Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Εχουν περάσει σαράντα τέσσερα ολόκληρα χρόνια από την πρώτη δισκογραφική κυκλοφορία του Nick Cave. Τον Μάρτιο του 1978 κυκλοφορεί ως τραγουδιστής των Boys Next Door σε single τη διασκευή του «These Boots Are Made For Walking», που είχε πρωτοτραγουδήσει η Nancy Sinatra το 1966. Το πρώτο του αυτό συγκρότημα εγκαταλείπει τη Μελβούρνη, αλλάζει το όνομά του σε Birthday Party, εγκαθίσταται στο Λονδίνο το 1980 και υπογράφει στη νεοσύστατη τότε, ιστορική δισκογραφική εταιρεία 4AD. Οταν οι Birthday Party έχουν εκπληρώσει τον σκοπό τους, ο Cave περνάει το 1984 στους Bad Seeds. Με το σχήμα αυτό κάνει μερικούς σπουδαίους δίσκους και στα τριάντα οκτώ χρόνια ύπαρξής του αλλάζει αρκετές φορές μέλη. Μιλώντας στην κάμερα του Dominic, ο Cave λέει χαριτολογώντας: «Ναι, υπάρχει μια κατάσταση χάους στους Bad Seeds, που μερικές φορές καταπίνει τα μέλη του συγκροτήματος. Ο επόμενος που θα φύγει θα είμαι εγώ»! Ομως, αυτά που συνέβαιναν κατά καιρούς στους Bad Seeds, ήταν απολύτως καθοριστικά για τη δημιουργική πορεία του Cave. Είναι δεδομένο ότι από την πρώτη στιγμή, ο ίδιος ο Cave ήταν εκείνος που είχε την ευθύνη των στίχων αλλά και της βασικής σύνθεσης των τραγουδιών. Ομως η ιστορία των Bad Seeds δείχνει ότι ανάλογα με την εποχή, υπήρχε ένα μέλος του συγκροτήματος που κάθε φορά καλούνταν να βοηθήσει τον Cave να καταλήξει στην κατεύθυνση που θα έπαιρνε η μπάντα, να μεταφέρει τις οδηγίες στους υπόλοιπους μουσικούς και να φροντίζει να τηρούνται απαρέγκλιτα μέχρι αυτές να αλλάξουν. Ο Mick Harvey ήταν ο πρώτος από τους στενότερους συνεργάτες του Nick Cave. Ηταν μαζί του από τις μέρες των Boys Next Door, στάθηκε δίπλα του στις σκοτεινές εποχές των Birthday Party αφήνοντας την πρωτοκαθεδρία - τότε - στην ισχυρή κιθαριστική προσωπικότητα του Rowland Howard και φάνηκε να παίρνει τα ηνία μόλις ο Cave ξεπέρασε τα τραύματα της διάλυσης της παλιάς του μπάντας, μετά το δυνατό αλλά χαοτικό «From Her To Eternity» και τη σκοτεινή μα εξαιρετική εμμονή του με τα blues στο «The Firstborn Is Dead». Ο Harvey με μια σειρά από διασκευές, το «Kicking Against The Pricks», βοηθάει τον Cave να δομήσει έναν νέο ήχο, πάνω στον οποίο θα βασιστεί για πολλούς δίσκους. Η σχέση του Harvey με τον Cave ήταν τραυματική για τον πρώτο, στον βαθμό που την ίδια στιγμή που προσπαθούσε να δομήσει έναν ήχο για τους Bad Seeds, υπήρχε ως αντίπαλο δέος μέσα στο συγκρότημα ο Blixa Bargeld. Ο γερμανός μουσικός και ιθύνων νους των Einstuerzende Neubauten οδηγούσε τα πράγματα προς την πλευρά της αποδόμησης. Οι δίσκοι των Bad Seeds κινούνταν κάπου ανάμεσα στις δύο αντίθετες αυτές κατευθύνσεις, αλλά τα σπουδαία τραγούδια και το ένστικτο του Cave κατάφερνε να διατηρήσει επικίνδυνες αλλά πολύ γοητευτικές ισορροπίες. Ο Blixa Bargeld αποχωρεί το 2006 και τρία χρόνια αργότερα και ο Mick Harvey, διαφωνώντας με πολλές από τις ενορχηστρωτικές επιλογές του αρχηγού της μπάντας. Ομως ήδη υπάρχει μέσα στους Bad Seeds o Warren Ellis, ένας μουσικός που δείχνει να νιώθει τις αλλαγές των συναισθηματικών καταστάσεων και να κατανοεί τις κατευθύνσεις που θέλει ο Nick Cave να δώσει στο συγκρότημα.
Warren Ellis
Ο Warren Ellis ξεκίνησε να παίζει βιολί με το αυστραλέζικο ορχηστρικό σχήμα Dirty Three. Ο Cave τους άκουσε και άρχισε να τους παίρνει μαζί του ως support συγκρότημα στις περιοδείες των Bad Seeds. Στη συνέχεια ο Warren έγινε μέλος της μπάντας του Cave και στο πέρασμα του χρόνου έγραψαν μαζί μουσική για αρκετές ταινίες και δημιούργησαν τους Grinderman. Πρόκειται για το συγκρότημα που έκανε τον Cave να αφήσει για λίγο καιρό στην άκρη το πιάνο και να πιάσει την ηλεκτρική κιθάρα. Αρκετά σκληροί, οι Grinderman κυκλοφόρησαν μόλις δύο δίσκους και αποτελούσαν την απάντηση του Cave στην κρίση μέσης ηλικίας, όπως ο ίδιος είχε γράψει, απαντώντας σε ερώτηση οπαδού του που ήθελε να μάθει τον τρόπο με τον οποίο θα ξεπερνούσε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει κάποιος καθώς μεγαλώνει: «Αφήνεις ένα θηριώδες μουστάκι, πιάνεις μια ηλεκτρική κιθάρα και δείχνεις όσο πιο άγριος μπορείς», είχε γράψει ο Cave τότε. Ο Warren Ellis, πέρα από μουσικός που μπορεί να παίξει όλα τα όργανα, δείχνει να συνδέεται έντονα συναισθηματικά όχι μόνο με τον Cave αλλά και με μια σειρά άλλα γεγονότα, που φαίνονται να καθορίζουν τη ζωή του. Πρόσφατα έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Η τσίκλα της Nina Simone», όπου μιλάει για την εποχή που εργαζόταν ως τεχνικός σε συναυλίες. Σε μία από αυτές είδε τη Nina Simone να κολλάει την τσίκλα της κάτω από το πιάνο την ώρα που έβγαινε στη σκηνή. Τη μάζεψε, τη φύλαξε ως έναν μεγάλο θησαυρό κι έγραψε ένα ζεστό και απόλυτα συναισθηματικό βιβλίο πάνω στο ζήτημα αυτό. Επιπλέον, είναι αρκετά γνωστή η ιστορία της διασκευής των Dirty Three στο «Μια Φορά Θυμάμαι» των Σπανού και Παπαστεφάνου, που είχε τραγουδήσει η Αρλέτα. Είχε τόσο γοητευτεί από τη φωνή της, που ζήτησε να τη γνωρίσει. Πριν από τη συναυλία των Bad Seeds στη Φρεαττύδα το 1998, γευμάτισαν μαζί και επί μία ώρα ο Warren κρατούσε αγκαλιά την Αρλέτα δείχνοντας την ευγνωμοσύνη του για το τραγούδι που τον είχε κάνει να νιώσει τόσα πολλά. Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει τη γραφή και τη δημιουργική προσωπικότητα του Cave είναι αντίστοιχος: δείχνει με τον πιο ανοιχτό και ειλικρινή τρόπο τον θαυμασμό του στην καλλιτεχνική φλέβα του αρχηγού των Bad Seeds και ταυτόχρονα φροντίζει ώστε η εκρηκτική αυτή δημιουργικότητα να έχει κάθε στιγμή αντίκρισμα στην πραγματική ζωή. Αυτή ακριβώς η σχέση ανάμεσα στον Warren Ellis και τον Nick Cave, ειδικά στους δύο τελευταίους δίσκους, «Ghosteen» και «Carnage» - το οποίο μάλιστα κυκλοφόρησε όχι ως άλμπουμ των Bad Seeds αλλά κάτω από τα ονόματα των δύο μουσικών - βρίσκεται στο κέντρο της προβληματικής του ντοκιμαντέρ του Andrew Dominic «THIS MUCH I KNOW TO BE TRUE».
Ο δρόμος της αφαίρεσης
Αν σε αρκετά από τα προηγούμενα χρόνια το ζητούμενο για τον Cave ήταν η δόμηση - κάποιες φορές και η αποδόμηση - του προσωπικού του καλλιτεχνικού στίγματος, σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Εν αρχή ην ο λόγος και στο τέλος φαίνεται πως όλα καταλήγουν σε αυτόν: αυτή τη στιγμή ο Cave έχει ανάγκη να μοιραστεί μέσω της γλώσσας την οπτική του για το νόημα του κόσμου. Αρα, εκείνο που σε πρώτο επίπεδο χρειάζεται είναι ένα αφαιρετικό ηχητικό περιβάλλον μέσα στο οποίο θα μπορέσει να απλωθεί πρώτα το πιάνο και στη συνέχεια η φωνή του. Ο Warren Ellis το δημιουργεί στήνοντας ατονικές ηχητικές βάσεις με τη χρήση synthesizers. Μόλις μπει το πιάνο και απλωθεί ο ποιητικός λόγος του Cave πάνω στο υπάρχον περιβάλλον, εκείνο που μένει είναι να προστεθούν οι δυναμικές που θα τονίσουν τις ποιητικές γραμμές. Για να το πετύχει αυτό, ο Ellis χρησιμοποιεί ένα κουαρτέτο εγχόρδων - ενίοτε προσθέτοντας και το δικό του βιολί - και μια μικρή μεικτή χορωδία δημιουργώντας όλες αυτές τις έντονες δυναμικές που μπορούν άλλοτε να προκαλέσουν μεγάλη συναισθηματική φόρτιση κι άλλοτε να κατευθύνουν τη σκέψη του ακροατή στο περιεχόμενο του λόγου. Σε κάθε περίπτωση, πράγμα που προκύπτει ανάγλυφα από το ντοκιμαντέρ του Dominic - σε βαθμό να ανακαλύπτεις από την αρχή τη μαγεία των δύο πρόσφατων δίσκων - το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικό.
Μια νέα ανθρωποκεντρική κατεύθυνση
Η επίτευξη της χαράς δεν ήταν ποτέ το ζητούμενο ούτε της μουσικής του, ούτε του ίδιου του Nick Cave. Σε αρκετές περιπτώσεις, εκείνο που φαινόταν σημαντικό για εκείνον ήταν το να δημιουργεί ασταμάτητα. Εμοιαζε σαν η δουλειά του να ήταν το άλφα και το ωμέγα της ύπαρξής του. Εκεί ακριβώς τοποθετούνταν και η σχέση του με τον Θεό. Ενώ είναι εναντίον της οργανωμένης θρησκείας, δηλώνει σε κάθε ευκαιρία την πίστη του στον Θεό, λέγοντας μάλιστα στην κάμερα του Dominic ότι «η πίστη έρχεται από τον ίδιο άγνωστο και μαγικό τόπο απ' όπου έρχεται και η έμπνευση». Ομως, ειδικά μετά τον θάνατο του δεκαπεντάχρονου γιου του το 2015, η φιλοσοφία του Nick Cave μοιάζει να έχει αλλάξει: Πίσω απ' όλα, εκεί που κρύβεται η έμπνευση, εκεί που κρύβεται ο Θεός, στο «Βασίλειο Του Ουρανού», όπως λέει ο ίδιος, κρύβεται κι ένα νόημα, μια αλήθεια που κάθε καλλιτέχνης θα αναζητούσε. Δεν ξέρω αν αυτή η αλήθεια είναι μία και μοναδική για όλους ή είναι για κάθε άνθρωπο αλλιώτικη, το σίγουρο είναι ότι ο Nick Cave, στα 65 του πλέον, μοιάζει να έχει ανακαλύψει και πεισματικά να ακολουθεί μια πέρα για πέρα ανθρωποκεντρική φιλοσοφική κατεύθυνση: «Να είσαι δίπλα στους ανθρώπους» λέει στον Dominic, «ένας καλός σύζυγος, ένας καλός πατέρας κι ακόμη πιο πέρα, ένας καλός πολίτης, ένας χρήσιμος άνθρωπος για την κοινότητά σου». Πίσω απ' όλα, πέρα απ' όλα, ο Cave το φωνάζει εδώ και καιρό στους στίχους του, «η ψυχή σου είναι η άγκυρά μου από την οποία ποτέ δεν ζήτησα να απελευθερωθώ» κι αλλού, «αυτό ξέρω καλά ότι είναι πέρα για πέρα αληθινό, το πρωινό είναι υπέροχο και το ίδιο είσαι κι εσύ».
info
Το ντοκιμαντέρ «THIS MUCH I KNOW TO BE TRUE» του Andrew Dominic κάνει πρεμιέρα στις 11 Μαΐου στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ In-Edit, που ξεκίνησε στις 5 και συνεχίζεται έως τις 11 Μαΐου στην Αποθήκη Δ’, στο Λιμάνι της Θεσσαλονίκης
Ο Γιώργος Φλωράκης είναι μουσικός παραγωγός στο Τρίτο Πρόγραμμα (8-10) και στο Kosmos 93,6 & 107