Οι γυναίκες στην Ευρώπη γεννούν ολοένα λιγότερα παιδιά, στο φόντο και της οικονομικής κρίσης διαρκείας που βιώνουν οι κοινωνίες της – κυριολεκτικά – Γηραιάς Ηπείρου. Ετσι, φυσιολογικά, η Ευρώπη βλέπει σταδιακά το ποσοστό των ανθρώπων που αντικειμενικά διακρίνονται από τον μεγαλύτερο δυναμισμό και διαθέτουν σαφώς περισσότερη ενέργεια να μειώνεται διαρκώς.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Statista, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, με μοναδική εξαίρεση το πριγκιπάτο του Μονακό, ο δείκτης γονιμότητας (ο αριθμός των παιδιών που αναμένεται να γεννήσει κάθε γυναίκα στη διάρκεια του βίου της) είναι κάτω από το 1,8. Με εξαίρεση, μάλιστα, τη Γαλλία, όπου ο δείκτης βρίσκεται στο 1,79 – όχι τυχαία, καθώς υπάρχει σοβαρό δίχτυ κοινωνικής προστασίας και παροχές – στις περισσότερες άλλες χώρες ο αντίστοιχος αριθμός είναι πολύ χαμηλότερος. Για του λόγου το αληθές, Ισπανία και Ιταλία βρίσκονται πολύ κοντά στο τέλος με 1,29, η Ελλάδα έχει μόλις 1,37, ενώ η Γερμανία βρίσκεται περίπου στο μέσον, με 1,53.
Σε αυτό το φόντο, η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, η Eurostat, προβλέπει ότι το ποσοστό των νέων, ηλικίας ως 19 ετών, επί του συνολικού πληθυσμού των 27 κρατών-μελών θα μειωθεί από το 20% που είναι σήμερα στο 18% το 2100. Ακόμη μεγαλύτερη θα είναι η μείωση του ποσοστού εκείνων που βρίσκονται σε ηλικία κατάλληλη για αποδοτική εργασία (20-64 ετών), καθώς από 59% που είναι σήμερα θα φτάσει στο 50%. Στο άλλο «άκρο», την ίδια στιγμή, το ποσοστό των Ευρωπαίων με ηλικία 65-79 ετών θα αυξηθεί από το 15% στο 17% και εκείνων που είναι πάνω από τα 80 θα αυξηθεί κατά 2,5 φορές, από το 6% σήμερα στο 15% το 2100.







