Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σύνδεση μέλους
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Του Σωτήρη Ριζά διευθυντή Ερευνών, Κέντρο Ερεύνης της Ιστορίας του Νεωτέρου Ελληνισµού της Ακαδηµίας Αθηνών
Το στερεότυπο που επικρατεί για το επάγγελμα του ιστορικού είναι ότι πρόκειται για μια «άνετη» και «ευγενή» ενασχόληση η οποία δεν επιφέρει ιδιαίτερο φυσικό ή ψυχικό φόρτο. Οι ιστορικοί μπορούν να είναι κριτικοί ή κομφορμιστές, λιγότερο ή περισσότερο πολιτικοποιημένοι, μπορούν να υποστηρίζουν μια περισσότερο απαισιόδοξη άποψη για την κοινωνία και τις προοπτικές της ή να επιλέγουν τον ρόλο του «εμψυχωτή» ή «συνηγόρου» εθνών, τάξεων ή μεγαλεπήβολων πολιτικών σχεδίων αλλά, ιδίως οι πιο αποδεκτοί, οι πιο «εγκατεστημένοι» στον ακαδημαϊκό χώρο και στην κοινωνία γενικότερα, ζουν καλή ζωή χωρίς μεγάλες πιέσεις. Το άρθρο του James Robins στο «New Republic» αναδεικνύει μια εντελώς διαφορετική διάσταση από αυτήν. Οι ιστορικοί τραυματίζονται από τα γεγονότα που μελετούν. Αυτό το δευτερογενές, «αντιπροσωπευτικό», τραύμα δεν είναι άσχετο με ψυχικές προδιαθέσεις του ίδιου του ιστορικού, όπως ήταν η περίπτωση της Iris Chang, ιστορικού της σφαγής του Nanking στην Κίνα από τον ιαπωνικό στρατό το 1937. Αφορά όμως κυρίως την άλλη πλευρά, δηλαδή το αντικείμενο της έρευνας του ιστορικού. Παρουσιάζεται κυρίως σε μελέτες γενοκτονιών, μαζικής εξόντωσης πληθυσμών, εγκλημάτων που ζητούν εξήγηση, η οποία εντούτοις είναι συχνά αδύνατο να δοθεί με ορθολογικό τρόπο. Η τάση μάλιστα της κοινωνίας και της ακαδημαϊκής κοινότητας να αποφεύγει πολύ «δυσάρεστα» θέματα στο πλαίσιο κοινωνικών συναναστροφών και άτυπων επιστημονικών συζητήσεων εντείνει τάσεις απομόνωσης των ιστορικών που ασχολούνται με τα θέματα αυτά.
Το βασικό θέμα που θέτει το «αντιπροσωπευτικό τραύμα» είναι η φύση της ιστορικής γνώσης. Στην επαγγελματική μου αφετηρία ως ιστορικός, πριν από τριάντα χρόνια, πίστευα ότι η ιστορία είναι μια επιστήμη. Ερευνώντας τις πηγές, το παρελθόν μπορούσε να αποκατασταθεί, ή εν πάση περιπτώσει όψεις του παρελθόντος, με τόσο μεγαλύτερη ακρίβεια όσο περισσότερες πηγές διαθέταμε. Οι ιστορικοί έπρεπε να τηρούμε απόσταση από τα γεγονότα και τις διαδικασίες που μελετάμε και να αφήνουμε τις πηγές να μας μιλήσουν. Εξακολουθώ να πιστεύω ότι αυτό δεν είναι μόνο ιδεώδες. Αντιλαμβάνομαι όμως με την πάροδο του χρόνου τους περιορισμούς. Ενας σημαντικός διανοούμενος όπως ο Collingwood, κινούμενος μεταξύ φιλοσοφίας και ιστορίας, είχε επισημάνει τη σημασία της «φαντασίας» στην αποκατάσταση του παρελθόντος. Η απόσταση εξάλλου από τα γεγονότα μπορεί να σημαίνει μια αξιολογική ουδετερότητα που δεν είναι πάντα επιθυμητή αλλά ούτε και ρεαλιστική. Δεν είναι δυνατό να αντιμετωπίζω ως ιστορικός το Ολοκαύτωμα με τον ίδιο αποστασιοποιημένο τρόπο που αντιμετωπίζω διαμάχες χαμηλής έντασης σε ένα εδραιωμένο ευρωπαϊκό κοινοβουλευτικό σύστημα της δεκαετίας του ΄60 ή του '70. Ούτως ή άλλως, η απόφανση για τα ιστορικά γεγονότα προϋποθέτει πάντοτε μια ηθική στάθμιση. Το ζήτημα είναι αν στηριζόμαστε σε τεκμήρια ή κάνουμε αυθαίρετες αφαιρέσεις. Η στάθμιση αυτή προκύπτει από τα ηθικά κριτήρια κάθε εποχής και κάθε κοινωνίας, αν και πρέπει να έχουμε υπόψη ότι ένας σκληρός πυρήνας αξιών έχει μεγαλύτερη αντοχή στον χρόνο από όσο πιστεύουμε ή θέλουμε να πιστεύουμε. Ετσι, η αξία της ανθρώπινης ζωής είχε κάποια προτεραιότητα τουλάχιστον από τις αρχές του 20ού αιώνα, αλλιώς δεν μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί όσοι επιδόθηκαν σε γενοκτονίες είχαν την ψευδαίσθηση ότι θα μπορούσαν να τις κρατήσουν μακριά από το φως της δημοσιότητας.
«Η σιωπή προστατεύει,
δεν θεραπεύει»
Ποιο είναι το κλειδί για την επούλωση του τραύματος; Ορθά επισημαίνει ο Robins στο άρθρο του ότι το τραύμα δεν αφορά μόνο τον ιστορικό αλλά και τις κοινωνίες, κυρίως αυτές. Δεν είναι εξαίρεση μια κοινωνία που αποφεύγει να μιλήσει για το παρελθόν. Η σιωπή ενδεχομένως «προστατεύει» για ένα διάστημα, αλλά δεν θεραπεύει.
Το παράδειγμα της Ισπανίας, όπου η σκοπιμότητα της ασφαλούς μετάβασης στη δημοκρατία τη δεκαετία του '70 επέβαλε τη σιωπή για τα εγκλήματα της δικτατορίας, έδειξε ότι το τραύμα δεν επουλώθηκε. Η απομάκρυνση της σορού του Franco από την Κοιλάδα των Πεσόντων το 2019, σχεδόν μισό αιώνα μετά τον θάνατό του, είχε αυτή την έννοια της κάθαρσης, της επούλωσης του τραύματος.
Η «θεραπευτική» λειτουργία της ιστορίας είναι μια διάσταση που ασφαλώς οφείλει να έχει ως γνώμονα της δουλειάς του ο ιστορικός.
Το ιστορικό επάγγελμα χρειάζεται περισσότερο απαιτητικές δεξιότητες και αρετές από όσο φανταζόμαστε: εκτός από γλωσσική κατάρτιση και ταλέντο στην τεκμηρίωση και την αφήγηση, χρειάζεται και τη θεμελιώδη διάθεση να θέτεις θέματα προς συζήτηση που οι επικρατούσες αντιλήψεις δεν επιτρέπουν να τεθούν. Είναι θέμα προδιάθεσης, ψυχοσύνθεσης και εν τέλει αντοχής. Πιο σημαντικό όμως από την προδιάθεση και την αντοχή του ιστορικού είναι η διάθεση της κοινωνίας να συζητήσει. Τα τραύματα επουλώνονται όταν η κοινωνία θέλει να τα αντιμετωπίσει.