Μερικά πράγματα μου κάνουν μεγάλη εντύπωση. Μου κάνει εντύπωση, π.χ., ότι η αντιπολίτευση είναι ικανοποιημένη με τον υπάρχοντα Συνήγορο του Πολίτη, τον Ανδρέα Ποττάκη, που βρίσκεται σε αυτή τη θέση από το καλοκαίρι του 2016. Τα διάφορα κόμματα της αντιπολίτευσης, κι αυτά που φαίνεται ότι κυοφορούνται, διεκδικούν την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη, θεωρώντας ότι στα περίπου δυόμισι χρόνια από τη δεύτερη εκλογική νίκη του έχει αλλάξει η βούληση των πολιτών (κι ας μη φαίνεται αυτό στις δημοσκοπήσεις). Ωστόσο δεν ενοχλούνται από το ότι η θητεία του Συνηγόρου έχει λήξει από το καλοκαίρι του 2021, ότι δηλαδή, για τέσσερα ολόκληρα χρόνια, στηρίζουν μια κατάσταση που αν δεν τους άρεσε θα την κατήγγελλαν ως θεσμική παραφωνία.

Γιατί συνέβη αυτό; Για έναν πολύ απλό λόγο. Επειδή η αντιπολίτευση δεν επέτρεψε να οριστεί αντικαταστάτης του υπάρχοντος Συνηγόρου με τη διαδικασία που συνήθως ακολουθείται: ο Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος, που είχε προταθεί, δεν συγκέντρωσε την απαιτούμενη πλειοψηφία στη Διάσκεψη των Προέδρων, στο κοινοβούλιο, με αποτέλεσμα αυτό που περιέγραψα.

Για ποιο λόγο υπονομεύθηκε η εκλογή Σωτηρόπουλου; Για να ολοκληρώσει την έρευνα για το ναυάγιο της Πύλου ο νυν Συνήγορος. Ηταν μια προσδοκία των ατάκτων της αντιπολίτευσης να βρεθεί ακόμα ένα θέμα για να πληγεί ηθικολογικά η κυβέρνηση. Και βέβαια, μαζί τους συντάχθηκε το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη, που προκειμένου να πλήξει τον Μητσοτάκη, όπως νομίζει, με πολλή άνεση ακολουθεί τον ΣΥΡΙΖΑ, τη Ζωή Κωνσταντοπούλου ή τον Βελόπουλο.

Το αποτέλεσμα, να μην ευοδωθεί η υποψηφιότητα Σωτηρόπουλου, παρότι ο συγκεκριμένος είναι διακεκριμένος πολιτικός επιστήμονας και, βεβαίως, κανείς δεν θα μπορούσε να τον χαρακτηρίσει δεξιό. Μάλιστα, ως καθηγητής Πανεπιστημίου συνυπογράφει επιστημονικό έργο με διακεκριμένους συναδέλφους του της θεωρούμενης προοδευτικής διανόησης: Σωτήρη Ρούσο, Αστέρη Χουλιάρα, Ηλία Νικολακόπουλο, Χρήστο Λυριτζή, Νίκο Μουζέλη, Kevin Featherstone και βέβαια τον πρώτο έλληνα Συνήγορο, τον Νικηφόρο Διαμαντούρο.

Η ΝΔ, δηλαδή, πρότεινε για τη θέση τής πιο παλιάς και παρεμβατικής ανεξάρτητης Αρχής ένα πρόσωπο το οποίο δεν έχει ιδεολογικές συγγένειες με την παραδοσιακή Δεξιά, αλλά το ΠΑΣΟΚ αδυνατεί να κατανοήσει τη σημασία αυτής της επιλογής για τη δημοκρατία.

Το αποτέλεσμα, πάντως, είναι αυτό που περιέγραψα. Τέσσερα χρόνια παράταση της θητείας του προηγούμενου Συνηγόρου. Με τη συμβολή, δηλαδή, ακόμα και των κομμάτων της αντιπολίτευσης που διεκδικούν την εξουσία και εγγυώνται τη συνέχεια του κράτους, προωθήθηκε μια αντισυστημική συμπεριφορά.

Μπάχαλο. Είναι η πρόταση εξουσίας του συνόλου της αντιπολίτευσης. Και εξηγεί γιατί τα κόμματά της έχουν τόσο χαμηλά ποσοστά: αντί να παίξουν δημιουργικό ρόλο υποσχόμενα συνέπεια και σύστημα για να τους εμπιστευτούν οι πολίτες να κυβερνήσουν, επιλέγουν το περιθώριο και την γκρίνια.

Στο μεταξύ, η εκλογή νέου Συνηγόρου του Πολίτη έρχεται σύντομα, εκ νέου, στη Βουλή – και ήδη μαθαίνω ότι έχουν καταθέσει υποψηφιότητα όχι ένας, όχι δύο, όχι τρεις, αλλά 25 πρόσωπα για τη θέση! Υποψήφιος, βέβαια, θα είναι και ο Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος.

Τι θα κάνει αυτή τη φορά η αντιπολίτευση; Ελπίζω ότι το ΠΑΣΟΚ θα πάψει να βλέπει τα πράγματα με τον φανατισμό που το περιθωριοποιεί και το συρρικνώνει. Και να αναγνωρίσει ότι είναι ανάγκη να αναγεννηθεί ο Συνήγορος του Πολίτη, μια Αρχή η οποία, για να υπηρετεί το συμφέρον των πολιτών που αδικήθηκαν από το κράτος, πρέπει να μείνει ανεξάρτητη από πολιτικές επιρροές. Τόσο απλά.

Οι δρόμοι της Αγάπης

Η συνέντευξη που μετέδωσε χθες ο ΑΝΤ1, του Αντώνη Σαμαρά, είχε μια πρωτοτυπία. Δεν είχε ερωτήσεις. Ο πρώην πρωθυπουργός και διαγραφείς από τη ΝΔ μίλησε σε μια κυρία η οποία, απλώς, του υπενθύμιζε κάθε τόσο να αλλάξει θέμα. Δεν έδινε δηλαδή συνέντευξη αλλά μια κυρία έπαιζε τον ρόλο της συντονίστριας ενός προετοιμασμένου μονολόγου. Η μόνη σκληρή ερώτηση που πρέπει να δυσκόλεψε τον Σαμαρά ήταν η εξής: «Πώς αισθάνεσαι που όλοι σου δίνουν δίκιο για τα εθνικά;». Περίμενα ότι θα του κάνει και την ερώτηση: «Πώς αισθάνεσαι που είσαι τόσο μεγάλος;», αλλά μάλλον δεν πρόλαβε.

Δεν είναι η μόνη φορά που βλέπουμε τέτοια, ας την πούμε, δημοσιογραφία. Προσωπικά, ακόμα νοσταλγώ την εποχή του εθνικού ρετρό όπου τηλεόραση έκανε ο Ευάγγελος Γιαννόπουλος, υπουργός Δικαιοσύνης του Ανδρέα Παπανδρέου. Εκεί στη ζώνη του μεσονυκτίου, ο Γιαννόπουλος απαντούσε στην περίφημη Αγάπη, η οποία απλώς του έστηνε το χαλί για να βγάλει τα πύρινα λογύδριά του. Οταν κάποια φορά της ξέφυγε και έκανε κάποια κανονική ερώτηση, ο συνομιλητής της την έλουσε κανονικά με τα σε αφθονία κοσμητικά του επίθετα. Πώς τόλμησε να ξεπεράσει τον δεδομένο ρόλο της;

Η χθεσινή, ας πούμε, συνέντευξη Σαμαρά μού θύμισε τα παλιά. Δικαίως, αφού σε μια τόσο παλιά εποχή ανήκει κι αυτός.