Ο Ντόναλντ Τραμπ υπαινίχθηκε ότι θα μπορούσε να αποσυρθεί από την υποστήριξη της Ουκρανίας, καθώς επανέλαβε τις πρόσφατες επικρίσεις του προς την Ευρώπη λέγοντας ότι «είναι σε αποσύνθεση» και οι ηγέτες της «αδύναμοι» και τονίζοντας ότι «αυτοκαταστρέφεται» μέσω της μετανάστευσης. Σε συνέντευξή του στο Politico, στη διάρκεια της οποίας, σύμφωνα με αναλυτές, αρκετές φορές φάνηκε ασυνάρτητος, ο αμερικανός πρόεδρος δυσκολεύτηκε να κατονομάσει άλλες ουκρανικές πόλεις εκτός από το Κίεβο, παρουσίασε διαστρεβλωμένα στοιχεία της πορείας της σύγκρουσης και ανακύκλωσε ακροδεξιά τροπάρια για την ευρωπαϊκή μετανάστευση που απηχούν τη θεωρία συνωμοσίας της «μεγάλης αντικατάστασης».
Ο Τραμπ κάλεσε τον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, να αποδεχτεί την πρότασή του για παραχώρηση εδαφών στη Ρωσία, υποστηρίζοντας ότι η Μόσχα διατηρεί το «πάνω χέρι» και ότι η κυβέρνηση του Κιέβου πρέπει να «παίξει καλά». Ο πρόεδρος των ΗΠΑ ρωτήθηκε επίσης για τα σχόλια που έκανε ο γιος του, Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, την περασμένη εβδομάδα, ότι ο πατέρας του θα μπορούσε να αποχωρήσει από τις συνομιλίες αν η τρέχουσα πρόταση δεν οδηγήσει σε ειρήνη. «Αυτό δεν είναι αλήθεια. Αλλά δεν είναι και εντελώς λάθος» είπε τονίζοντας «ήρθε η ώρα για να διεξαχθούν εκλογές στην Ουκρανία. Χρησιμοποιούν τον πόλεμο ως δικαιολογία για να μη γίνουν εκλογές, αλλά νομίζω ότι ο ουκρανικός λαός πρέπει να έχει αυτές τις εκλογές. Και ίσως να κερδίσει ο Ζελένσκι. Δεν ξέρω ποιος θα κερδίσει. Αλλά δεν έχουν διεξαχθεί εκλογές εδώ και πολύ καιρό. Μιλούν για δημοκρατία, αλλά σε κάποιο σημείο παύει να είναι δημοκρατία».
Ερωτηθείς για την Ευρώπη και τον ρόλο της στις ειρηνευτικές συνομιλίες, ο Τραμπ δήλωσε ότι του αρέσει η «τρέχουσα ομάδα» των ευρωπαίων ηγετών, αλλά ότι «δεν κάνουν καλή δουλειά» όσον αφορά την Ουκρανία. «Μιλάνε πάρα πολύ. Και δεν κάνουν τίποτα. Τους θεωρώ αδύναμους. Αλλά πιστεύω επίσης ότι θέλουν οπωσδήποτε να είναι πολιτικά ορθοί. Πιστεύω ότι δεν ξέρουν τι να κάνουν ούτε στον τομέα του εμπορίου. Η Ευρώπη θέλει να είναι πολιτικά ορθή, και αυτό την κάνει αδύναμη. Αυτό είναι που την κάνει αδύναμη». Οσο για τους ηγέτες, διευκρίνισε: «Τους γνωρίζω καλά. Μερικοί είναι εντάξει. Γνωρίζω τους έξυπνους, γνωρίζω τους ηλίθιους. Υπάρχουν και μερικοί πραγματικά ηλίθιοι».
«Αν συνεχίσει έτσι, η Ευρώπη δεν θα είναι… κατά τη γνώμη μου… πολλές από αυτές τις χώρες δεν θα είναι πλέον βιώσιμες χώρες. Η μεταναστευτική τους πολιτική είναι μια καταστροφή. Αυτό που κάνουν με τη μετανάστευση είναι μια καταστροφή. Είχαμε μια καταστροφή που ερχόταν εδώ, αλλά κατάφερα να τη σταματήσω». Η συνέντευξη ακολούθησε τη δημοσίευση την περασμένη εβδομάδα μιας νέας στρατηγικής εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ που περιγράφει ότι η Ευρώπη αντιμετωπίζει «πολιτισμικό αφανισμό» λόγω της μαζικής μετανάστευσης και προσέφερε έμμεση υποστήριξη στα ακροδεξιά κόμματα.
Τη Δευτέρα ο Αντόνιο Κόστα, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, δήλωσε ότι το μήνυμα πως η Ουάσιγκτον θα υποστηρίξει τα εθνικιστικά κόμματα της Ευρώπης ήταν απαράδεκτο, προσθέτοντας: «Αυτό που δεν μπορούμε να δεχτούμε είναι η απειλή παρέμβασης στην ευρωπαϊκή πολιτική».
Ενώ αρνήθηκε ότι είχε ένα συγκεκριμένο όραμα για την Ευρώπη, ο Τραμπ συμφώνησε ότι είχε «υποστηρίξει ανθρώπους που πολλοί Ευρωπαίοι δεν συμπαθούν», συμπεριλαμβανομένου του Βίκτορ Ορμπαν της Ουγγαρίας. Επαινετικά μίλησε και για τον τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν με αφορμή το ΝΑΤΟ: «Υπάρχουν χώρες που δυσκολεύουν το ΝΑΤΟ. Οχι ότι δεν πρέπει να συμμετέχουν. Νομίζω ότι είναι καλό να συμμετέχουν. Η Τουρκία είναι ένα παράδειγμα. Ο Ερντογάν είναι φίλος μου. Οποτε υπάρχει κάποιο πρόβλημα με τον Ερντογάν, μου ζητούν να του τηλεφωνήσω, επειδή δεν μπορούν να του μιλήσουν. Είναι σκληρός τύπος. Τον συμπαθώ πραγματικά πολύ. Πιστεύω ότι έχει χτίσει μια ισχυρή χώρα, έναν ισχυρό στρατό. Αλλά έχουν δυσκολίες μαζί του και μου ζητούν να του τηλεφωνήσω. Και του τηλεφωνώ και πάντα τα κανονίζω μαζί του. Αυτός και εγώ τα ξεκαθαρίζουμε πραγματικά πολύ γρήγορα».
Οπως παρατηρεί ο «Guardian» «ο Τραμπ περνούσε από θέμα σε θέμα ενώ παράλληλα επαναλάμβανε γνωστές μνησικακίες και θεωρίες συνωμοσίας». Αρνήθηκε επανειλημμένα να αποκλείσει την αποστολή αμερικανικών στρατευμάτων στη Βενεζουέλα, στο πλαίσιο της προσπάθειάς του να ανατρέψει τον πρόεδρο Νικολάς Μαδούρο.







