Δεν ξέρω ποιος είχε πράγµατι τη φαεινή ιδέα να ξαναφέρει στο προσκήνιο το ζήτηµα της νοµιµοποίησης των αυθαιρέτων, και µάλιστα για λόγους εισπρακτικούς. Και είναι προς τιµήν της υπουργού που το απέρριψε. Το Σύνταγµα επικαλέσθηκε η κ. Μπιρµπίλη πουθεωρεί τους πολίτεςισότιµους απέναντι στον νόµο, κάτι που αν είχε εφαρµοστεί γενικότερα θα είχε περιορίσει την οικιστική βαρβαρότητα και θα µας είχε γλιτώσει από τα κρυφά και ανοµολόγητα ελλείµµατα στον περιβαλλοντικό µας προϋπολογισµό: αυτά δηλαδή που τα πληρώνουµε όλοι µαζί ενώ τα οφέλη τα καρπούνται µόνο οι παρανοµούντες.

Να θυµίσουµε για την ιστορία ότι περίπου το 40% των κτισµάτων ανάτην επικράτεια είναι αυθαίρετα, ότι επιβαρύνουνδυσανάλογα τα δηµόσια και δηµοτικά ταµεία για υποδοµές (φως, νερό, αποχέτευση κ.λπ.) καθότι στην πλειονότητά τους είναι εκτός σχεδίου, και ότι δεν αφορούν πλέον µόνο τους πληβείους των δεκαετιών της στέρησης,αλλά εξίσου τις τάξεις των ευπόρων όσο και τις νεόπλουτες παραφυάδες τους. Μερικά εκατοµµύρια συµπολιτών µας δηλαδή που καταλαµβάνονται από ιερή αγανάκτηση στο άκουσµα της φράσης «όλοι µαζί τα φάγαµε», ίσως γιατί δεν αντέχουν τις ενοχές τους.

Αλλωστε, η τελευταία (προεκλογική) απόπειρα για τη ρύθµιση των αυθαιρέτων επί Βάσως Παπανδρέου δεν δικαίωσε τις προσδοκίες κανενός, αφού µόνο 100.000 απ’ αυτά δηλώθηκαν (δηλαδή περίπου το 5%) και πολλές αιτήσεις ακόµη εκκρεµούν στις τοπικές πολεοδοµίες. Δεν ξέρω τι εισέπραξε το Δηµόσιο, αλλά σίγουρα από τότε έχουν κτιστεί πολλά περισσότερα αφού ουδείς έχασε την ιδιοκτησία του – το Κτηµατολόγιο αρνήθηκε να παρέµβει και να τα καταγράψει – και ουδείς πείσθηκε ότι οι συνέπειες της µη συµµόρφωσης είναι χειρότερες από τον σεβασµό στη νοµιµότητα. Ουδείς πείσθηκε ότι δεν θα λάβει ρεύµα, νερό και δίκτυα αν αποφασίσει να χτίσει µέσα σε δάση, σε ρέµατα, σε ακατάλληλα ή κλεµµένα οικόπεδα. Γιατίείτε λαδώνοντας είτε εκµεταλλευόµενος τα παράθυρα των νόµων, έβγαινε πάντα δικαιωµένος.

Από την εποχή του Τρίτσηακόµα, που έγινε διάσηµος δίνοντας εύσηµα στον αυθαίρετο οικιστή, έως τις µέρες µας, οι απόπειρες διευθετήσεων των αυθαιρέτων είχαν πάντα το άρωµα του παλιού καθεστώτος.

Η φιλοσοφία παρέµενε η ίδια: αφού δεν µπορούµε να αποτρέψουµε την αυθαιρεσία, τουλάχιστον ας τηνοικοκυρέψουµε. Ας της δώσουµε µια (τελευταία;) ευκαιρία να ενταχθεί στο σχέδιο, έστω και εκ των υστέρων. Aς την κοινωνικοποιήσουµε. Το όλο ζήτηµα ήταν στη λέξη τελευταία. Η διαιώνιση της εκκρεµότητας βόλευε τον πολιτικαντισµό που είχε ένα διαρκές και διαχρονικό αντικείµενο.

Είναι όµως πράγµατι αδύνατη η αποτροπή; Με άλλα λόγια, αν δεχτούµε ως µοιραίο κακό την αδυναµία τωνελεγκτικών αρχών (Πολεοδοµίες, Αστυνοµία,Εφορίες κ.λπ.) ναπαρέµβουν προληπτικάπείθοντας τους πολίτες ότι δεν έχουν άλλη επιλογή, αν δεχτούµε επίσης ως ατελέσφορο το µέτρο των προστίµων, υπάρχει τρίτος δρόµος; Μια στοιχειωδώς κοινωνιολογίζουσα απόπειρα ανάλυσης του φαινοµένου θα κατέληγε στο προφανές πλέον συµπέρασµα ότι η αυθαίρετη δόµηση δενείναι αποτέλεσµα µιας ανάγκης στεγαστικής. Τουλάχιστον για τη δεύτερη και τρίτη γενιά των αυθαιρέτων. Είναι η διέξοδος στην αδυναµία της συντριπτικής πλειονότητας εργαζοµένων (και µη) να διοχετεύσουν κάπου πιο παραγωγικά το ατοµικό τους οικονοµικό πλεόνασµα. Είναι το αντίστοιχο µιας επένδυσης,ακόµα κι αν είναι της συµφοράς. Είναι ηάνευ όρων παράδοση στον µύθο ότι εκεί µόνο υπάρχει µακροπρόθεσµα ασφάλεια. Είναι βέβαια καιη βαθιά περιφρόνηση του νόµου, ως στοιχείο της εθνικής κουλτούρας και όχι µε την έννοια της εξαίρεσης. Την οποία οι κάθε φορά ρυθµίσεις ανατροφοδοτούν και αναπαράγουν: δεν βαριέσαι, κάτι θα γίνει πριν από τις εκλογές.  Οµως η παρανοµία δεν εξαντλείται στην ακροτελεύτια πράξη της κατασκευής. Αυθαίρετη δόµηση σηµαίνει ένα απέραντο σύστηµα παραοικονοµίας. Με εργολάβους και προµηθευτές. Το ερώτηµα παραµένει: γιατί οι αρµόδιες Αρχές δεν παρεµβαίνουν στους κρίσιµους κρίκους της αλυσίδας; Σ’ αυτούς π.χ. που πωλούν υλικά (χαλίκι, τσιµέντο, σίδηρο, κουφώµατα, µηχανολογικό εξοπλισµό), στους άνευ αδείας εργολάβους;

Αν έµπαινε το µαχαίρι στο κόκαλο, ίσως τότε και η δική µας ένσταση ναήταν πράγµατι η τελευταία.  

Αυθαίρετη δόµηση σηµαίνει ένα απέραντο σύστηµα παραοικονοµίας. Με εργολάβους και προµηθευτές. Το ερώτηµα παραµένει: γιατί οι αρµόδιες Αρχές δεν παρεµβαίνουν στους κρίσιµους κρίκους της αλυσίδας;

Ο Ηλίας Ευθυµιόπουλος είναι συγγραφέας του βιβλίου «Παράθυρο στην Κρίση» που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχµιο