Μία από τις μεγάλες διανοούμενες του περασμένου αιώνα με την οποία «συνομιλούσε» ο Μπέρνσταϊν ήταν η Χάνα Αρεντ. Αυτό που τον γοήτευε σ’ εκείνη ήταν η ευαισθησία, το χιούμορ και η βαθιά αίσθηση μελαγχολίας με την οποία αντιμετώπιζε βαθιά και διαχρονικά προβλήματα, όπως η κατάσταση των προσφύγων και των απάτριδων. «Η Αρεντ απέρριπτε τόσο την απερίσκεπτη απελπισία όσο και την απερίσκεπτη αισιοδοξία», γράφει στο τέλος του μικρού, και πολύτιμου, βιβλίου του «Γιατί πρέπει να διαβάζουμε Χάνα Αρεντ» (εκδ. Επίκεντρο, μετάφραση Βασιλική Σουλαδάκη). «Ηταν αντίθετη στην πίστη ότι η κρυφή λογική της Ιστορίας οδηγεί αναπόδραστα στον θρίαμβο της ελευθερίας, αλλά αντίθετη και στην πίστη ότι η κρυφή λογική της Ιστορίας είναι να οδηγούνται τα πράγματα προς το χειρότερο (…). Μας δίδαξε ότι έχουμε τη δυνατότητα να πράττουμε από κοινού, να παίρνουμε πρωτοβουλίες, να ξεκινάμε κάτι καινούργιο, να αγωνιζόμαστε προκειμένου να γίνει πραγματικότητα η επί γης ελευθερία».