Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Με το τέλος της καλοκαιρινής ανάπαυλας - αν πράγματι υπήρξε τέτοια - θα ξεκινήσει και επίσημα η προεκλογική χρονιά που, σε αντίθεση με την εντύπωση που επικρατεί ή καλλιεργείται, φέρει εντός της τις προϋποθέσεις μιας πολιτικής ανατροπής. Ποια στοιχεία στηρίζουν έναν τέτοιον ισχυρισμό;
Πρώτον, τα βασικά εκλογικά μεγέθη (πρόθεση ψήφου, ικανοποίηση από την κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση, καταλληλότερος πρωθυπουργός, δημοτικότητα πολιτικών αρχηγών, συσπειρώσεις και μετακινήσεις των ψηφοφόρων) από το σύνολο των δημοσιευμένων δημοσκοπήσεων κάθε περιόδου, που μελετώνται διαχρονικά και συστηματικά στις «Εκλογικές Τάσεις» του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, αναδεικνύουν μια κανονικά μη αναστρέψιμη τάση: Η κυβέρνηση χάνει διαρκώς και γρήγορα το πλεονέκτημα που είχε μετά τις εκλογές του 2019 και κατά την πρώτη περίοδο της πανδημίας, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση παραμένει σταθερή ή βελτιώνει, έστω με αργούς ρυθμούς, τη δική της εικόνα. Ετσι, σήμερα έχει διαμορφωθεί ένα νέο σημείο ισορροπίας στο κομματικό σύστημα, με τους δύο βασικούς διεκδικητές της διακυβέρνησης να εισέρχονται στο φθινόπωρο από περίπου το ίδιο σημείο εκκίνησης.
Δεύτερον, η κοινωνική δυσαρέσκεια, όπως αποτυπώνεται και στα «ποιοτικά» στοιχεία των ερευνών, έχει πλέον αποκτήσει χαρακτηριστικά με ιδιαίτερη πολιτική σημασία: είναι διάχυτη, γενικευμένη, διαρκής και με πολιτικό παραλήπτη. Εχει ως αφετηρία το κυρίαρχο πρόβλημα της περιόδου, την ανεξέλεγκτη ακρίβεια, ωστόσο καταλαμβάνει πλέον όλο και περισσότερα ζητήματα, όπως η λειτουργία του κράτους δικαίου, η διαφάνεια, η αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού, η ικανότητα του «επιτελικού κράτους» να αντιμετωπίζει κρίσεις κ.ο.κ. Την ίδια στιγμή, δεν είναι μόνο διάχυτη ως προς τα θέματα που την τροφοδοτούν, αλλά και γενικευμένη: τα ποσοστά αποδοκιμασίας της κυβερνητικής πολιτικής σε αρκετούς τομείς υπερβαίνουν το εύρος της εκλογικής απήχησης των κομμάτων της αντιπολίτευσης, με τμήμα των ψηφοφόρων της ΝΔ να δυσανασχετούν επίσης με την πολιτική της, όπως αποτυπώνεται και στα ιστορικά χαμηλά επίπεδα συσπείρωσής της. Ταυτόχρονα, η δυσαρέσκεια αποκτά πλέον δομικά χαρακτηριστικά, ως ένα φαινόμενο που επιμένει και διευρύνεται συν τω χρόνω, ματαιώνοντας κάθε απόπειρα επικοινωνιακής διαχείρισης από το Μέγαρο Μαξίμου, ενώ - κάτι που λογικά ανησυχεί περισσότερο τον τρέχοντα ένοικό του - έχει πλέον πολιτικό παραλήπτη την κυβέρνηση και τον ίδιο. Αυτό αποτυπώθηκε ανάγλυφα στο τελευταίο κύμα των «Τάσεων» της MRB, όπου το «αντιΝΔ» μπλοκ είναι για πρώτη φορά ευρύτερο όσων τοποθετούνται απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Τρίτον, η αποφασιστική παράμετρος που θα μεταφράσει τα παραπάνω σε πολιτική ανατροπή είναι η ικανότητα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, του βασικού φύσει και θέσει υποδοχέα της κοινωνικής δυσαρέσκειας, ακόμα και σε συνθήκες απλής αναλογικής, να λειτουργήσει ως τέτοιος. Την τελευταία δεκαετία, ως απόρροια του «εκλογικού σεισμού» του 2012, η ταύτιση της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ με το κόμμα παρέμεινε χαμηλή, όπως προκύπτει από τα exit polls. Ωστόσο, η πρόσφατη συνεδριακή διαδικασία αποτέλεσε ένα σημαντικό βήμα υπέρβασης της αδυναμίας αυτής και διαμόρφωσης μιας «ταυτότητας ΣΥΡΙΖΑ», στην οποία θα αναγνωρίζει τον εαυτό της μια μεγάλη μερίδα του εκλογικού σώματος. Τόσο η συλλογική πολιτική συζήτηση και οι προγραμματικές επεξεργασίες που προέκυψαν όσο και η εντυπωσιακή οργανωτική μεγέθυνση του κόμματος φέρνουν τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σε πολύ καλύτερη θέση λίγο πριν από την έναρξη της προεκλογικής χρονιάς. Αν κανείς συνυπολογίσει σε αυτό και τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις, που διαμορφώνουν αντικειμενικά τις προϋποθέσεις ενός δημοκρατικού και προοδευτικού μετώπου, είναι σίγουρο ότι τα δεδομένα μετά το καλοκαίρι θα έχουν αλλάξει σημαντικά.
Η Δανάη Κολτσίδα είναι διευθύντρια του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς, μέλος της ΠΓ του ΣΥΡΙΖΑ