Η Ελλάδα διανύει μια καθοριστική περίοδο για το ενεργειακό της μέλλον, διαθέτοντας όλα τα εφόδια για να πρωταγωνιστήσει στην πράσινη μετάβαση, τη μεγάλη πρόκληση αλλά και τη μεγάλη ευκαιρία της εποχής μας. Μια ευκαιρία να μετασχηματίσουμε το παραγωγικό μας μοντέλο, να ενισχύσουμε την ενεργειακή μας ανεξαρτησία και να μειώσουμε το ενεργειακό κόστος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, οικοδομώντας μια οικονομία ανθεκτική, ανταγωνιστική και βιώσιμη.
Στην Ελλάδα, η ενεργειακή πολιτική και η πολιτική για τις ορυκτές πρώτες ύλες αποτελούν δύο όψεις της ίδιας στρατηγικής: της δίκαιης μετάβασης σε μια «καθαρή» οικονομία που δημιουργεί αξία και προοπτική για όλους. Στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας υλοποιούμε ένα συνεκτικό σχέδιο επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων, με έμφαση στην καινοτομία και με σαφή στόχευση: τη μείωση του ενεργειακού κόστους, τη διασφάλιση της επάρκειας και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
Πέραν του ζητήματος της επάρκειας, η ενεργειακή ασφάλεια είναι πλέον συνώνυμη με την ανθεκτικότητα και την περιφερειακή συνεργασία. Η Ελλάδα έχει ήδη πετύχει κάτι που πριν από λίγα χρόνια φάνταζε μακρινό: πάνω από το 60% της ηλεκτροπαραγωγής της προέρχεται από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, ενώ το 2024 η χώρα έγινε για πρώτη φορά από το 2000 καθαρός εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας. Το επόμενο βήμα είναι η αποθήκευση, που θα επιτρέψει την πλήρη αξιοποίηση της καθαρής ενέργειας, ενισχύοντας τη σταθερότητα και την ασφάλεια του συστήματος. Παράλληλα, η Ελλάδα αναδεικνύεται σε ενεργειακό κόμβο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, μέσα από διεθνείς και εσωτερικές διασυνδέσεις και επενδύσεις στα δίκτυα μεταφοράς και διανομής.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η στήριξη αυτής της μετάβασης μέσω ισχυρών χρηματοδοτικών εργαλείων. Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, που βρίσκεται στην τελική φάση υλοποίησης και απορρόφησης, καθώς και τα νέα υπό οριστικοποίηση Ταμεία Εκσυγχρονισμού και Απανθρακοποίησης των Νησιών, κατευθύνουν σημαντικούς πόρους σε έργα αποθήκευσης, ενεργειακής απόδοσης και καινοτομίας.
Παράλληλα, μέσα από ενεργειακές συμφωνίες και διεθνείς συμμαχίες, η Ελλάδα ενισχύει ακόμη περισσότερο τη θέση της στο διεθνές ενεργειακό και γεωστρατηγικό πεδίο. Ωστόσο, η πράσινη μετάβαση δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός. Οφείλει να προχωρά με ρεαλισμό, με γνώμονα την κοινωνική και περιφερειακή συνοχή και με σεβασμό στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και τα προγράμματα υψηλής κοινωνικής ανταποδοτικότητας που υλοποιούμε, όπως τα «Εξοικονομώ» και «Αλλάζω σύστημα θέρμανσης και θερμοσίφωνα».
Στον τομέα των ορυκτών πρώτων υλών, η πρόκληση είναι εξίσου κρίσιμη. Η πράσινη μετάβαση δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τις πρώτες ύλες που απαιτούνται για τις τεχνολογίες καθαρής ενέργειας. Η Ελλάδα διαθέτει σημαντικό ορυκτό δυναμικό και ένα σύγχρονο θεσμικό πλαίσιο, πλήρως εναρμονισμένο με τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό για τις Κρίσιμες Πρώτες Υλες (CRMA). Προτεραιότητα αποτελεί η υλοποίηση του Εθνικού Σχεδίου για τις Ορυκτές Πρώτες Υλες, η ενίσχυση της έρευνας και της βιώσιμης αξιοποίησης, καθώς και η προσέλκυση επενδύσεων με σεβασμό στο περιβάλλον και τη συναίνεση των τοπικών κοινωνιών.
Η Ελλάδα έχει αποδείξει ότι μπορεί να μετατρέπει τις προκλήσεις σε ευκαιρίες. Με σταθερό σχεδιασμό, μεθοδικότητα, μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που κοιτούν στο μέλλον, οικοδομούμε σήμερα το ενεργειακό μοντέλο της επόμενης δεκαετίας, ένα μοντέλο καθαρής ενέργειας, τεχνολογικής καινοτομίας και βιώσιμης ανάπτυξης για όλους.
Η Δέσποινα Παληαρούτα είναι γενική γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών







