Ταυτόχρονη διανομή δύο σύγχρονων ισπανικών ταινιών την ίδια κινηματογραφική εβδομάδα στις αίθουσες δεν είναι κάτι που βλέπουμε συχνά, όμως αυτό συμβαίνει από σήμερα με τις διαφορετικού περιεχομένου «Πάρτι χωρισμού» (Volveréis, Ισπανία/Γαλλία, 2024) του Χονάς Τρουέμπα και «Διπλή ταυτότητα» (La infiltrada, Iσπανία, 2024) της Αράντξα Ετσεβαρία. Η πρώτη είναι μια συμπαθέστατη, επίκαιρη κομεντί πάνω στις σχέσεις των ζευγαριών έτσι όπως έχουν διαμορφωθεί στον χρόνο, παραμένοντας ουσιαστικά οι ίδιες. Εδώ, δύο παντρεμένοι, η Αλε (Ιτσάσο Αράνα) και ο Αλεξ (Βίτο Σανζ), εργαζόμενοι στον κινηματογράφο (εκείνη σκηνοθέτρια, εκείνος ηθοποιός), αποφασίζουν με πολύ ήρεμο τρόπο να λύσουν τα δεσμά του γάμου τους, εορτάζοντας κιόλας το γεγονός με ένα πάρτι. Ο Χονάς Τρουέμπα, γιος του βετεράνου σκηνοθέτη Φερνάντο Τρουέμπα, εμπνεύστηκε την ταινία από μια φράση του πατέρα του, που του είχε κάποτε αναφέρει ότι «τα ζευγάρια πρέπει να γιορτάζουν όταν χωρίζουν, όχι όταν σμίγουν». Είναι μια ιδέα και αυτή, η οποία ενδεχομένως να απαλύνει τον πόνο του χωρισμού. Στην ταινία η Αλεχάντρα θυμάται να την έχει ακούσει από τον δικό της πατέρα (τον υποδύεται ο ίδιος ο Φερνάντο Τρουέμπα) και τώρα θέλει να την κάνει πράξη. Φυσικά, η ανακοίνωση του γεγονότος δεν θα περάσει απαρατήρητη όταν το ζευγάρι αρχίζει να την ανακοινώνει σε γνωστούς, συναδέλφους, φίλους και συγγενείς, οπότε δουλεύοντας πάνω σε εντελώς ρεαλιστικές βάσεις και με πολλή ευγένεια ο Τρουέμπα έφτιαξε μια ταινία που σου δίνει την αίσθηση μιας ισπανικής παραλλαγής ενός θέματος που θα μπορούσες κάποτε να βρεις σε ρομαντική κωμωδία του παλιού Χόλιγουντ ή αργότερα σε κομεντί του Γούντι Αλεν (τα «Παντρεμένα ζευγάρια» περνούν από το μυαλό) ή σοφιστικέ κομεντί του Ερίκ Ρομέρ του τύπου «Ο τέλειος γάμος». Ο σκηνοθέτης αφήνει τους ηθοποιούς του να εκφραστούν μέσα σε μεγάλης διάρκειας μονοπλάνα, με τον φακό να παραμένει παγωμένα σταθερός, παρακολουθώντας ανθρώπους να μιλούν μεταξύ τους σε διάφορα σημεία της Μαδρίτης. Επιτυχία της ταινίας είναι ότι νιώθεις ότι βρίσκεσαι πραγματικά δίπλα σε αυτούς τους ανθρώπους και θέλεις να ακούσεις τι έχει να πει ο καθένας. Στη ζωή τίποτα δεν είναι δεδομένο και όλα μπορούν ανά πάσα στιγμή να αλλάξουν, λέει ουσιαστικά η ταινία, και παρότι το ξέρουμε, δεν είναι κακό να το ξαναθυμόμαστε, ιδίως όταν το σερβίρισμα έχει ανθρωπιά όπως συμβαίνει εδώ.

Μακριά από τέτοιου τύπου ρομαντικά συναισθήματα, η «Διπλή ταυτότητα» πλάθει το πορτρέτο μιας μυστικής αστυνομικού, αυτού του παράξενου και γοητευτικά μυστηριώδους τύπου ήρωα/αντιήρωα που δεν έχει πάψει να απασχολεί τον κινηματογράφο. Διακριτικό της μυστικής αστυνομικού που υποδύεται η Καρολίνα Γιούστα είναι το μυστήριο του γιατί δεν μαθαίνουμε ποτέ τον λόγο για τον οποίο αποφασίζει να αναλάβει την πιο δύσκολη αποστολή της καριέρας της, παρότι δεν έχει να της προσφέρει απολύτως τίποτα: να εισχωρήσει στην ΕΤΑ των Βάσκων και να αντλεί πληροφορίες. Αποστολή αυτοκτονίας. Το αφεντικό της (Λουίς Τοσάρ) ήταν από την αρχή ξεκάθαρο. «Στην επιτυχία δεν θα υπάρξει κανένα μπράβο, στην αποτυχία δεν θα σταθεί κανείς δίπλα σου να σε βοηθήσει». Αρα γιατί το κάνει; Μήπως επειδή είναι μια γυναίκα που θέλει να αποδείξει την αξία της στο «μάτσο» περιβάλλον του «ανδρικού» επαγγέλματός της; Θέλει άραγε να δείξει ότι έχει τα κότσια που πολλοί άνδρες δεν έχουν; Η απόφασή της είναι μια μάλλον προσωπική της υπόθεση, κάτι που έχει να κάνει με κάποιο σκοτεινό σημείο στο εσωτερικό της, το οποίο είναι που ενδιαφέρει την έμπειρη σκηνοθέτρια της τηλεόρασης και του κινηματογράφου Αράντξα Ετσεβαρία. Πέρα από το ότι το ολοκληρωμένο, σφιχτό σενάριό της είναι εμπνευσμένο από πραγματικά περιστατικά που έλαβαν χώρα στη δεκαετία του 1990, οι γρήγοροι ρυθμοί, το στακάτο μοντάζ και η αίσθηση ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να συμβεί κάτι ανατρεπτικό βοηθούν την ταινία να αναπτυχθεί σε ένα θρίλερ της πρώτης γραμμής, με την προσθήκη συγχρόνως μιας πινελιάς πολιτικής χροιάς – αν και σε ένα δεύτερο επίπεδο.

Δυναμική επιστροφή

Με τα «28 χρόνια μετά» (28 years later, Αγγλία/ΗΠΑ, 2025), ο Ντάνι Μπόιλ των επιτυχιών «Trainspotting», «Η παραλία» και «Slumdog millionaire» αποπειράται μια δυναμική (και ανανεωτική) επιστροφή στον κόσμο των «ζόμπι» που ξεκίνησε από τον ίδιο με την cult επιτυχία «28 ημέρες μετά», παραγωγής 2002. Από τότε έχει μεσολαβήσει μια ακόμη ταινία, η «28 εβδομάδες μετά» του Χουάν Κάρλος Φρεσναντίγιο, που ούτε κρύο ούτε ζέστη – απλώς επανάληψη. Θυμίζουμε ότι στην πρώτη ταινία όλα ξεκινούν από έναν ιό που «ξέφυγε» από εργαστήριο βιολογικών όπλων και το αποτέλεσμα ήταν η πλειοψηφία των μολυσμένων (που μοιάζουν με ζόμπι) να απειλεί τη μειοψηφία των αμόλυντων που πια σκέφτονται μόνο την επιβίωση. Στη νέα ιστορία, η γη έχει φυσικά πάει προς το χειρότερο και ένα νησί στο οποίο συνυπάρχουν μολυσμένοι και μη (περιφραγμένοι σε μια πόλη-στρατόπεδο) είναι αποκλεισμένο από τον υπόλοιπο κόσμο – σε καραντίνα. Αξονας του σεναρίου η προσπάθεια ενός αγοριού (Aλφι Γουίλιαμς), του οποίου ο πατέρας (Ααρον Τέιλορ-Τζόνσον) είναι ένας ατρόμητος μαχητής των αμόλυντων, να βρει έναν γιατρό για την ασθενή μητέρα του (Τζόντι Κόμερ). Ο Μπόιλ ακολουθεί τη γνωστή πεπατημένη, αλλά το film making του έχει έναν αναζωγονητικό αέρα, ιδίως στις μάχες μολυσμένων και αμόλυντων, που είναι πολύ εντυπωσιακές, με slow motion και freeze frames και το αίμα να χύνεται με «ποιητικό» τρόπο στην οθόνη. Ενα ενδιαφέρον σημείο της ταινίας είναι η επιστροφή στα όπλα μακρινών αιώνων στο παρελθόν – οι αμόλυντοι πολεμούν με τόξα και βέλη. Ενα σχόλιο ίσως του Μπόιλ για την εξέλιξη της κοινωνίας που όσο προχωράμε μπροστά τόσο κοιτάμε πίσω. Εντέλει μια καλή περιπέτεια που παρακολουθείς με περιέργεια και που επίσης αφήνει την υπόνοια ότι ο κύκλος «28» δεν θα κλείσει εδώ.

Στραβοπάτημα της Pixar

Ανία και ψευτιά βρίσκει κανείς στο «Ελιο» (Elio, ΗΠΑ, 2025), την τελευταία ταινία κινουμένων σχεδίων της θρυλικής Pixar (σε σκηνοθεσία Εντριαν Μολίνα, Μαντελίν Σαράφιαν, Ντόμι Σι), στην οποία ένας 11χρονος, ο Ελιο, λάτρης του Διαστήματος και εμμονικός με τους εξωγήινους, πέφτει θύμα απαγωγής τους, όπως ανέκαθεν το διακαώς το ευχόταν. Θα διακτινιστεί βαθιά στο σύμπαν του Communiverse, ενός διαπλανητικού οργανισμού με εκπροσώπους κάθε λογής όντα από μακρινούς γαλαξίες, θα θεωρηθεί αρχηγός της Γης και θα πρέπει να συνεργαστεί με εκκεντρικές εξωγήινες προσωπικότητες και να ανακαλύψει ποιος είναι ο προορισμός του. Το πουθενά δείχνει πάντως να είναι ο προορισμός αυτής της ταινίας γενικότερα, που θυμίζει πασαρέλα του «ό,τι να ‘ναι», φορτωμένη με «ό,τι να ‘ναι». Μακάρι να βγω ψεύτης, όμως πολύ φοβάμαι ότι ακόμα και οι θεατές της μικρής ηλικίας, στους οποίους κατά κύριο λόγο απευθύνεται, θα βαρεθούν ασυστόλως. Ακόμα χειρότερα, βλέποντάς τη μεταγλωτισμένη ένιωσα εγώ… εξωγήινος και εντελώς ανίκανος να επικοινωνήσω με το οτιδήποτε μέσα της.

Επανεκδόσεις

«Η νύχτα των σαλτιμπάγκων» (Gycklarnas afton, Σουηδία, 1953): Μια διεισδυτική, στενόχωρη ματιά του Ινγκμαρ Μπέργκμαν πάνω στον ίδιο τον κόσμο του θεάματος μέσα από τη συγκινητική ιστορία ενός περιπλανώμενου θιάσου σαλτιμπάγκων, οι οποίοι αγωνίζονται για την επιβίωση στη Σουηδία του 1900 ελπίζοντας στη βοήθεια ενός θεάτρου. Ξεκινώντας από εκεί, ο κορυφαίος σουηδός σκηνοθέτης πλέκει ανατριχιαστικές ανθρώπινες ιστορίες σχετικές με κάποια μέλη του θιάσου και συγχρόνως επιτρέπει στην ταινία να «κινηθεί» υπερβατικά, να μετατραπεί σε μια πραγματικά εφιαλτική εμπειρία, όπου εφιάλτης δεν είναι άλλος από την ανθρώπινη ψυχή. Πρωταγωνστούν οι Χάριετ Αντερσον, Χάσε Εκμαν κ.ά.

«Ρώμη ανοχύρωτη πόλη» (Roma città aperta, Ιταλία, 1945): Πραγματικά γεγονότα και μαρτυρίες από την αντίσταση των Ιταλών στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είναι η βάση αυτού του μνημειώδους κινηματογραφικού ντοκουμέντου, που διαδραματίζεται λίγο πριν από την απελευθέρωση στη Ρώμη του 1944. Ο Ρομπέρτο Ροσελίνι μας παρέδωσε έναν πραγματικό φόρο τιμής προς την αντίσταση του λαού του απέναντι στη ναζιστική κατοχή που είχε ως αποτέλεσμα τη θυσία ανθρώπων της καθημερινότητας. Να σημειωθεί ότι το σενάριο που ο Ροσελίνι συνυπέγραψε με τους Σέρτζιο Αμιδέι και Φεντερίκο Φελίνι προτάθηκε για Οσκαρ και ότι ερασιτέχνες κυρίως ηθοποιοί πλαισιώνουν την Ανα Μανιάνι και Αλντο Φαμπρίτσι που εμφανίζονται στην ταινία.

«Το παιδί και το δελφίνι» (Boy on a dolphin, ΗΠΑ, 1958): Το αρχαίο άγαλμα που θα έρθει στην κατοχή μιας Υδραίας προκαλεί φασαρίες στην ίδια, στον αμερικανό αρχαιολόγο που τη φλερτάρει αλλά και σε έναν πλούσιο συλλέκτη αρχαιοτήτων. Μια από τις πιο διάσημες «καλοκαιρινές» ταινίες περασμένων μεγαλείων, το «Παιδί και το δελφίνι», που γυρίστηκε σε πολλούς φυσικούς χώρους της Ελλάδας (Αθήνα, Υδρα, Παρθενώνας, Επίδαυρος), αν και κάπως τουριστική, μας δίνει την ευκαιρία να δούμε τη Σοφία Λόρεν… σφουγγαρού του Αιγαίου στην πρώτη εμφάνισή της σε αμερικανική ταινία. Στους ρόλους των κυρίων που την πολιορκούν ο Αλαν Λαντ και ο Κλίφτον Γουέμπ, ενώ αξέχαστη η σκηνή στην οποία η Λόρεν τραγουδά με τον Τώνη Μαρούδα στην κιθάρα.

«Αλφαβίλ» (Alphaville, Γαλλία, 1965): Ανατρέποντας κάθε κανόνα κινηματογραφικής αφήγησης, ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ καταθέτει τη δική του, αναρχική άποψη για το νουάρ και την επιστημονική φαντασία πλάθοντας έναν ασυνήθιστο ιδιωτικό ντετέκτιβ, τον πράκτορα Λέμι Κόσιον (Εντι Κονσταντίν), ο οποίος προκειμένου να εξουδετερώσει έναν σατανικό επιστήμονα παριστάνει τον δημοσιογράφο σε μια φουτουριστική πόλη με το όνομα του τίτλου. Ο σκηνοθέτης μιλά περισσότερο για τον κίνδυνο της υποταγής του ανθρώπου στην «Απόλυτη Μηχανή» αλλά και για εμάς τους ίδιους, τους σκλάβους της μηχανιστικής ζωής. Μια πολύ ενδιαφέρουσα και επίκαιρη ταινία.