Σάββατο πρωί, στο κέντρο της πόλης που μόλις ξυπνάει, εμφανίζονται κατά ομάδες: καπέλα κίτρινα, στραβά φορεμένα, νευρικά γέλια, σημειωματάρια στις τσέπες – οι μαθητευόμενοι του ντετέκτιβ Κλουζ είναι έτοιμοι για δράση. Στην πρόσοψη της αίθουσας εκδηλώσεων του Public, μια αφίσα υπόσχεται:

«Συνάντηση με τον Γίργκεν Μπανσέρους, τον πατέρα του ντετέκτιβ Κλουζ». Και μέσα στην αίθουσα, ήδη γεμάτη ασφυκτικά, επικρατεί μια ένταση που θυμίζει πρεμιέρα ταινίας της Marvel.

Στο τραπέζι, ούτε γκάτζετ ούτε βιβλία. Μόνο ένας άντρας με χαμογελαστό βλέμμα, ένα στιλό που έχει λύσει περισσότερα μυστήρια απ’ όσα φανταζόμαστε, και η διερμηνέας του – για να μην προδοθεί η γερμανική του σκέψη. Ο Γίργκεν Μπανσέρους, 72 ετών, χαιρετά τα παιδιά σαν να ξαναβρίσκει παλιούς συνεργάτες. Εδώ και πάνω από τριάντα χρόνια, γράφει τις περιπέτειες του μικρού του ντετέκτιβ Κλουζ – ενός δεκάχρονου μοναχικού παιδιού, εθισμένου στις τσίχλες, που κυνηγά τα μυστήρια της καθημερινότητας με περισσότερη ευφυΐα απ’ ό,τι πολλοί ενήλικοι.

Καπέλα και τσίχλες

Στην αίθουσα, οι φαν είναι εύκολο να ξεχωρίσουν: καπέλα με το όνομα του ήρωα, κονκάρδες χειροποίητες, τσίχλες μασώμενες με δήθεν αδιάφορο ύφος – η μίμηση είναι τέλεια. «Είναι ο ήρωάς μου, βρίσκει πάντα τη λύση μόνος του», λέει ο Βασίλης, 8 ετών, με μάτια που λάμπουν. Δίπλα του, η μητέρα του χαμογελά: «Κι εγώ διάβαζα τα βιβλία του στη σχολική βιβλιοθήκη». Γιατί στο κοινό δεν υπάρχουν μόνο παιδιά. Υπάρχουν και αυτοί οι «μεγάλοι» τριαντάρηδες που μεγάλωσαν με τον ντετέκτιβ και το υπερμέγεθες αδιάβροχό του – εκείνοι για τους οποίους το μυστήριο της εξαφανισμένης γόμας ήταν η πρώτη συγκίνηση της ανάγνωσης.

Ο συγγραφέας διασκεδάζει με αυτή τη διαγενεακή αφοσίωση. Το πρωί αυτό αποφάσισε να αναθέσει μια αποστολή στο νεανικό του κοινό: να βρουν τον τίτλο του επόμενου βιβλίου του Κλουζ. Τα χέρια σηκώνονται, οι ιδέες πέφτουν βροχή, τις γράφουν σε λευκή κόλλα: «Το μυστήριο της ιπτάμενης βιβλιοθήκης», «Η καταραμένη τσίχλα», «Η υπόθεση της αόρατης γάτας»… Κι έπειτα, σε μια γωνιά, ένα αγόρι γράφει σε λευκό χαρτί: «Κι αν ο τίτλος ήταν… “Γιατί εγώ;”;». Ο συγγραφέας χαμογελά. «”Γιατί εγώ;”… Μου αρέσει αυτό. Είναι ακριβώς αυτό που λέει συχνά ο ντετέκτιβ μου πριν μπλέξει σε μια νέα περιπέτεια».

Προς το παρόν, όμως, το νέο βιβλίο ονομάζεται «Η κατάρα των επτά εμποδίων» και έχει ήδη κερδίσει το κοινό. Ολα τα παιδιά το κρατούν στα χέρια τους, ενώ οι γονείς αγοράζουν επιπλέον αντίτυπα «για τα Χριστούγεννα, πριν εξαντληθεί!», όπως λέει χαμογελαστός ένας πατέρας, ευτυχισμένος που ο δεκατετράχρονος γιος του προτιμά τον Κλουζ από το scrolling στο Διαδίκτυο.

Ενας ήρωας μόνος

Τριάντα τέσσερα βιβλία, μεταφρασμένα σε είκοσι μία γλώσσες, εκατομμύρια αναγνώστες – το φαινόμενο έχει ξεπεράσει προ πολλού τα σύνορα. Κι όμως, ο Μπανσέρους παραμένει ταπεινός, σχεδόν έκπληκτος. Δηλώνει στα «ΝΕΑ» ότι «ακόμα προσπαθεί να καταλάβει την επιτυχία των βιβλίων του στην Ελλάδα», που ίσως οφείλεται στην όμορφη έκδοση και στα σχέδια του Ραλφ Μούτσοφ. Αλλά έχει και μια πιο ψυχολογική εξήγηση:

«Νομίζω πως αυτό που αρέσει στα Ελληνόπουλα είναι ότι ο Κλουζ είναι “ιδιαίτερος”. Δεν έχει παρέα, ούτε ομάδα, ούτε γκρουπ. Δεν είναι οι “Τρεις” ή οι “Πέντε”. Είναι μόνος του, με τις αμφιβολίες του και μια τσίχλα. Ενας μοναχικός λύκος. Πιστεύω πως τα Ελληνόπουλα είναι πολύ ατομικιστικά, και αυτό τα αγγίζει. Και επιπλέον, δεν είναι ήρωας στο 100%. Κάνει λάθη, πέφτει έξω – είναι ένα κανονικό αγόρι. Είναι σαν όλους τους άλλους. Κι αυτό τους αρέσει, γιατί κάθε παιδί μπορεί να λύσει τη δική του υπόθεση», λέει ο συγγραφέας. Σε έναν κόσμο γεμάτο ομάδες, υπερηρωικά γκρουπ και συνεργασίες, ο ήρωάς του ξεχωρίζει: ένα παιδί που ερευνά χωρίς ενηλίκους, χωρίς τεχνολογικά βοηθήματα – μόνο με τη λογική και το θάρρος του. «Αυτό πιστεύω ότι αρέσει στα παιδιά: να νιώθουν ότι μπορούν να κάνουν τα πάντα μόνα τους».

Ξεπερνά τα σύνορα

Από την Ιαπωνία έως τη Βραζιλία, από τη Σουηδία έως την Ελλάδα, ο μικρός ντετέκτιβ έχει πάρει χίλια πρόσωπα και χίλιες προφορές. «Προσαρμόζεται σε κάθε κουλτούρα», εξηγεί ο Μπανσέρους. «Αλλά κατά βάθος παραμένει ο ίδιος: ένα παιδί περίεργο, λίγο μελαγχολικό, που προσπαθεί να καταλάβει τον κόσμο. Είναι δέκα χρονών, αλλά στην πραγματικότητα έχει όλες τις ηλικίες», λέει και συνεχίζει: «Μια πολωνή ερευνήτρια έκανε μελέτη για τον Κλουζ και είπε ότι ο ήρωας αντιπροσωπεύει την ιστορία της Γερμανίας των τελευταίων τριάντα χρόνων. Διότι δεν είναι μοντέρνος ήρωας· οι φίλοι του έχουν e-pets, αυτός όχι. Στην αρχή δεν έχει καν υπολογιστή· αργότερα αποκτά έναν παλιό. Για μένα, δεν είναι μόνο ιστορίες εγκλήματος, αλλά και κοινωνικές ιστορίες».

Σε μια γωνιά της αίθουσας, ένα κοριτσάκι σηκώνει το χέρι: «Θα συνεχίσετε να γράφετε για πολύ ακόμα;». Ο συγγραφέας γελά δυνατά. «Οσο διαβάζετε τα βιβλία μου, θα συνεχίσω να ψάχνω μυστήρια για να λύσω». Αλλά εξομολογείται στα «ΝΕΑ», μετά, πως «είναι όλο και πιο δύσκολο να γράφω ιστορίες. Να καταλαβαίνω τι ενδιαφέρει τα παιδιά 10-12 ετών. Δεν θέλω να γράψω για την τεχνητή νοημοσύνη ή τους υπολογιστές· όμως ξέρω πως σε 7-8 χρόνια θα χρειαστεί να το κάνω. Προς το παρόν, πρέπει να αναρωτιέμαι τι τους αρέσει, γιατί τα παιδιά αλλάζουν και πρέπει να τα παρατηρώ, να τα καταλαβαίνω».

Μια τελευταία ματιά

Οταν η συνάντηση τελειώνει, τα παιδιά συνωστίζονται για μια υπογραφή, απλώνουν τα τσαλακωμένα τους βιβλία και τα καπέλα τους. Μερικά φεύγουν με φωτογραφία, άλλα με αυτόγραφο – όλοι όμως με την πεποίθηση ότι συνάντησαν, έστω για ένα πρωινό, έναν χάρτινο φίλο. Και κάπου, στο σημειωματάριό του, ο Γίργκεν Μπανσέρους ήδη σημειώνει έναν τίτλο: «Γιατί εγώ;».

Σχόλια
Γράψτε το σχόλιό σας
50 /50
2000 /2000
Όροι Χρήσης. Το site προστατεύεται από reCAPTCHA, ισχύουν Πολιτική Απορρήτου & Όροι Χρήσης της Google.