλλογου όντος και κύριου της μοίρας του.

Η επικοινωνία εξ ορισμού είναι μέσο επαφής, κατανόησης και συνεργασίας,

ανάπτυξης κοινοτικού πνεύματος, του οποίου η διάχυση είναι τόσο περισσότερο

αναγκαία, όσο περισσότερο κυριαρχεί η ιδέα του ανταγωνισμού και της επιβολής

σ’ έναν αγοραίο κόσμο, που δεν τον παρηγορεί η αλληλεγγύη και η

συντροφικότητα.

Το οικουμενικό χωριό δεν είναι οπωσδήποτε το πεδίο επιβολής των μέσων, αλλά

και ο χώρος συνάντησης και γνωριμίας των διαφορετικοτήτων σε αναζήτηση της

ηθικής συγγένειας, της κοινής δηλαδή ευθύνης όλων των ανθρώπων για τη

διατήρηση ενός κόσμου βιώσιμου, ειρηνικού, ελεύθερου, αναπτυγμένου και

δίκαιου, όπως τον οραματίζεται η Οικουμενική Διακήρυξη του 1948 και οι ελπίδες

εκείνων κυρίως που εξακολουθούν να υφίστανται τις συνέπειες της καθυστέρησης,

της ανισότητας, της ανελευθερίας, της εκμετάλλευσης και της βίας.

Η επικοινωνία, λόγω της εμβέλειας των μέσων, εμπεριέχει, πέραν των δυνατοτήτων

του χείρονος, όπως κάθε τεχνολογική ευχέρεια, την ιστορική ευκαιρία να

ιχνηλατηθούν επί τέλους όχι μόνο ορισμένες ελευθερίες, αλλά η κατάκτηση της

αλληλεγγύης και της συνεργασίας σε οικουμενική βάση και σ’ ένα απώτερο αύριο,

το ίδιο το άγνωστο ακόμα πρόσωπο της Ελευθερίας.