Επειδή αντιλαμβάνομαι πως μια μερίδα συμπολιτών μας κυνηγά τα σκάνδαλα με το τουφέκι, τους έχω ένα σκάνδαλο εντελώς έτοιμο, διαπιστωμένο και αδιαμφισβήτητο.
Τη Νοβάρτις.
Μετά την αποκάλυψη, μετά την καταδίκη, μετά και τη δήμευση των περιουσιακών στοιχείων των δύο πρώην προστατευόμενων μαρτύρων (δέκα συν δεκαεπτά εκατομμύριά τους βρέθηκαν στην Ελβετία, pas mal!) αναρωτιέμαι πώς όλοι αυτοί που έστησαν τη δουλειά κυκλοφορούν ακόμη ελεύθεροι.
Πολιτικοί, δικαστικοί, ψευδομάρτυρες, δικηγόροι, άνθρωποι του Τύπου…
Για σκεφτείτε το. Με αστήρικτες κατηγορίες και αδιανόητες μεθοδεύσεις πήγαν να χώσουν στη φυλακή δέκα πολιτικούς για τους οποίους ήξεραν (και επιβεβαιώθηκε στη συνέχεια…) ότι δεν υπήρχε τίποτα εναντίον τους.
Μπροστά τους, οι «υποκλοπάκηδες» και οι «οπεκεπέδες» είναι ερασιτεχνικοί θίασοι νηπιαγωγείου.
Προφανώς η κύρια ευθύνη βαραίνει τους πολιτικούς και τους δικαστικούς. Αυτοί το μεθόδευσαν. Αλλά δεν θα είχε μεθοδευτεί αν δεν υπήρχε μια μερίδα της κοινής γνώμης έτοιμη να το ακούσει.
Μια μερίδα που τους θεωρεί όλους κλέφτες ή τουλάχιστον ύποπτους κλοπής. Δεν ξέρω σε πόσες παρέες κι όχι του χειρότερου υποκόσμου έχουμε ακούσει το πατροπαράδοτο «εντάξει τώρα, κι αυτοί κάτι θα έχουν κάνει!».
Είναι το μότο του μέσου μικρόψυχου καφενόβιου που συντηρεί το κρέντο του μέσου ημιμαθούς δημοσιογράφου.
Ο ίδιος ο Τσίπρας στο βιβλίο του όπου παραδέχεται ότι οι αθλιότητες κατά της Μαρέβας «μας έκαναν τελικά ζημιά» δικαιολογείται ότι αυτές στηρίχτηκαν σε δημοσιογραφικά δημοσιεύματα (σ. 538).
Παλιό το κόλπο. Πρώτα δημοσίευαν την πατσαβούρα και μετά οι ίδιοι μετέτρεπαν το δημοσίευμα σε ανακριτικό ζητούμενο.
Το 1943 κυκλοφόρησε στην κατεχόμενη Γαλλία μια ταινία του Ανρί-Ζορζ Κλουζό με τίτλο «Το Κοράκι» (Le Corbeau). Σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, πολλοί κάτοικοι λαμβάνουν ανώνυμες επιστολές με την υπογραφή «το κοράκι» που περιέχουν κάθε τύπου συκοφαντίες.
Ολοι καθίστανται ύποπτοι. Η καχυποψία στη μικρή πόλη γενικεύεται και τελικά καταλήγει σε βία.
Η ταινία θεωρείται ίσως η καλύτερη κινηματογραφική καταγραφή της εκκόλαψης του κοινωνικού φασισμού. Ούτε ξέρω πώς πέρασε την κατοχική λογοκρισία.
Αλλά πια δεν έχουμε πόλεμο. Ούτε κατοχή. Υποτίθεται ότι η εχθροπάθεια, η μειονεξία και η μνησικακία δεν περιλαμβάνονται στις παραδεκτές κοινωνικές συμπεριφορές.
Τα κοράκια όμως εξακολουθούν να στέλνουν ή να δημοσιεύουν ανώνυμες επιστολές με συκοφαντίες.
Κι αν είναι να τσεπώσουν είκοσι επτά εκατομμύρια στην Ελβετία, πολλοί ίσως θα μπορούσαν να το σκεφτούν.
Αλλά αν μια κυβέρνηση επιχειρεί έτσι να ξεδοντιάσει την αντιπολίτευση ή να πλήξει τη σύζυγο του αρχηγού της, δεν χρειάζονται περισσότερες εξηγήσεις.
Θέλει απλώς κρέμασμα.
Μεταφορικώς, εννοείται, διότι είμαστε κατά της θανατικής ποινής.







