Η έννοια του διαλόγου μεταξύ των επίσημων φορέων των αγροτών και κτηνοτρόφων και της κυβέρνησης δεν πρέπει να είναι προσχηματική ή απλώς να εκφέρεται ως άλλοθι σε ένα ιδιότυπο τάνγκο ευθυνών. Είναι επιτακτική και αναγκαία και σε αυτό έχουν ευθύνη και οι δύο πλευρές. Κατ’ αρχάς οι δίαυλοι επικοινωνίας πρέπει να πολλαπλασιαστούν και να ευδοκιμήσουν πάνω σε ένα κοινό και ρεαλιστικό πλαίσιο. Το τελευταίο θα πρέπει προφανώς να συνοδευθεί με θετική βούληση από τη μεριά του Μεγάρου Μαξίμου και με υπαναχώρηση από σκληρές εκδοχές των κινητοποιήσεων από τους αγρότες.

Αυτή η αποκλιμάκωση δεν πρέπει να ερμηνευθεί από την ευρύτερη κοινωνία ως μια στρατηγική «ήττας» ή «νίκης» των αγροτών ή της κυβέρνησης. Θα πρέπει η επίλυση της κρίσης να εδράζεται σε μια έντιμη συνεννόηση που θα προτάσσει την ευρυθμία του κοινωνικού συνόλου και τη διευθέτηση όπου είναι δυνατόν των εκκρεμοτήτων απέναντι στον αγροτικό κόσμο. Ούτε ασκήσεις βερμπαλισμού χωρούν εδώ, ούτε μικροπολιτικές ίντριγκες από δυνάμεις που απλώς έχουν στρατηγική μια τυφλή αναμέτρηση εις βάρος του συνόλου της κοινωνίας. Μια τέτοια κρίση, πάντα απαιτεί και τις ικανότητες της διαχείρισης από τη μεριά της πολιτείας και τον βαθμό ωριμότητας των αγωνιζόμενων κλάδων.

Ενα περαιτέρω αδιέξοδο με παρακώλυση δε της κίνησης σε όλη την Ελλάδα και ενόψει εορτών θα ήταν μια δυσμενής εξέλιξη. Βήματα επί της ουσίας μπορούν να γίνουν εκατέρωθεν.