Στη θερμαινόμενη ταράτσα του εστιατορίου Ma Bourgogne, στην πλατεία Βοζ, το ταρτάρ παραμένει πάντα περιζήτητο, αλλά τις τελευταίες μέρες οι συζητήσεις των θαμώνων περιστρέφονται όλο και περισσότερο γύρω από το βιβλίο του Νικολά Σαρκοζί. Με το «Ημερολόγιο ενός κρατουμένου», ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας δοκιμάζει ένα παράδοξο είδος: μια ενδοσκοπική μαρτυρία γραμμένη υπό πίεση. Σε 216 σελίδες αφηγείται 20 ημέρες κράτησης, δημοσιευμένες σε λιγότερο από δύο μήνες μετά τα γεγονότα. Αυτή η, ασυνήθιστη για τα γαλλικά εκδοτικά δεδομένα, ταχύτητα μετατρέπεται σε μήτρα του έργου.

Το βιβλίο, που ανακοινώθηκε από τον εκδοτικό οίκο του ως «μαρτυρία χωρίς στολίδια», συγκαταλέγεται ήδη ανάμεσα στις πιο πολυσυζητημένες πολιτικές εκδόσεις του 2025 στους δρόμους του Παρισιού. Μια αφήγηση, στα πρότυπα ενός πρώην προέδρου που είχε το προσωνύμιο «Speedy Gonzales» κατά τη θητεία του από το 2007 έως το 2012. Ο Σαρκοζί γράφει όπως κυβερνούσε: γρήγορα, μετωπικά, με οξεία αίσθηση. Μακριά από το ήπιο ύφος των απομνημονευμάτων του, «αυτό το Ημερολόγιο διεκδικεί τη σπιρτάδα, μερικές φορές εις βάρος του βάθους», σημειώνει η αναλύτρια Μαρί-Λορ Ντελόρμ.

Το ότι ο Νικολά Σαρκοζί γράφει γρήγορα δεν εξέπληξε ποτέ τους οικείους του. Τα κεφάλαια, συχνά σύντομα, διαδέχονται το ένα το άλλο σαν σύντομες σημειώσεις σε τετράδιο· οι φράσεις πάνε κατευθείαν στην ουσία, χωρίς στυλιστικούς ελιγμούς. Νιώθει κανείς ότι έχει να κάνει με έναν συγγραφέα που βιάζεται να αποτυπώσει αυτό που ζει, να ξαναπάρει τον έλεγχο μιας εμπειρίας που θεωρεί άδικη και που αρνείται να αφήσει να την οικειοποιηθούν οι σχολιαστές.

Αυτή η ενέργεια δεν στερείται γοητείας: χαρίζει στο βιβλίο μια πνοή ωμής ειλικρίνειας. Αποτελεί όμως και το όριό του: ό,τι κερδίζει σε ζωηρότητα, το χάνει σε πυκνότητα. Ο αναγνώστης θα επιθυμούσε, σε αρκετά σημεία, μια πιο εκτενή στοχαστική επεξεργασία, μια πιο ψύχραιμη αποστασιοποίηση.

Ο ρυθμός παραγωγής – 20 ημέρες κράτησης συμπυκνωμένες σε 216 σελίδες, γραμμένες, επιμελημένες και τυπωμένες μέσα σε συνολικά 50 ημέρες – προκαλεί ένα είδος απορίας, ακόμη και στους τακτικούς παρατηρητές των αιφνίδιων εξάρσεών του.

Ορισμένοι σχολιαστές το θεωρούν νέο παράδειγμα της «αμεσότητας» που ο πρώην πρόεδρος καταγγέλλει στο ίδιο το έργο: μιας εποχής όπου «όλα βιώνονται και γράφονται στιγμιαία», όπως αναφέρει, θρηνώντας την εξαφάνιση του χρόνου ως μέσου αυτοκυριαρχίας και κατανόησης του κόσμου.

Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η ανακοίνωση του βιβλίου προκάλεσε καταιγισμό συγχαρητηρίων από τους υποστηρικτές του, που πολλοί θεωρούν την κράτησή του «άδικη». «Μπράβο κύριε Πρόεδρε, ανυπομονούμε να σας διαβάσουμε», αναφέρεται στις προωθητικές δημοσιεύσεις, ενώ άλλοι ελπίζουν ήδη σε γύρο υπογραφών. Για αυτή την πλευρά, το «Ημερολόγιο ενός Κρατουμένου» ακούγεται σαν πράξη αντίστασης και αξιοπρέπειας: η απόδειξη ότι ένας πρώην πρόεδρος «δεν θα αφήσει ποτέ κανέναν να τον πατήσει».

Από την πλευρά των επικριτών του, ο τόνος είναι εντελώς διαφορετικός. Ορισμένοι καταγγέλλουν μια «απρέπεια», άλλοι φτάνουν στο σημείο να τον κατηγορήσουν ότι «το παίζει Νέλσον Μαντέλα έπειτα από τρεις εβδομάδες φυλακής», υπενθυμίζοντας ότι ο πρώην νοτιοαφρικανός πρόεδρος έμεινε 27 χρόνια πίσω από τα κάγκελα.

Αλλοι προτιμούν την ειρωνεία: «Ο Σαρκοζί σπάει όλα τα ρεκόρ ταχύτατης γραφής», λένε, συγκρίνοντας το έργο με αυτά που γράφτηκαν εσπευσμένα από μεγάλους συγγραφείς. Ετσι, ο Ντοστογέφσκι είχε γράψει τον «Παίκτη» σε 27 ημέρες, ενώ ο Σολζενίτσιν χρειάστηκε πάνω από πέντε χρόνια μετά την κράτησή του σε στρατόπεδο εργασίας – και 15 επιπλέον χρόνια – για να δημοσιεύσει «Το Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ».

Το βιβλίο δεν είναι, ούτε ισχυρίζεται ότι είναι, λογοτεχνικό αφήγημα. Πρόκειται για κείμενο που βρίσκεται στη διασταύρωση των ειδών: ημερολόγιο κράτησης, πολιτικό δοκίμιο, ιστορική δικαίωση.

Μόλις οι κριτικές υποχωρήσουν, τίθεται το ερώτημα: ποιο είναι το πολιτικό μήνυμα του πρώην προέδρου; Ο Σαρκοζί επιμένει σε αυτό που παρουσιάζει ως ανωμαλία της Πέμπτης Δημοκρατίας: ότι είναι «ο μόνος πρόεδρος που γνώρισε τη φυλακή». Κατανοεί κανείς ότι αυτή η μοναδικότητα αποτελεί για τον ίδιο τον συμβολικό πυρήνα του βιβλίου. Η μαρτυρία μετατρέπεται σε σκηνικό της αδικίας που αισθάνθηκε, αλλά και της ανθεκτικότητας.

Σηματοδοτεί το έργο αυτό μια πολιτική επιστροφή του Σαρκοζί; Αυτό φαίνεται απίθανο, σύμφωνα με το περιβάλλον του. Θέλει να παραμείνει μια αναπόφευκτη μορφή, ένα υπόδειγμα που οι φοιτητές πολιτικών επιστημών θα μελετούν κάποια μέρα, όπως γράφει ο ίδιος. Ωστόσο, με τη δημοσίευση του βιβλίου λίγο πριν από τις γιορτές, ο πρώην πρόεδρος εκτίθεται σε μια κριτική ανάγνωση: αυτή ενός ανθρώπου που παραμένει πιστός στη φύση του, γρήγορος, μαχητικός, πρόθυμος να ξαναπάρει τον έλεγχο της αφήγησης της δικής του μοίρας.

Και, όπως συνήθιζε να υπενθυμίζει ο καρδινάλιος Ρισελιέ, τον οποίο επικαλείται ο Σαρκοζί στο τέλος: «Στην πολιτική δεν υπάρχουν συμπτώσεις, υπάρχουν μόνο ραντεβού».