Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Τα αίτια της εκλογικής καθίζησης του ΣΥΡΙΖΑ έχουν αναλυθεί στην αρθρογραφία των τελευταίων ημερών και σε μεγάλο βαθμό έχουν εντοπιστεί και από τα ίδια τα στελέχη του: έλλειμμα προγραμματικού λόγου, θολό μήνυμα και απουσία ξεκάθαρης επικοινωνίας του, αδυναμία συγκρότησης μιας εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης και ένα έλλειμμα εμπιστοσύνης προς τη διαχειριστική επάρκεια και αποτελεσματικότητα της ηγεσίας του.
Ορισμένα από αυτά τα προβλήματα είχαν κάνει την εμφάνισή τους ήδη από την προεκλογική περίοδο του 2019, ο ΣΥΡΙΖΑ όμως τότε είχε καταφέρει να διατηρήσει υψηλά εκλογικά ποσοστά σε ορισμένες περιφέρειες οι οποίες θεωρούνταν προνομιακές. Στα χρόνια που μεσολάβησαν το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν κατάφερε να εντοπίσει και να θεραπεύσει τις τρανταχτές πολιτικές, οργανωτικές και επικοινωνιακές του αδυναμίες, με αποτέλεσμα την κατάρρευση των εκλογικών του ποσοστών ακόμα και στις περιοχές στις οποίες πολλοί πίστευαν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η Νέα Δημοκρατία δεν θα μπορούσαν να διεισδύσουν.
Κατ' αρχήν στη Διοικητική Περιφέρεια Αττικής, και συγκεκριμένα στις εκλογικές περιφέρειες του Δυτικού Τομέα, της Β' Πειραιά και της Δυτικής Αττικής, ο ΣΥΡΙΖΑ πίστευε ότι το κύμα ακρίβειας που πλήττει ιδιαίτερα τα ασθενέστερα οικονομικά στρώματα που είναι συγκεντρωμένα εκεί θα περιόριζε σημαντικά την εκλογική επιρροή της Νέας Δημοκρατίας. Συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Οι πολίτες έδειξαν εμπιστοσύνη στην οικονομική πολιτική της Νέας Δημοκρατίας απορρίπτοντας ταυτόχρονα τις οικονομικές προσδοκίες που καλλιεργούσε ο ΣΥΡΙΖΑ ως έωλες, ανεδαφικές και μη εφαρμόσιμες. Στο σύνολο της Περιφέρειας Αττικής ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε δυνάμεις προς κάθε κατεύθυνση, τη στιγμή που η Νέα Δημοκρατία συγκρατούσε τις δικές της και απορροφούσε ψηφοφόρους από όλους τους χώρους, κυρίως από το ΠΑΣΟΚ, για το οποίο η μεγαλύτερη πληθυσμιακή περιφέρεια της χώρας συνεχίζει να αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα και ίσως τον βασικότερο λόγο που η πανελλαδική του επίδοση δεν βρέθηκε σε ακόμα υψηλότερα ποσοστά από αυτά που κατέγραψε η κάλπη της 21ης Μαΐου.
Η συσπείρωση του ΠΑΣΟΚ στην Αττική αποτυπώθηκε στο 60,8%, μακριά από τις επιδόσεις του στην Κρήτη, όπου κατέγραψε 78,3%, και την Κεντρική Μακεδονία, όπου έφτασε στο 76,8%. Η Περιφέρεια της Κρήτης εξελίχθηκε σε μια μεγάλη πληγή για τον ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου η συσπείρωση έφτασε μόλις το 55,9%, τη στιγμή που έχασε το 21,6% των ψηφοφόρων του 2019 το οποίο κατευθύνθηκε προς το ΠΑΣΟΚ και το 10,7% που επέλεξε τη Νέα Δημοκρατία. Η συνολική επίδοση του ΣΥΡΙΖΑ στην Κρήτη περιορίστηκε στο 21,5%, ένα ποσοστό που σε μεγάλο βαθμό εξηγεί και την πανελλαδική καθίζησή του. Στον αντίποδα το ΠΑΣΟΚ κατέγραψε συνολικά στους τέσσερις νομούς ποσοστό 19%, επιβεβαιώνοντας τους ιστορικούς δεσμούς και τη σημαντική επιρροή που διαμορφώνει η παρουσία του Νίκου Ανδρουλάκη. Η Νέα Δημοκρατία σημείωσε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά συσπείρωσής της στην Κρήτη, με ποσοστό 84%, έχοντας ταυτόχρονα σημαντικές εισροές τόσο από τον ΣΥΡΙΖΑ (10,7%) όσο και από το ΠΑΣΟΚ (15,2%).
Στην Περιφέρεια της Κεντρικής Μακεδονίας η Νέα Δημοκρατία, παρά τις απώλειες που είχε προς την Ελληνική Λύση και τη Νίκη, κατάφερε να κρατηθεί ψηλά και να εκμεταλλευθεί την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ που είδε τους ψηφοφόρους του να μετακινούνται προς όλο το πολιτικό φάσμα, καταγράφοντας και στη συγκεκριμένη περιοχή ένα χαμηλό ποσοστό συσπείρωσης της τάξης του 55,9%. Στη συγκεκριμένη Διοικητική Περιφέρεια το ΠΑΣΟΚ έχασε δυνάμεις προς τη Νέα Δημοκρατία, κατάφερε όμως να καταγράψει διψήφιο ποσοστό αναπληρώνοντάς τους με εισροές από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Αντώνης Παπαργύρης είναι διευθυντής Ερευνών της GPO