Η πτώση του κυβερνώντος κόμματος υπήρξε διάχυτη και δύσκολα μπορεί να αποδοθεί

σε ένα και μόνον αίτιο. Στο εκλογικό αποτέλεσμα συναρθρώνονται πολυάριθμοι

παράγοντες, που δεν είναι δυνατόν να διαχωρισθούν ή να αποτιμηθούν απομονωμένοι.

ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ στους εκλογικούς συσχετισμούς των νομών που παρατηρούνται, οι

ανακατατάξεις στις κομματικές συμμαχίες που εμφανίσθηκαν, η άμβλυνση των

ιστορικών διαιρετικών τομών, ο άνισος βαθμός συσπείρωσης μεταξύ κυβερνώντος

κόμματος και αντιπολίτευσης, η υφέρπουσα πολιτική και κοινωνική δυσαρέσκεια,

οι εσωκομματικές αλλά και οι προσωπικές διενέξεις, η (μικρή) ροπή μερίδας του

εκλογικού σώματος προς την αποχή και τις αντιεκλογικές πρακτικές (λευκά /

άκυρα), όλα αυτά, επέδρασαν σωρευτικά και διαμόρφωσαν το τελικό εκλογικό

αποτέλεσμα. Η ανάλυση που ακολουθεί εντοπίζεται στις 14 Νομαρχίες που έχασε το

ΠΑΣΟΚ. Βασίζεται στη συγκριτική μελέτη της πολιτικής ταυτότητας αυτών των

Νομαρχιών και προσπαθεί να προσδιορίσει τη συνεισφορά των επιμέρους παραγόντων

στην ερμηνεία του εκλογικού αποτελέσματος.

1 Οι αλλαγές στις κομματικές συμμαχίες

Οι ανακατατάξεις στις κομματικές συμμαχίες ήταν ο παράγοντας που επικαθόρισε

το εκλογικό αποτέλεσμα στις περισσότερες των περιπτώσεων (πίνακας 1). Σε

δώδεκα από τις δεκατέσσερις Νομαρχίες που κέρδισε από το ΠΑΣΟΚ, η Ν.Δ.

κατέβηκε συνεργαζόμενη με την Πολιτική Άνοιξη (εξαιρέσεις: η Αιτωλοακαρνανία,

όπου κατέβηκε αυτόνομη, και τα Χανιά, όπου η ΠΟΛ.ΑΝ. συνεργάσθηκε με το

ΠΑΣΟΚ). Επιπλέον, αυτή τη φορά επέλυσε και τα σοβαρά προβλήματα εσωκομματικής

συνοχής που είχε αντιμετωπίσει στις Νομαρχιακές του 1994 σε τέσσερις

περιπτώσεις: Πιερία / Ζαρκανέλας (17,9%), Φλώρινα / Γεωργιάδης (7,9%),

Καρδίτσα / Μπουρλής (5,3%) και Αιτωλοακαρνανία / Λαϊνάς (11,9%). Αντιθέτως, η

έλλειψη συμμαχιών αποτέλεσε βασικό μειονέκτημα του κυβερνώντος κόμματος. Το

ΠΑΣΟΚ διέρρηξε τη συνεργασία που είχε συγκροτήσει το 1994 με τον Συνασπισμό σε

έξι από αυτές, διατηρώντας την μόνο σε τρεις (Φλώρινα, Καρδίτσα, Φθιώτιδα). Σε

όλες τις υπόλοιπες κατήλθε αυτόνομο. Επιπλέον στην Άρτα (Τζαδήμας) και στα

Χανιά (Κατσανεβάκης) το ΠΑΣΟΚ είχε να αντιμετωπίσει, στα αριστερά του, την

αποτελεσματική, όπως φάνηκε εκ των υστέρων, νεοαναδυόμενη συμμαχία ΔΗΚΚΙ – ΣΥΝ.

2.Η διάρρηξη της εσωκομματικής (κοινωνικής) συνοχής


Το φαινόμενο της διάρρηξης της κοινωνικής συνοχής του ΠΑΣΟΚ είναι γενικευμένο.

Γίνεται δε περισσότερο εμφανές στην περιοχή της πρωτεύουσας (βλέπε χάρτες

παραπλεύρως). Σε δύο Νομαρχίες, οι υποψήφιοι του ΠΑΣΟΚ αντιμετώπιζαν

«αντάρτες»: Καρδίτσα / Παπακυρίτσης (7,5%) και Δωδεκάνησα / Κωστόπουλος

(25,7%). Επιπλέον, σοβαρό πρόβλημα εσωκομματικής συνοχής αντιμετώπιζε και σε

πέντε από τις αντίστοιχες πρωτεύουσες των νομών: Καβάλα, Κατερίνη, Καρδίτσα,

Ρόδο, Χαλκίδα, καθώς και σε Αθήνα – Πειραιά.

Από την άλλη πλευρά, ιδίως στα Δωδεκάνησα και στα Χανιά, όπου ο εκλογικός

συσχετισμός είναι συντριπτικός υπέρ του ΠΑΣΟΚ, η ήττα θα πρέπει να αποδοθεί

κυρίως στη δυσαρέσκεια από τα πρόσωπα και στις εσωκομματικές αντιπαραθέσεις

που οδήγησαν σε τοπική κοινωνική και πολιτική διάσπαση της βάσης του κόμματος.

3. Αποχή, λευκά, άκυρα


Το δυσμενές για το ΠΑΣΟΚ εκλογικό αποτέλεσμα δεν μπορεί να εξηγηθεί

αποκλειστικά από την αύξηση της αποχής και των λευκών / ακύρων μεταξύ Α’ και

Β’ γύρου. Κατά κανόνα, στις δημοτικές και (πλέον) στις νομαρχιακές εκλογές, το

ποσοστό της αποχής τείνει να είναι υψηλότερο από ό,τι στις βουλευτικές.

Πρόκειται, αναμφίβολα, για μια επικίνδυνη τάση, που υπονομεύει το κομματικό

και πολιτικό σύστημα. Η περαιτέρω αύξηση της αποχής, εντούτοις, μεταξύ Α’ και

Β’ γύρου, είναι σε μεγάλο βαθμό αναμενόμενη. Παρά τα γραφόμενα, αντίστοιχο

φαινόμενο είχε παρατηρηθεί, και μάλιστα σε μεγαλύτερη έκταση, και το 1994. Δεν

πρέπει να αποδοθεί, ούτε αποκλειστικά, ούτε κυρίως, σε συνειδητή πολιτική

πρακτική. Σε μεγάλο βαθμό οφείλεται, αφενός στην αδυναμία κινητοποίησης των

κομματικών μηχανισμών και αφετέρου σε μη – πολιτικούς λόγους, όπως η

γεωγραφική απόσταση, το κόστος μεταφοράς κ.λπ. Μόνον στις μισές Νομαρχίες η

αύξηση της αποχής μεταξύ Α’ και Β’ γύρου υπερβαίνει το 5% (πίνακας 1). Η

μεγαλύτερη σημειώθηκε στην Καρδίτσα (8,8%, έναντι 18,4% το 1994), στη Φθιώτιδα

(7,7%, έναντι 14,3% το 1994) και στην Άρτα (7,1%, έναντι 16,5% το 1994). Σε

αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να θεωρηθεί ότι επηρέασε σχετικά το εκλογικό αποτέλεσμα.

Παράλληλα, η επιπλέον ποσοστιαία αύξηση των λευκών / ακύρων (μεταξύ Α’ και Β’

γύρου) διατηρεί κάποια σημασία και επηρέασε το αποτέλεσμα μόνον σε τέσσερις

περιπτώσεις. Σάμος (+3,2%), Βοιωτία (+3,1%), Άρτα (+2,6%), Αθηνών / Πειραιώς

(+2,4%). Επομένως, ούτε και η αύξηση των λευκών / ακύρων συνιστά τον κυριότερο

παράγοντα για τις απώλειες του ΠΑΣΟΚ. Πολύ περισσότερο μάλιστα, δεν μπορεί να

αποδοθεί αποκλειστικά μόνο στο ΚΚΕ. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι, αν και η

άρση των διαχωριστικών γραμμών είναι δεδομένη για ένα τμήμα του εκλογικού

σώματος, η γραμμή του ΚΚΕ δεν υιοθετήθηκε από τους οπαδούς του παντού στην

ίδια έκταση. Σύμφωνα, π.χ., με τα στοιχεία του exit poll της V-PRC/ΕΡΤ, οι

ψηφοφόροι του, ενώ στον Δήμο Πειραιά ψήφισαν λευκό / άκυρο σε ποσοστό 47% και

Φωτίου 28%, στον Δήμο Θεσσαλονίκης, όπου ενεργοποιήθηκαν τα «αντιδεξιά»

αντανακλαστικά, υπερψήφισαν μαζικά Λαζαρίδη (57%), περισσότερο μάλιστα από

ό,τι οι ψηφοφόροι του ΣΥΝ (54,5%), και μόνον 31% επέλεξε λευκό ή άκυρο. Εν

κατακλείδι, η στάση του κόμματος επέδρασε ­ συγκριτικά ­ περισσότερο στη

διαμόρφωση του εκλογικού αποτελέσματος σε τρεις περιπτώσεις: στην Καρδίτσα,

στη Σάμο και στη διευρυμένη Νομαρχία Αθηνών / Πειραιώς.

4.Οι αλλαγές στον εκλογικό συσχετισμό δυνάμεων


Οι αλλαγές των εκλογικών συσχετισμών εις βάρος του ΠΑΣΟΚ (είτε προς τα Δεξιά,

είτε προς τα Αριστερά) ερμηνεύουν σε αρκετές περιπτώσεις την ήττα του ΠΑΣΟΚ.

Ήδη από τις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές του 1996, με την εμφάνιση του

ΔΗΚΚΙ, που περιόρισε την επιρροή του ΠΑΣΟΚ, και την εκλογική κάμψη της

ΠΟΛ.ΑΝ., ο συσχετισμός δυνάμεων ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και στη Ν.Δ. έχει ανατραπεί

σε όλες τις περιπτώσεις προς όφελος της Ν.Δ. Η Ν.Δ. είχε αποκτήσει το

προβάδισμα σε έξι από τις δεκατέσσερις Νομαρχίες, χωρίς να υπολογίζεται στη

δύναμή της η εναπομείνασα επιρροή της ΠΟΛ.ΑΝ. (πίνακας 2). Σε άλλες τρεις

(Ημαθία, Αιτωλοακαρνανία, Αθηνών – Πειραιώς), αν συνυπολογισθεί και η δύναμη

της ΠΟΛ.ΑΝ., το προβάδισμα του ΠΑΣΟΚ έτεινε από το 1996 να είναι οριακό

(περίπου 2%). Η ανατροπή του εκλογικού συσχετισμού που έχει συντελεσθεί, ενώ

δεν επαρκεί ως αποκλειστικός ερμηνευτικός παράγων σε αρκετές περιπτώσεις,

αρκεί, εντούτοις, για να ερμηνεύσει ικανοποιητικά την απώλεια της διευρυμένης

Νομαρχίας Δράμας / Καβάλας / Ξάνθης, την οποία το ΠΑΣΟΚ είχε κερδίσει το 1994

οριακά (πίνακας 1). Ήδη από το 1996 και χωρίς την ενίσχυση της ΠΟΛ.ΑΝ., η Ν.Δ.

είχε προηγηθεί σε αυτήν κατά 6,5 εκατοστιαίες μονάδες.

Σε δέκα Νομαρχίες, έναντι τεσσάρων, το εκλογικό αποτέλεσμα δεν φαίνεται να

συνδέεται έντονα με θεαματική αύξηση στη δύναμη των κομμάτων της Αριστεράς. Ως

προς το ΚΚΕ, η σύγκριση της νομαρχιακής του επιρροής (όπως καταγράφεται στον

Α’ γύρο) με τη βουλευτική, παρουσιάζει ενδιαφέρον μόνο στην περίπτωση της

Καρδίτσας, όπου εμφανίζει σημαντική αύξηση (+9,0%). Είναι δε πιθανόν, αυτή η

ενίσχυση να πραγματοποιείται εις βάρος της Ν.Δ. (όπως και στη Λάρισα) και όχι

του ΠΑΣΟΚ. Η γενικότερη ενίσχυση του ΚΚΕ στη Θεσσαλία θα πρέπει να αποδοθεί

στην αγροτική δυσαρέσκεια που εκδηλώνεται στην περιφέρεια τα τελευταία χρόνια.

Μικρή άνοδο (στα επίπεδα των Ν94) παρουσιάζει στην πρωτεύουσα (Αθηνών /

Πειραιώς, +3,6%) και στη Βοιωτία (+2,4%), ενώ στους υπόλοιπους νομούς

παρουσιάζεται στασιμότητα. Αντίστοιχα, το ΔΗΚΚΙ εμφανίζει, ως προς τις

βουλευτικές, σημαντική αύξηση μόνο σε δύο νομούς: 1) στην Άρτα (που άλλωστε

αποτελεί και τον καλύτερο νομό του κόμματος +12,4%), λόγω της υποστήριξης του

κ. Τζαδήμα (στελέχους του) και της επιτυχημένης συμμαχίας του με τον

Συνασπισμό, και 2) στα Δωδεκάνησα, λόγω της υποστήριξης του «αντάρτη» κ.

Κωστόπουλου, ο οποίος διέσπασε την εκλογική βάση του ΠΑΣΟΚ στον νομό (25,7%).

Ο ΣΥΝ αυξάνει την επιρροή του σημαντικά μόνο στη Βοιωτία (+6,2%), λόγω της

υποψηφιότητας του κ. Κουρκούτη (παλαιού δημάρχου Θήβας – 10,6% στον Α’ γύρο)

και θεαματικά στα Χανιά (+25,5%), όπου υποστήριξε, από κοινού με το ΔΗΚΚΙ, το

στέλεχός του, τον παλιό και επιτυχημένο δήμαρχο Χανίων, κ. Κατσανεβάκη.

5. Κοινωνική και πολιτική δυσαρέσκεια

Υπάρχουν ακόμη τέσσερις νομοί: η Βοιωτία, η Εύβοια, η Ημαθία και η

Αιτωλοακαρνανία, όπου το αποτέλεσμα καταγράφει μια θεαματική μεταβολή στις

προτιμήσεις του εκλογικού σώματος. Πρόκειται για ιστορικά προνομιακές περιοχές

κυριαρχίας του ΠΑΣΟΚ, στις οποίες το κυβερνών κόμμα, όχι μόνον είχε

εξασφαλίσει το 1994 άνετη επικράτηση, αλλά και μέχρι και τις προηγούμενες

βουλευτικές εκλογές διατηρούσε σαφές προβάδισμα (πίνακας 2). Εδώ, ο παράγων

που φαίνεται να επέδρασε περισσότερο στο εκλογικό αποτέλεσμα είναι, ασφαλώς, η

πολιτική και κοινωνική δυσαρέσκεια προς τη διακυβέρνηση, που εκδηλώνεται

εντονότερα σε αυτές τις περιοχές της χώρας. Στην ίδια κατηγορία θα πρέπει να

ενταχθεί και η διευρυμένη Νομαρχία Αθηνών – Πειραιώς, όπου όμως οι

αντιεκλογικές πρακτικές (λευκά / άκυρα) προσλαμβάνουν εντυπωσιακές διαστάσεις.

Στη διευρυμένη Νομαρχία Αθηνών / Πειραιώς τα λευκά / άκυρα του Β’ γύρου

ανέρχονται περίπου σε 218.000 (!), ποσοστό 14,8% (έναντι 188.000 στον Α’ γύρο,

12,4%). Είναι δεδομένο, ότι στα μεγάλα αστικά κέντρα ο «αντικομματισμός» και

οι τάσεις αποδόμησης του μεταπολιτευτικού κομματικού συστήματος εκδηλώνονται

εντονότερα και με ταχύτερους ρυθμούς.