Μπορείτε να φανταστείτε τον Τζον Πιούριφοϊ, πρεσβευτή των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ελλάδα από το 1950 έως το 1953, ενώ συγκυβερνούσε ουσιαστικά τη χώρα μαζί με τον στρατό και το παλάτι, ενώ δεχόταν στο γραφείο του τα σέβη υπουργών και πρωθυπουργών, να ξεφαντώνει τις νύχτες στα μπουζούκια; Να χορεύει χασαποσέρβικο στου «Τζίμη του Χοντρού», να αφήνεται στη μαγεία της Μαρίκας Νίνου;

Το ρεμπέτικο, θα μου πείτε, θεωρούνταν τότε ακόμα υποκοσμιακό. Χασικλίδικο. Από τους εκπροσώπους της σκληρής «εθνικόφρονος» εξουσίας, μονάχα ο Νικόλαος Μουσχουντής – αστυνομικός διευθυντής Θεσσαλονίκης – υποκλινόταν στην ιδιοφυΐα του Τσιτσάνη.

Από τον Τζον Πιούριοφοϊ μέχρι την Κίμπερλι Γκίλφοϊλ μεσολάβησαν είκοσι δύο αμερικανοί πρεσβευτές. Κάποιοι έπαιξαν κομβικό ρόλο – όπως ο Χένρι Τάσκα, που το καλοκαίρι του 1974, όταν η Κύπρος καιγόταν, πάσχιζε να συντονιστεί με τις πιρουέτες του προϊσταμένου του Χένρι Κίσινγκερ. Αλλοι υπηρέτησαν σε πιο ανέφελους καιρούς. Η τοποθέτηση του Μόντι Στερνς το 1981 ερμηνεύτηκε ως κίνηση καλής θέλησης προς τον Ανδρέα Παπανδρέου – ήταν φίλοι οι δυο τους, όχι ότι επηρέασε αυτό την αντιαμερικανική ρητορεία της πρώιμης «Αλλαγής». Το 1989, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αξιοποίησε την Ομογένεια.

Μας έστειλε τον Μάικλ Σωτήρχο, γιο μεταναστών. Το επανέλαβε το 2022 με τον Τζορτζ Τσούνη – καλοπαρέας ο Τσούνης, έξω καρδιά, άλλαξε το στερεότυπο του πρεσβευτή ο οποίος κοιτάει από απόσταση, ίσως και αφ’υψηλού, την ελληνική κοινωνία. Εστρωσε ουσιαστικά τον δρόμο για την Κίμπερλι.

«Πώς είναι από κοντά;». «Μικροκαμωμένη. Γοητευτική. Πανέξυπνη, διαόλου κάλτσα!». Μια απλή χειραψία άρκεσε στον φίλο μου για να την ακτινογραφήσει πλήρως; Πολλοί και διάφοροι πάντως – ακόμα και άνθρωποι εντελώς αντίθετοι με τον Τραμπ – δηλώνουν σαγηνευμένοι από την Κίμπερλι. Πέρασα τις προάλλες έξω από την πρεσβευτική κατοικία στην οδό Παναγή Κυριακού. Εδινε προφανώς κάποια δεξίωση. Κόσμος και ντουνιάς, βουλευτές και επιχειρηματίες – κι ένας μητροπολίτης με τον διάκο του – περίμεναν στην ουρά με τις προσκλήσεις στο χέρι. Τα μάτια τους έλαμπαν. Λες και θα συναντούσαν κάποια σταρ.

Είναι σταρ η Κίμπερλι; Ως σταρ συμπεριφέρεται εξ απαλών ονύχων. Μόνο σε καλό της έχει βγει. Στο μυαλό του κάθε ανθρώπου προβάλλεται μια ταινία με πρωταγωνιστή τον ίδιο. Του «Φραπέ» είναι σπαγκέτι γουέστερν με εσάνς δικαστικού θρίλερ. Της Ζωής Κωνσταντοπούλου ριμέικ της Γαλλικής Επανάστασης, απλώς ο Ροβεσπιέρος φοράει φουστάνια και κάνει καρδούλες.

Της Κίμπερλι υπερπαραγωγή του Χόλιγουντ. Του παλιού Χόλιγουντ – να εξηγούμαστε –, όχι του σημερινού που το έχουν αλώσει οι κατά Τραμπ «κομμουνιστές». Κι όπως το «Mama Mia!» κινηματογραφήθηκε μεν στη Σκόπελο μα με προδιαγραφές διεθνούς επιτυχίας, έτσι και το πέρασμα της Κίμπερλι από την Ελλάδα πρέπει να καταπλήξει τα πλήθη απανταχού.

«Αυτός είναι ο θίασος, με αυτόν θα παίξουμε…» έγραφε ο Σεφέρης. Μπορεί να μη δίνει στην Αθήνα συναυλίες η Τέιλορ Σουίφτ – βρίσκεται εξάλλου στη μαύρη λίστα του Προέδρου –, αποθεώνεται όμως ο Κωνσταντίνος Αργυρός. Εχει κι εδώ γκαλά, πασαρέλες, κοσμικές εκδηλώσεις με φιλανθρωπικό πρόσημο. Η παρουσία της πρεσβευτού προσθέτει λάμψη. Εκσυγχρονίζει επίσης τα ήθη. Ουκ ολίγοι «άντρακλες», φορείς τοξικής αρρενωπότητας, κάνουν ρεβεράντζες στον Φάνσι Τζέιμς – με ήλιο στον Ερμή και σελήνη στην Αφροδίτη –, εφόσον πρόκειται για τον αγαπημένο στυλίστα και μόνιμο σχεδόν συνοδό της Κίμπερλι. Επαληθεύοντας, για μια ακόμα φορά, πως στην ουσία δεν μετράει η διαφορετικότητα αλλά η κοινωνική θέση.

Η κυρία Γκίλφοϊλ δεν βρίσκεται στην Ελλάδα για τουρισμό. Ούτε καν για να μελετήσει το σύνδρομο ανωτεροκατωτερότητας που μας στοιχειώνει, παραμορφώνοντας τον τρόπο που βλέπουμε τον εαυτό μας σε σύγκριση με τους άλλους, την πατρίδα μας σε σχέση με τις άλλες χώρες. Αλλα είναι τα σοβαρά διακυβεύματα σε μια ιστορική στιγμή που τα γεωπολιτικά δεδομένα μεταβάλλονται ραγδαία, που ο παγκόσμιος χάρτης ξανασχεδιάζεται.

Ευφυέστατα πολιτεύεται η πρεσβευτής. Εξωραΐζει την εικόνα της Αμερικής στα μάτια της κοινής μας γνώμης. Χρυσώνει όσο μπορεί εκ των προτέρων το χάπι των σκληρών αποφάσεων που αργά ή γρήγορα πιθανόν να ληφθούν.

Vidcast: Baskettalk