Εδώ και πολλούς μήνες αντιμετωπίζουμε μια σοβαρή ενεργειακή κρίση και εκτόξευση του πληθωρισμού, με τις ανατιμήσεις να συνθλίβουν το εισόδημα των πολιτών και να δοκιμάζουν, για μία ακόμη φορά, τις αντοχές των επιχειρήσεων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε η ΕΛΣΤΑΤ, ο πληθωρισμός σημείωσε νέο ρεκόρ τον Μάιο, φθάνοντας στο 11,3%, ενώ εκτίμηση της αγοράς είναι ότι τον Ιούνιο ενδέχεται να ξεπεράσει και το 12%.

Μέσα σε έναν μόλις χρόνο οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν αυξηθεί κατά 172,7%, οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος κατά 80% και το πετρέλαιο θέρμανσης κατά 65,1%.

Επίσης, τα καύσιμα και τα λιπαντικά έχουν ακριβύνει κατά 36,6%, το ψωμί και τα δημητριακά κατά 13,4%, το κρέας κατά 13,8%, τα γαλακτοκομικά και τα αβγά κατά 14,1%, τα έλαια και λίπη κατά 23,2%, τα φρούτα κατά 10,8% και τα λαχανικά κατά 13%.

Οι πιέσεις για τα νοικοκυριά είναι ασφυκτικές, ιδιαίτερα μάλιστα για τα χαμηλότερα εισοδήματα, με αποτέλεσμα η κατανάλωση να έχει μειωθεί δραματικά και την αγορά να έχει παγώσει.

Οσο για τις επιχειρήσεις, βρίσκονται για μία ακόμη φορά σε «λειτουργία επιβίωσης», με όλο και περισσότερες να αντιμετωπίζουν άμεσο κίνδυνο. Η αύξηση του κόστους παραγωγής και λειτουργίας, εξαιτίας των ανατιμήσεων στην ενέργεια, σε συνδυασμό με τη μείωση των εσόδων και τις συσσωρευμένες υποχρεώσεις, ήδη από την περίοδο της πανδημίας, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα, που απειλεί τη βιωσιμότητα πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Ηδη, εδώ και αρκετούς μήνες, τα μηνύματα από την αγορά είναι ιδιαίτερα ανησυχητικά. Σύμφωνα με την πρόσφατη έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ – η οποία μάλιστα έγινε πριν από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία – πάνω από το 47% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές σε τράπεζες, σε ασφαλιστικά ταμεία, σε λογαριασμούς ενέργειας, σε προμηθευτές κ.ά.

Η κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί στο επόμενο διάστημα, καθώς τα ταμειακά διαθέσιμα των ΜμΕ εξαντλούνται. Οπως προκύπτει από την έρευνα, 1 στις 5 επιχειρήσεις δήλωσαν πως δεν έχουν καθόλου ταμειακά διαθέσιμα, το 11% δήλωσαν πως τα διαθέσιμά τους επαρκούν για λιγότερο από έναν μήνα και το 17,6% ότι επαρκούν για έναν μήνα.

Συνολικά, δηλαδή, για πάνω από τις μισές επιχειρήσεις που συμμετείχαν στην έρευνα, τα ταμειακά διαθέσιμα φτάνουν για έναν μήνα το πολύ.

Τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση μέχρι τώρα είναι επιβεβλημένα, προκειμένου να υπάρξει ένα βασικό δίχτυ προστασίας των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων απέναντι στις ανατιμήσεις, ιδιαίτερα στην ενέργεια. Είναι, επίσης, θετικό ότι αναμένεται στο επόμενο διάστημα να ανακοινωθούν και νέες κινήσεις, με στόχο την ανακούφιση των καταναλωτών.

Ωστόσο, οι επιδοματικού χαρακτήρα παρεμβάσεις δεν επαρκούν για να αντιμετωπιστεί το τεράστιο κύμα ακρίβειας, που απειλεί να πνίξει την αγορά και την κοινωνία. Για να μπορέσει να στηριχθεί η πραγματική οικονομία θα απαιτηθούν γενναίες αποφάσεις.

Το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών έχει ήδη προτείνει τη μείωση του ΦΠΑ από το 13% στο 6% για τα βασικά αγαθά, τη μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα, την αύξηση των δόσεων στις 120 για το σύνολο των οφειλών των επιχειρήσεων.

Είναι, επίσης, ανάγκη να υπάρξουν στοχευμένες δράσεις ενίσχυσης των επιχειρήσεων, οι οποίες υπέστησαν ισχυρότερο πλήγμα από τις επιπτώσεις της πανδημίας ή που αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, λόγω των συνεχών ανατιμήσεων και της μείωσης του τζίρου τους εξαιτίας του πληθωρισμού.

Είναι κατανοητό ότι οι δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας είναι περιορισμένες και κανείς δεν παραγνωρίζει την ανάγκη για έλεγχο του ελλείμματος και του χρέους, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου στις αγορές επικρατεί αναστάτωση. Ωστόσο, οι έκτακτες συνθήκες που βιώνουμε απαιτούν έκτακτες δράσεις. Αυτό σημαίνει ότι κάθε δημοσιονομικό περιθώριο που δημιουργείται, ανάλογα με την πορεία των εσόδων του κράτους, θα πρέπει να αξιοποιείται άμεσα για τη στήριξη της κοινωνίας και των επιχειρήσεων.

Δυστυχώς, μέχρι τώρα τουλάχιστον, η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν έχει καταφέρει να συμφωνήσει στην ενεργοποίηση κοινών εργαλείων που θα επέτρεπαν στις χώρες-μέλη να αντιμετωπίσουν τη νέα αυτή κρίση. Η μόνη, ίσως, πηγή αισιοδοξίας για τους επόμενους μήνες είναι η τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας μέσω μιας επιτυχημένης τουριστικής περιόδου.

Ωστόσο, καθώς το ευρύτερο περιβάλλον θα δυσχεραίνει, θα αυξάνεται ο κίνδυνος για κλείσιμο πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων, για απώλεια θέσεων εργασίας, για αύξηση του ιδιωτικού χρέους, αλλά και για έντονες κοινωνικές αντιδράσεις, όπως αυτές που εκδηλώθηκαν στα πρώτα χρόνια της οικονομικής κρίσης.

Αν θέλουμε να αντέξει η χώρα απέναντι στην καταιγίδα και να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για γρήγορη ανάκαμψη την επόμενη μέρα, θα πρέπει τώρα να δώσουμε τη μάχη κατά της ακρίβειας. Πρέπει τώρα να ληφθούν νέα μέτρα για την προστασία όσων απειλούνται και κινδυνεύουν περισσότερο. Μέτρα που θα βοηθήσουν την κοινωνία να σταθεί στα πόδια της και τις επιχειρήσεις να παραμείνουν στη ζωή.

Ο Ιωάννης Χατζηθεοδοσίου είναι πρόεδρος του ΕΕΑ

και επίτιμος διδάκτορας ΠΑΠΕΙ