Η Κομισιόν στηρίζει την είσοδο νέων πιθανών επενδυτών στην ηλεκτρική διασύνδεση (GSI) Ελλάδας – Κύπρου, δηλώνει ο επίτροπος Νταν Γιόργκενσεν, υπεύθυνος για την Ενέργεια και τη Στέγαση, στη συνέντευξη που παραχώρησε χθες στα «ΝΕΑ» και σε μικρή ομάδα ανταποκριτών ευρωπαϊκών εντύπων στις Βρυξέλλες με αφορμή το «Ευρωπαϊκό πακέτο δικτύων», που παρουσιάζει σήμερα. Ο δανός επίτροπος επιβεβαιώνει μάλιστα τη σαφή προτεραιότητα που δίνει η Κομισιόν στο «καλώδιο», το οποίο εντάσσεται στα οκτώ εμβληματικά έργα «απόλυτης προτεραιότητας».
«Βρισκόμαστε υπό τεράστια πίεση σε πολλά μέτωπα όσον αφορά την ενεργειακή πολιτική» είπε ξεκινώντας τη συνέντευξη ο κ. Γιόργκενσεν. «Για να επιτύχουμε τους τρεις στόχους της ΕΕ είναι σαφές ότι χρειαζόμαστε πολύ περισσότερες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας πιο γρήγορα» είπε, αναφερόμενος στην ανάγκη να μειώσει η ΕΕ τις τιμές ενέργειας, να απαλλαγεί από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα και να απεξαρτηθεί από τις εισαγωγές ενέργειας από χώρες εκτός Ευρώπης, καθώς και να προωθήσει την απαλλαγή από τον άνθρακα. «Ο μεγαλύτερος κίνδυνος μακράν είναι ότι δεν είμαστε αρκετά συνδεδεμένοι και ότι τα δίκτυά μας δεν ανταποκρίνονται στα πρότυπα που χρειαζόμαστε. Είναι σαν να χρειαζόμαστε 200 δρόμους για να συνδεθούμε στην Ευρώπη, αλλά έχουμε μόνο 100 και επιτρέπουμε στα αυτοκίνητα να κινούνται μόνο σε 50. Αυτή είναι η κατάσταση στο ηλεκτρικό μας δίκτυο. Χρειαζόμαστε να διπλασιαστεί. Πρέπει να το επεκτείνουμε δραστικά και να αξιοποιήσουμε πολύ καλύτερα ό,τι έχουμε».
Σήμερα η ΕΕ εξοικονομεί περίπου 33 δισ. ευρώ κάθε χρόνο λόγω της ενεργειακής διασύνδεσης. «Αλλά το δυναμικό είναι πολύ μεγαλύτερο» τόνισε. Σύμφωνα με εκτιμήσεις η ενισχυμένη ολοκλήρωση της ηλεκτρικής αγοράς θα μπορούσε να οδηγήσει σε ετήσια εξοικονόμηση κόστους ύψους 40 δισ. ευρώ, ενώ η ενίσχυση του διασυνοριακού εμπορίου ηλεκτρικής ενέργειας κατά 50% θα μπορούσε να αυξήσει το ευρωπαϊκό ΑΕΠ ετησίως κατά περίπου 18 δισ. ευρώ το 2030.
Στόχος του επιτρόπου είναι η αλλαγή του μοντέλου σχεδιασμού. Παρομοιάζει το σημερινό με «ένα παζλ, που χτίζουμε χωρίς να κοιτάμε την εικόνα, ελπίζοντας ότι θα έχουμε τελικά ένα πολύ ωραίο παζλ».
Τι προτείνει; «Χρειαζόμαστε περισσότερο σχεδιασμό από την κορυφή προς τα κάτω. Δίνουμε περισσότερη εξουσία στην ΕΕ. Θα αναλάβουμε την πολιτική ευθύνη, οπότε θα δημιουργήσουμε σενάρια, θα παρέχουμε σχεδιασμούς και δεδομένα σε στενό συντονισμό με τα κράτη-μέλη. Στη συνέχεια θα παρέχουμε χρηματοδότηση μέσω του μηχανισμού “Connecting Europe Facility»” για την ενέργεια» είπε. Βάσει της πρότασης της Κομισιόν τα κονδύλια του CEF αυξάνονται από 6 δισ. ευρώ στο τρέχον ΠΔΠ σε 30 δισ. στο επόμενο. «Ζητάμε από τις χώρες να κάνουν αλλαγή μοντέλου (paradigm), να έχουν την πολιτική βούληση να κάνουν τα πράγματα εντελώς διαφορετικά.
Εχουμε ένα παράθυρο ευκαιρίας να ολοκληρώσουμε την ενεργειακή ένωση. Είναι λίγο παράδοξο ότι η ένωσή μας ξεκίνησε ως μια κοινότητα άνθρακα και χάλυβα, δηλαδή ενέργειας, και τώρα έχουμε μια εσωτερική αγορά που είναι καλύτερη στην πώληση ντομάτας ή οδοντόκρεμας παρά στην ενέργεια». Παρότι στη συνέντευξή του ο αρμόδιος επίτροπος δεν ανέφερε το συνολικό κόστος που θα απαιτηθεί για τον μέγα αυτό σχεδιασμό αναδόμησης των ηλεκτρικών δικτύων, σύμφωνα με πληροφορίες η Κομισιόν έχει υπολογίσει ένα ποσό-μαμούθ ύψους 1,2 τρισ. ευρώ έως το 2040.
Δεύτερη σημαντική παρέμβαση θα αφορά τις αδειοδοτήσεις. «Τόσο για την κατασκευή νέων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όσο και για την κατασκευή των δικτύων, θα μειώσουμε ριζικά τους χρόνους αδειοδότησης» είπε. Το τρίτο μέτρο αφορά την κατανομή του κόστους. «Εισάγουμε μοντέλα για το πώς τα κράτη-μέλη μπορούν να μοιράζονται το κόστος των έργων». Στην ατζέντα της Κομισιόν βρίσκεται επίσης η κατασκευή οκτώ μεγάλων ενεργειακών έργων. «Εντοπίζουμε οκτώ εμβληματικά έργα, οκτώ σημεία συμφόρησης, που είναι τα πιο σημαντικά, με στόχο να προχωρήσουμε το συντομότερο δυνατόν. Θα επικεντρωθούμε σε αυτά από την πρώτη μέρα. Αναλαμβάνουμε πολιτική ηγεσία και διευκολύνουμε τις συνομιλίες μεταξύ των εμπλεκόμενων χωρών. Χρειαζόμαστε αποφασιστική δράση» τόνισε. Ανάμεσά τους βρίσκεται το «καλώδιο» Ελλάδας – Κύπρου. Τι είπε για το καλώδιο, αλλά και την πιθανότητα να υπάρχει ενδιαφέρον από αμερικανούς επενδυτές; «Σχετικά με τον GSI είμαστε σε στενή επαφή τόσο με την κυπριακή όσο και με την ελληνική κυβέρνηση. Χαιρετίζουμε θερμά όλες τις συνομιλίες με πιθανούς επενδυτές στο μέλλον και κάνουμε ό,τι μπορούμε για να διευκολύνουμε αυτή τη διαδικασία. Η ΕΕ έχει ήδη διαθέσει αρκετά σημαντικά ποσά για το έργο και το γεγονός ότι είναι πλέον ένας από τους οκτώ ενεργειακούς διαδρόμους αποτελεί επίσης απόδειξη της μελλοντικής υποστήριξης από την ΕΕ» δήλωσε. Ο GSI χρηματοδοτείται από τον CEF με 2,3 εκατ. ευρώ για μελέτες σκοπιμότητας και 658 εκατ. ευρώ για έργα. Παρότι ο κ. Γιόργκενσεν απέφυγε να απαντήσει στις γεωπολιτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει το συγκεκριμένο έργο, στο κείμενο της πρότασης που θα παρουσιάσει αύριο αναφέρεται ότι «η πρόοδος του έργου έχει παρεμποδιστεί από ένα σύνθετο γεωπολιτικό πλαίσιο, με πιθανές επιπτώσεις στα χρονοδιαγράμματα και το κόστος».
Οι άλλοι επτά διάδρομοι περιλαμβάνουν το Pyrenean crossing 1 και 2 στην Ιβηρική χερσόνησο, το Harmony Link στις Βαλτικές χώρες, την Αντίστροφη ροή του Διαβαλκανικού Αγωγού (TBP), που θεωρείται κλειδί για τη διαφοροποίηση του εφοδιασμού με φυσικό αέριο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη – κάτι που ενδιαφέρει την Ελλάδα άμεσα – και για τον τερματισμό των ρωσικών εισαγωγών, το Ενεργειακό Νησί Bornholm στη Βαλτική, τον νότιο διάδρομο υδρογόνου από την Τυνησία στη Γερμανία, και τον νοτιοδυτικό διάδρομο υδρογόνου από την Πορτογαλία στη Γερμανία.
Ποιος είναι ο ρόλος για το φυσικό αέριο στον νέο σχεδιασμό της Κομισιόν; «Απομακρυνόμαστε από το φυσικό αέριο» δηλώνει κατηγορηματικά, σπεύδοντας όμως να ξεκαθαρίσει πως αυτό «δεν σημαίνει ότι δεν χρειαζόμαστε φυσικό αέριο για κάποια χρόνια. Αλλά σημαίνει ότι δεν κατασκευάζουμε για το μέλλον υποδομές φυσικού αερίου. Η υποδομή του μέλλοντος είναι η ηλεκτρική ενέργεια, είναι το υδρογόνο. Είναι επίσης το CO2 επειδή χρειαζόμαστε δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα». Τι σημαίνει η αλλαγή αυτή για την πρόσφατη συμφωνία Ελλάδας – ΗΠΑ για την εισαγωγή περισσότερου αμερικανικού LNG; «Αυτά που περιέγραψα αφορούν το πώς θέλουμε να μοιάζει η ενεργειακή δομή στο μέλλον σε μια οικονομία χωρίς άνθρακα, όπου θα είμαστε απαλλαγμένοι από την εισαγωγή ακριβών ορυκτών καυσίμων. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν εργαζόμαστε για να διασφαλίσουμε πως το LNG που χρειάζεται τώρα μπορεί να φτάσει στην Ευρώπη, κάτι που λύνει ένα πολύ άμεσο βραχυπρόθεσμο πρόβλημα. Αλλά μακροπρόθεσμα εξετάζουμε ένα εντελώς διαφορετικό ενεργειακό σύστημα».







