Τις τελευταίες εβδομάδες, είπαν αμερικανοί αξιωματούχοι στους «New York Times», έχουν γίνει περισσότερες διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία από ό,τι τα τελευταία τρία χρόνια. «Από μία έννοια», τους «απάντησε» μέσω της ίδιας εφημερίδας ο Μαξ Μπέργκμαν, διευθυντής στο Center for Strategic and International Studies, «όλο αυτό είναι ένα καρουζέλ. Με κάθε πρωτοβουλία μπαίνεις σε έναν ατέρμονο κύκλο: υπάρχει έντονη δραστηριότητα, φαίνεται να πηγαίνεις κάπου, και τελικά σταματάς στο ίδιο σημείο: ο πόλεμος συνεχίζεται».
Στην πραγματικότητα, από τη συνάντησή του με τον Τραμπ στην Αλάσκα, στις 15 Αυγούστου, και εξής, η στρατηγική τού Πούτιν παραμένει ίδια και απαράλλακτη: κολακεύει και καλοπιάνει τον αμερικανό πρόεδρο, κάνει ότι διαπραγματεύεται και παράλληλα διατηρεί τις μαξιμαλιστικές του απαιτήσεις ώστε να ρίξει καλύτερα την ευθύνη της αποτυχίας στους Ευρωπαίους. Που σημαίνει με απλά λόγια: αυτός ο πόλεμος δεν θα τελειώσει – ακόμα.
Δις αυτή την εβδομάδα, λίγο πριν από τη συνάντηση που είχε την Τρίτη στο Κρεμλίνο με τους δύο απεσταλμένους του Τραμπ, καθώς και λίγο πριν πατήσει, την Πέμπτη, στο κόκκινο χαλί που του έστρωσε ο Ναρέντρα Μόντι στο Νέο Δελχί, εξαπέλυσε μύδρους κατά των Ευρωπαίων ο Βλαντίμιρ Πούτιν, κατηγορώντας τους πως σαμποτάρουν τις ειρηνευτικές προσπάθειες της Ουάσιγκτον, απειλώντας τους πως είναι έτοιμος για πόλεμο αν το θελήσουν. Πολύ περισσότερες ήταν οι φορές που ο ίδιος ή συνεργάτες του ξεκαθάρισαν πως σε ό,τι αφορά την Ουκρανία και τη βούλησή του να την επαναφέρει στην τροχιά της Μόσχας δεν πρόκειται να υποχωρήσει εκατοστό.
Τα καλά χαρτιά
Για να χρησιμοποιήσουμε την τραμπική ορολογία, ο Πούτιν θεωρεί πως έχει όλα τα χαρτιά: η Ουκρανία χάνει εδάφη με πιο γρήγορο ρυθμό. Οι ρωσικές δυνάμεις κατέλαβαν τον Νοέμβριο περίπου 701 τετρ. χλμ, έκταση διπλάσια σε σύγκριση με εκείνη που είχαν καταλάβει τον Σεπτέμβριο, και πλέον ελέγχουν το 19,3% της ουκρανικής επικράτειας. Επιπλέον, ο Ζελένσκι παλεύει να αντιμετωπίσει ένα εγχώριο σκάνδαλο διαφθοράς.
Παράλληλα, το Κίεβο αντιμετωπίζει ελλείψεις σε χρήματα και στρατιώτες, ενώ βλέπει και την υπομονή των ΗΠΑ να μειώνεται. Οπότε; «Τι θα έκανε οποιοσδήποτε φυσιολογικός αμερικανός πρόεδρος τώρα;», ρωτούσε ρητορικά τις προάλλες ο γνωστός αρθρογράφος των «NYT» Τόμας Φρίντμαν.
«Θα ξεκινούσε από την κατανόηση ότι οι διαπραγματεύσεις σε οποιονδήποτε τομέα καθορίζονται πάντα από ένα πράγμα: το πλεονέκτημα. Είτε αγοράζεις ένα ξενοδοχείο είτε προσπαθείς να σταματήσεις μια εισβολή, θέλεις το μέγιστο δυνατό πλεονέκτημα, ώστε τα κέρδη, τα συμφέροντα και οι αξίες σου να μεγιστοποιηθούν στην τελική συμφωνία. Στα ακίνητα, το πλεονέκτημα μετριέται από το πόσα χρήματα έχεις διαθέσιμα. Στη διπλωματία, από το πόση στρατιωτική δύναμη μπορείς να φέρεις στο πεδίο της μάχης, πόση οικονομική απομόνωση και πίεση μπορείς να ασκήσεις στον αντίπαλό σου.
Και τι έχει κάνει ο Τραμπ με βάση αυτά τα κριτήρια; Εχει διακόψει τη χρηματοδότηση των ΗΠΑ προς την Ουκρανία, έχει αρνηθεί να της δώσει πρόσβαση σε κρίσιμα όπλα όπως οι πύραυλοι Tomahawk που θα μπορούσαν πραγματικά να πλήξουν τον Πούτιν “στο σπίτι του” – και που οι Ευρωπαίοι θα πλήρωναν – και έχει ψευδώς ισχυριστεί ευθαρσώς πως η Ουκρανία, όχι η Ρωσία, ξεκίνησε τον πόλεμο και ότι ο ηγέτης της Ουκρανίας, όχι της Ρωσίας, είναι δικτάτορας. Οσο για το αρχικό «ειρηνευτικό σχέδιο των 28 σημείων», ήταν κυριολεκτικά ένας κατάλογος επιθυμιών της Μόσχας.
Κατόπιν αυτών, είναι να απορεί κανείς που ο Μακρόν (φέρεται, σύμφωνα με το «Spiegel», να) προειδοποίησε τη Δευτέρα άλλους ευρωπαίους ηγέτες καθώς και τον Ζελένσκι ότι οι ΗΠΑ μπορεί να «προδώσουν την Ουκρανία στο εδαφικό». Βασικά, η μόνη απορία που μπορεί να έχει ένας φιλευρωπαίος είναι γιατί δεν έχει ήδη κάνει αυτό που ο επίτροπος Αμυνας Αντριους Κουμπίλιους εισηγούνταν τις προάλλες μέσω του «Politico»: να πάψει η Ευρώπη να σέρνεται πίσω από τον Τραμπ και να χαράξει το δικό της σχέδιο ειρήνης για την Ουκρανία.
Προς το παρόν, η ΕΕ συνεχίζει στον ρυθμό «σημειωτόν και μετ’ εμποδίων»: Ευρωκοινοβούλιο και κράτη – μέλη συμφώνησαν μεν στη σταδιακή απαγόρευση όλων των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου μέχρι το φθινόπωρο του 2027, όμως Ουγγαρία και Σλοβακία δήλωσαν πως θα προσφύγουν στο Δικαστήριο της ΕΕ· η Κομισιόν παρουσίασε μεν δύο λύσεις ώστε να καλύψει τα δύο τρίτα των χρηματοδοτικών αναγκών της Ουκρανίας για τα επόμενα δύο χρόνια, με συνολικά 90 δισ. ευρώ, όμως η μία απαιτεί ομοφωνία, κάτι ανύπαρκτο, και η δεύτερη, ένα Δάνειο Αποζημιώσεων με αξιοποίηση των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων στην Ευρώπη, έχει εξαγριώσει το Βέλγιο, τη χώρα όπου βρίσκονται τα περισσότερα από αυτά τα τελευταία.







